Ο Ιμπραήμ γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Σαλαμίνα, από Αιγύπτιο πατέρα και Ελληνίδα μητέρα. Κυνήγησε το όνειρό του στην Ολλανδία και, το 2019, άνοιξε στο κέντρο του Αμστερνταμ ένα καφέ που του θυμίζει την Ελλάδα και το οποίο προσφέρει στους πελάτες κρύους και ζεστούς καφέδες, μπουγάτσα με κρέμα και τυρί, σφολιάτες, ακόμα και προϊόντα με ελληνική φίρμα.
Το «Kafenion», όπως πολύ εύστοχα βαφτίστηκε, έχει εξελιχθεί στη μικρή, αλλά πιο ζεστή, γωνιά για τους Ελληνες του Αμστερνταμ. Και, για τρία χρόνια, ο Βαγγέλης Παυλίδης το επισκεπτόταν σχεδόν καθημερινά, για να παίρνει μια βαθιά τζούρα από την πατρίδα, την οποία αποχωρίστηκε όταν ήταν μόλις 15 ετών.
Το έκανε, βεβαίως, για να κυνηγήσει το δικό του όνειρο. «Γιατί δεν διάβασες;» τον ρώτησε κάποτε η δασκάλα του στην πρώτη δημοτικού. «Γιατί θέλω να γίνω ποδοσφαιριστής, κυρία», της απάντησε αμέσως ο μικρός Βαγγέλης, ο οποίος από έξι ετών ήξερε τι ήθελε να γίνει όταν θα μεγαλώσει.
Οταν η γερμανική Μπόχουμ τού χτύπησε την πόρτα, δεν το σκέφτηκε δύο φορές. Πήρε το αεροπλάνο, άφησε πίσω του γονείς και αδελφό και «υιοθετήθηκε» από την οικογένεια ενός συμπαίκτη του, έμαθε γερμανικά, έκανε ό,τι έπρεπε για να γίνει επαγγελματίας, κάτι που κατάφερε μόλις στα 17 του χρόνια.
Το σχολείο δεν ήταν ποτέ το καλύτερό του, αφού μάλιστα στη Γερμανία έπρεπε κάθε ημέρα να σπαταλάει μιάμιση ώρα και να αλλάζει τέσσερα τρένα για να πάει από το Μπόχουμ στο Ντόρτμουντ, όπου υπήρχε ελληνικό σχολείο.
Η πόλη της Βεστφαλίας έμελλε να είναι ένα από τα «σχολεία» του όσο μεγάλωνε, αφού πέρασε από την Κ23 της Μπορούσια. Εκεί τον είδε η Βίλεμ και του άνοιξε την πόρτα ενός πρωταθλήματος, του ολλανδικού, το οποίο ταιριάζει γάντι τους Ελληνες, όπως αποδεικνύει το γεγονός ότι τέσσερις επιθετικοί μας έχουν αναδειχθεί πρώτοι σκόρερ στην Eredivisie.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’90, στο Αρνεμ έμαθαν συρτάκι για χάρη του Νίκου Μαχλά, ο οποίος πήρε το «χρυσό παπούτσι» ως πρώτος σκόρερ στην Ευρώπη με τη φανέλα της Φίτεσε. Γιώργος Γιακουμάκης, Τάσος Δουβίκας και, πριν από λίγους μήνες, Βαγγέλης Παυλίδης στην κορυφή των γκολτζήδων τού, πιθανότατα, πιο ανέμελου και θεαματικού από τα πιο σημαντικά πρωταθλήματα στην Ευρώπη.
Οταν πήγε στη Βίλεμ, η χρηματιστηριακή του αξία ήταν 150.000 ευρώ. Πλέον, έχει εκτοξευτεί στα 25 εκατομμύρια. Το καλοκαίρι, η Μπενφίκα έδωσε επτά λιγότερα στην Αλκμααρ για να κάνει τον Παυλίδη τον όγδοο Ελληνα που φόρεσε τη βαριά, κόκκινη φανέλα των «αετών».
Πλέον ο 25χρονος επιθετικός από την Καλαμαριά είναι μόνιμος κάτοικος στο «Ντα Λουζ» της Λισσαβόνας, το απόλυτο γήπεδο για κάθε Ελληνα ποδοσφαιριστή, αφού σε αυτό έγινε πραγματικότητα η ιστορική, η ανεπανάληπτη κατάκτηση του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος του 2004.
Οταν, βεβαίως, μιλάμε για «ναό» του ποδοσφαίρου, ο τίτλος αυτός ανήκει δικαιωματικά στο «Γουέμπλεϊ». Εκεί όπου χθες το βράδυ, Πέμπτη (10/10), ο Παυλίδης έγινε με δύο γκολ ο ήρωας της μεγαλύτερης νίκης της Εθνικής Ελλάδας μετά το Euro 2004. Της πιθανότατα μεγαλύτερης νίκης όλων των εποχών, πέραν από εκείνο το μαγικό καλοκαίρι στα πορτογαλικά γήπεδα.
Μια νίκη, όμως, που δεν πανηγυρίστηκε όπως θα της άξιζε. Γιατί δεν υπήρχε διάθεση. Γιατί η καρδιά είχε ραγίσει από την είδηση του τραγικού χαμού του Τζορτζ Μπάλντοκ, ο οποίος θα ήταν μαζί με τα υπόλοιπα παιδιά στο Λονδίνο αν δεν είχε λίγο καιρό από τη στιγμή που επέστρεψε από τραυματισμό.
Ο θάνατός του συγκλόνισε τους συμπαίκτες του, αλλά ταυτόχρονα τους πείσμωσε, τους ατσάλωσε. «Ας θυσιάσουμε τον εαυτό μας για να τιμήσουμε τον Τζορτζ», ήταν η προτροπή του αρχηγού Τάσου Μπακασέτα σε μια συγκλονιστική ομιλία στα αποδυτήρια, πριν από το αντάμωμα με την Αγγλία των πανάκριβων άσων. Την Αγγλία, φιναλίστ του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος πριν από μόλις τρεις μήνες, για να μην ξεχνιόμαστε.
«Δώσαμε την ψυχή μας για τον Γιώργο», εξήγησε ο Παυλίδης, ο οποίος έζησε στο «Γουέμπλεϊ» τη μεγαλύτερη βραδιά της καριέρας του, πιθανότατα μέχρι την επόμενη. Γιατί, ως γνωστόν, τρώγοντας ανοίγει η όρεξη.
Και μπορεί του Βαγγέλη να μην του αρέσει ο μουσακάς (κι όμως…), αλλά πεινάει πάντα για γκολ, έστω και αν χρειάστηκε να ταξιδέψει χιλιάδες χιλιόμετρα για να τα βρει, αφού ήξερε από μικρός τι ήθελε να κάνει, πώς και πού να το πετύχει.
Ουδείς προφήτης στον τόπο του, παρότι ομάδες όπως οι τρεις μεγάλες της Θεσσαλονίκης (ΠΑΟΚ, Αρης, Ηρακλής) και η ΑΕΚ τού είχαν χτυπήσει την πόρτα όταν ήταν πιτσιρικάς. Πλέον, στη δεύτερη ομάδα της ΑΕΚ αγωνίζεται ένας Παυλίδης, αλλά είναι ο μικρότερος αδελφός του, Βασίλης, ο οποίος τον είχε ακολουθήσει σε Γερμανία και Ολλανδία.
Πιτσιρικάς ξεκίνησε ως κεντρικός μέσος και έβλεπε αγώνες του Στίβεν Τζέραρντ για να αντιγράφει κινήσεις του. Στο εξωτερικό τού άλλαξαν θέση και αυτή η αλλαγή αποδείχθηκε ευεργετική για την καριέρα και τη ζωή του.
Πλέον βλέπει βίντεο του Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς, με τον οποίο άλλωστε είχαν και τον ίδιο μάνατζερ, τον αείμνηστο Μίνο Ραϊόλα. Στην Ολλανδία, μάλιστα, είχε πετύχει με τη Βίλεμ ένα γκολ που θύμισε ένα απίστευτο σόλο του θρυλικού Σουηδού, το οποίο είχε βοηθήσει την ομάδα του να αποφύγει τον υποβιβασμό στη δεύτερη κατηγορία.
Πλέον, όμως, ο Παυλίδης δεν θέλει να παλεύει για παραμονές ή «μόνο» για τίτλους πρώτου σκόρερ. Θέλει τα πρώτα τρόπαια της καριέρας του και φιλοδοξεί να σπάσει το ρόδι με την Μπενφίκα των 38 πρωταθλημάτων, των 26 Κυπέλλων, των δύο Κυπέλλων Πρωταθλητριών και των άνω των 300.000 φιλάθλων μελών (!).
Πριν από λίγες εβδομάδες έκανε πραγματικότητα ένα από τα μεγάλα του όνειρα, να παίξει στο Champions League, αν και του λείπει ακόμα το γκολ, το οποίο άγγιξε επανειλημμένως στο ματς με την Ατλέτικο Μαδρίτης.
Είναι σίγουρος, όμως, ότι θα έρθει και αυτό, όπως όμως και ο άλλος έτερος στόχος: Να συμμετάσχει με την Εθνική Ελλάδας σε μια μεγάλη διοργάνωση, από τις οποίες η χώρα μας απουσιάζει εδώ και μια δεκαετία.
Το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2026 σε Ηνωμένες Πολιτείες, Μεξικό και Καναδά είναι στο βάθος του ορίζοντα. Η ιστορική νίκη στο «Γουέμπλεϊ», η οποία χτίστηκε πάνω στα δύο του γκολ, δείχνει αναμφίβολα τον δρόμο για μια παρέα ταλαντούχων και αποφασισμένων ποδοσφαιριστών που, σε κάθε τους αγώνα πλέον, θα κοιτούν ψηλά στον ουρανό και θα ξέρουν πως θα έχουν την ώθηση και του καλού τους φίλου Τζόρτζι…