Για να κάνεις rebranding, πρέπει να έχεις brand. Ο Αλέξης Τσίπρας το έχει· έχει το όνομα, την αναγνώριση, τους θαυμαστές. Πρέπει όμως να έχεις και προϊόν· το αντικείμενο εκείνο που περιέχεται στο brand και του δίνει λόγο ύπαρξης. Αυτό είναι που λείπει από τον πρώην πρωθυπουργό· αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο το Ινστιτούτο του, που υπό άλλες συνθήκες θα αποτελούσε ένα χρήσιμο εργαλείο αναβαπτισμού, προκαλεί κυρίως αγανάκτηση και χάχανα. Κι ενώ ο τέως πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ δεν διέθετε ποτέ γνώσεις, ιδέες και πολιτική οξυδέρκεια σε ικανοποιητικό βαθμό, τουλάχιστον κάποτε διέθετε το εχέγγυο του κόμματος που έχτισε. Σήμερα τι έχει απομείνει από αυτό; Το rebranding από μόνο του δεν βγάζει τα λεφτά του. Χωρίς προϊοντικό πυρήνα, δεν είναι παρά αέρας σε ακριβή συσκευασία δώρου.
Πολιτική κατά τύχη
Πάντως, οι εκστρατείες αλλαγής προφίλ είναι και θέμα τύχης. Η πολιτικοποίηση, για παράδειγμα, του Ιλον Μασκ, φιλόδοξη, άχαρη και τρομακτική, δεν βασίστηκε τόσο στο δικό του χάρισμα όσο στο έλλειμμα χαρίσματος εκείνων που χρίστηκαν αντίπαλοί του. Είναι άλλο πράγμα ο Μασκ ως tech billionaire και άλλο ως πολιτικός ινφλουένσερ. Το πρώτο το κατάφερε μόνος του (ας πούμε)· το δεύτερο του χαρίστηκε από τους Δημοκρατικούς, οι οποίοι έχασαν την επαφή τους με την κοινωνία και επέτρεψαν στον τραμπισμό και στους κήρυκές του να εγκαθιδρύσουν τον ψευδεπίγραφο αντισυστημισμό τους ως κουλτούρα και πολιτική τάση. Το rebranding του Μασκ είχε ως αφετηρία το rebranding των Δημοκρατικών.
Σελέμπριτι μασκότ
Μπορεί να είναι πολύ αργά για τους θιασώτες του δόγματος MAGA. Μπορεί οι υποστηρικτές του Τραμπ, χαμένοι στην προπαγάνδα και στο μίσος, να μη μεταστρέφονται πια. Ισως λοιπόν ζητάμε πολλά από τους Δημοκρατικούς όταν λέμε ότι πρέπει να ξανακερδίσουν τους παραστρατημένους της αμερικανικής ενδοχώρας και να εφεύρουν ένα καινούργιο κοινωνικό συμβόλαιο που να περιλαμβάνει τους οικονομικά και πολιτισμικά παραμελημένους, τους ρατσιστές και τους συντηρητικούς. Υπάρχει κάτι όμως που σίγουρα μπορεί να κάνει η άλλη πλευρά: μπορεί να μη διαιωνίζει στερεότυπα και να μην ερεθίζει επικίνδυνα αντανακλαστικά. Τη στήριξή της στην Κάμαλα Χάρις ανακοίνωσε η Μπιγιόνσε· ήταν τόσο αναγκαία αυτή η στήριξη; Βοηθά όντως τον δημοκρατικό σκοπό η συστράτευση των σελέμπριτι ή μήπως τον καταδικάζει, επιβεβαιώνοντας τη συνωμοσιολογία των απέναντι;
Αμφιλεγόμενο μήνυμα
Η απόφαση της Washington Post να μη στηρίξει κάποιον υποψήφιο στις επερχόμενες αμερικανικές εκλογές ενδεχομένως να μην είναι και τόσο καταστροφική, άσχετα από το αν τα κίνητρά της ήταν αγνά ή ιδιοτελή (οι διαφωνούντες διακρίνουν στην ενέργεια μια προσπάθεια του Τζεφ Μπέζος να εξευμενίσει τον Τραμπ). Αν σκεφτεί κανείς το τραμπικό αφήγημα περί οργανωμένων ελίτ και «legacy media» που δήθεν πολεμούν ανελέητα τον υποψήφιο πρόεδρο μεροληπτώντας υπέρ της Χάρις, μια τέτοια κίνηση ουδετερότητας συνιστά αφοπλιστική απάντηση: ένα μήνυμα προς τον Τραμπ που του λέει: «Παρ’ όλες τις φαντασιώσεις σου, χάνεις με την αξία σου».
Διαπιστώσεις
Σε κάποιες άλλες περιπτώσεις, τα μηνύματα είναι περιττά, γιατί οι διαπιστώσεις είναι προφανείς. Η μονοψήφια διαφορά μεταξύ Νέας Δημοκρατίας και ΠΑΣΟΚ που κατέγραψε νέα δημοσκόπηση δεν εξηγείται μόνο με τον τρόπο που βολεύει την κυβέρνηση. Ναι, ο κατακερματιζόμενος ΣΥΡΙΖΑ χαρίζει επιτέλους στο ΠΑΣΟΚ τις ψήφους που το κόμμα περίμενε εδώ και μήνες. Ομως η διαφορά δεν προκύπτει μόνο από τα οργανικά κέρδη του ΠΑΣΟΚ, αλλά και από τις απώλειες της Ν.Δ. Οποιος βλέπει στη διαρροή ψήφων μία διλημματική κατάσταση μεταξύ δεξιών και κεντρώων ψηφοφόρων αγνοεί τη μεγάλη εικόνα: δεν είναι η ιδεολογική καθαρότητα το πρόβλημα· η αναποτελεσματική διακυβέρνηση είναι.