Λείπει η λαχτάρα, λείπει η ψυχή

5' 40" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Δεν ήταν μια προγραμματισμένη συνέντευξη. Προέκυψε. Ηρθε στην Αθήνα για λίγες μέρες, ειδικά για τα γυρίσματα ενός «Παρασκηνίου», της ιστορικής πλέον σειράς της ΕΤ, αφιερωμένου στον ίδιο και στη ζωή του. Ο Μάριο Βίτι στα 86 του χρόνια δεν δείχνει την ηλικία του και φροντίζει ο ίδιος να απομυθοποιεί το πλούσιο βιογραφικό του. Ο Ιταλός νεοελληνιστής, που έχει αφήσει το αποτύπωμά του στην ελληνική αλλά και στην ευρωπαϊκή γραμματολογία του 20ού αιώνα, που είχε καθημερινή συναναστροφή με τους κορυφαίους της μεταπολεμικής γενιάς, έχει παιγνιώδη σχέση με τη μεγάλη ακαδημαϊκή του πορεία. Την περιγράφει σαν διαδρομή συμπτώσεων, έρωτα και πάθους. Οπως και τη συγγραφική του δραστηριότητα, που έθεσε καινούργιες βάσεις στην προσέγγιση της νεοελληνικής γραμματείας (και μόνο η ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας και οι μελέτες του για τη Γενιά του ’30 θα αρκούσαν).

Βυθισμένος στην πολυθρόνα του σπιτιού της φίλης Ουρανίας Λαμψίδου (που τον φιλοξενεί με τη σύζυγό του Αλεξάνδρα, στα σύντομα περάσματα από την Αθήνα με προορισμό την Υδρα), γελάει συχνά με τις αναμνήσεις του, αυτοσαρκάζεται, αφηγείται, ανασκευάζει, αναρωτιέται, βάζει εισαγωγικά στον όρο «γενιά του ’30», για να τονίσει τη σχετικότητα των κατηγοριοποιήσεων, περιπλανιέται στο παρελθόν, απολαμβάνει το παρόν και έχει αδιάκοπη περιέργεια για το μέλλον. Είναι, όπως λέει και η επιστήθια φίλη του, «άνθρωπος ελεύθερης τροχιάς, δεν έχει καθόλου μολυνθεί από τον ακαδημαϊσμό». Το μαγνητόφωνο αποθηκεύει περισσότερο μια ώρα χαλάρωσης παρά μια προγραμματισμένη επαγγελματική επίσκεψη. Είχε προηγηθεί πρωινό γύρισμα με τον σκηνοθέτη Κυριάκο Αγγελάκο στο Μουσείο – Πινακοθήκη του Νίκου Χατζηκυριάκου Γκίκα, με οικοδεσπότη τον Αγγελο Δεληβοριά.

Αμφέβαλλα πάντα, επαλήθευα

– Νιώσατε «σαν στο σπίτι σας»;

– Είναι μια παράξενη αίσθηση να μπαίνω στα σπίτια όπου πριν σύχναζα και τώρα είναι μουσεία. ΄Η, ακόμα χειρότερα, τα ονόματα των φίλων μου να γίνονται ονόματα δρόμων τόσο στην Ιταλία όσο και στην Ελλάδα. Στον ντε Κίρικο, που πήγαινα και έτρωγα, πλήρωσα εισιτήριο για να επισκεφθώ την τραπεζαρία του!

– Μελαγχολήσατε, συγκινηθήκατε;

– Δεν είμαι συναισθηματικός άνθρωπος εγώ. Είμαι ψυχρός ή μάλλον πρέπει να τα χωνέψω τα πράγματα. Και αυτό είναι ένας τρόπος ζωής. Ημουν αμφισβητίας από παιδί. Αμφέβαλλα πάντα. Επανεξέταζα. Επαλήθευα.

– Αμφισβήτηση και περιέργεια κινούσαν τη ζωή σας;

– Περιέργεια.

– Ποιο είδος «περιέργειας» σας οδήγησε στις νεοελληνικές σπουδές;

– Αυτό δεν ήταν περιέργεια. Ηταν έρως. Που έρχεται σιγά σιγά, όπως όλοι οι έρωτες.

– Δεν ήταν, δηλαδή, έρωτας «με την πρώτη ματιά»;

– Οχι! Αυτούς δεν τους εμπιστεύεσαι! Κατ’ αρχήν ήταν έρωτας για τη λογοτεχνία. Οχι κατανάλωση ενός κειμένου για να περάσει η ώρα. Είχα μια έλξη πολύ δυνατή για την ποίηση. Στα δεκατέσσερα, ο νονός μου, μου χάρισε τον Πολ Βαλερί και τον Μορεάς. Τον Μποντλέρ τον ανακάλυψα από τον καθηγητή των γαλλικών μου.

– Υπήρξατε κριτικός. Αυτό σας εμπόδισε να γίνετε δημιουργός;

– Δεν είμαι δημιουργός. Δεν έγραφα ποτέ ποιήματα. Οπως δεν είμαι και αφηγητής. Εγραψα αυτοβιογραφικά κείμενα, αλλά όχι λογοτεχνικά. Το αυτοβιογραφικό κείμενο που έβαλα στην έκδοση του ΜΙΕΤ «Γραφείο με θέα» είναι για τους Ελληνες αναγνώστες. Ενα μικρό βιβλίο στα ιταλικά είναι για τα εγγόνια μου, για να τους διηγηθώ πώς ήμουν μικρός.

– Τι έχει αλλάξει από τότε μέχρι σήμερα στην προσέγγιση των ανθρώπων;

– Τα πάντα. Εχει γίνει μια μεγάλη επανάσταση από τη γενιά τη δική μου και μετά… Η λαχτάρα να συναντήσεις τον άλλον είναι από τις πιο μεγάλες συγκινήσεις, μεγαλύτερη και από τη σωματική επαφή. Αν λείπει η λαχτάρα, η σωματική επαφή είναι πολύ φτωχή. Λείπει η ψυχή. Φτωχαίνουν νομίζω τα πράγματα. Δεν λέω φτηναίνουν, φτωχαίνουν. Βέβαια, πρέπει να λάβετε υπόψη σας ότι τα σχόλια προέρχονται από έναν, κοντά, 90άρη… Εμειναν πολύ λίγοι συνομήλικοί μου. Και το πάρκο των φίλων ανανεώνεται δύσκολα στην ηλικία μου.

– Οσο περνούν τα χρόνια νιώθετε περισσότερο Ιταλός ή Ελληνας;

– Ελληνας δεν αισθάνθηκα ποτέ. Αγαπώ πολύ την Ελλάδα. Αλλά για να την αγαπήσεις πολύ δεν πρέπει να είσαι Ελληνας, αλλά ξένος.

Κρίση και φαντασία

– Η σημερινή κρίση, όπως την αντιλαμβάνεστε, είναι κυρίως οικονομική;

– Στην Ιταλία κλείνουν τα μικρά μαγαζιά και αυξάνονται ραγδαία τα μαγαζιά πολυτελείας. Σε περιόδους κρίσης, οι πλούσιοι γίνονται πιο πλούσιοι… Από την άλλη, οι θεσμοί που δημιουργήθηκαν για να εξυπηρετήσουν πολιτιστικές ανάγκες λειτούργησαν με πάρα πολλά λεφτά και πάρα πολλές σπατάλες. Δηλαδή κάποιοι, πολιτευόμενοι, εκμεταλλεύτηκαν μια συνθήκη για να βγάλουν χρήματα. Ενας φορέας στην Ελλάδα που προωθεί το ελληνικό βιβλίο στο εξωτερικό είναι πολύ χρήσιμος, αλλά τι γίνεται όταν τα χρήματα που δαπανώνται δεν φτάνουν πάντα στον προορισμό τους; Και στην Ιταλία συνέβαινε το ίδιο. Τι γίνεται τώρα, λοιπόν, με τους θεσμούς που δεν έχουν χρήματα αλλά είναι αναγκαίοι; Αρχίζει και δουλεύει η φαντασία και ερεθίζεται η δημιουργικότητα. Αυτό που λένε οι αισιόδοξοι, ότι στην καταστροφή δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για βελτίωση, είναι αλήθεια. Γιατί μπορεί να επιβιώσουν μόνον εκείνοι που έχουν αξία και να χαθούν τα παράσιτα.

Το προνόμιο της γενιάς του ’30

– Αισθανθήκατε ποτέ «εγκλωβισμένος» στη γενιά του ’30;

– Εγραψα την πρώτη μελέτη στην Ελλάδα για τη γενιά του ’30. Είχα φίλους, αλλά δεν ταυτίστηκα ποτέ. Αλλωστε, όταν είσαι κριτικός δεν χρειάζεται να γνωρίζεις τον συγγραφέα. Αρκούν τα κείμενά του.

– Αυτοί οι άνθρωποι έκαναν τη ζωή σας καλύτερη;

– Οχι. Είμαι ευχαριστημένος που έζησα τη ζωή μου όπως την έζησα. Ημουν τυχερός. Δεν έζησα τον πόλεμο όπως άλλοι της γενιάς μου, γιατί ήμουν στην Κωνσταντινούπολη, απ’ όπου έφυγα το ’46. Δεν μου έλειψε τίποτα.

– Ποια θα μπορούσε να είναι μια σημερινή ανάγνωση της γενιάς του ’30;

– Η γενιά του ’30 είχε ένα προνόμιο: να ζήσει στην εποχή που έγιναν πολύ μεγάλες αλλαγές στη λογοτεχνία και στα γράμματα. Αυτά δεν συμβαίνουν συχνά. Κανείς δεν έσκαψε τόσο βαθιά να αλλάξει τα πράγματα όσο οι πρωτοπορίες των αρχών του 20ού αιώνα. Ηταν κάτι αντίστοιχο με αυτό που συνέβη στον ρομαντισμό. Κατέρρευσε ένα παρελθόν και μαζί με αυτό και πολιτικά καθεστώτα. Ή ο ρομαντισμός προέκυψε από την κατάρρευση των προηγούμενων καθεστώτων; Λίγο αλληλένδετα όλα αυτά.

– Κάτω από την ετικέτα, όπως λέτε, «γενιά του ’30» στεγάζονταν διαφορετικοί άνθρωποι και διαφορετικές ιδεολογίες. Ενας συντηρητικός όπως ο Τσάτσος, για παράδειγμα, με έναν κομμουνιστή όπως ο Κοσμάς Πολίτης.

– Και ο Ανδρέας Καραντώνης, εκ των πρωταγωνιστών, έχει γράψει βιβλία εναντίον του κομμουνισμού.

– Συνυπήρχαν όμως και μάλιστα στις ίδιες παρέες.

– Οι πραγματικοί αστοί, μεταξύ τους, συνεννοούνται πολύ καλά. Σε όλο τον κόσμο.

Πόλεμος επιβίωσης

– Σήμερα ξεσπούν διαρκώς μικροί εμφύλιοι.

– Αυτό γίνεται όταν είναι όλοι δυσαρεστημένοι. Ολοι πρέπει να επιζήσουν και ξεσπάει ένας πόλεμος επιβίωσης.

– Σε τι επηρέασε τη ζωή και τη σκέψη μας η γενιά του ’30;

– Μόνο στο επίπεδο της λογοτεχνίας, της ζωγραφικής. Ηταν και χρόνια δύσκολα, με δικτατορίες όχι μόνο στην Ελλάδα. Μίλησαν, ως σύνολο, με έναν ευρωπαϊκό κώδικα.

– Μέσα από την κρίση μπορεί να αναδυθεί μια άλλη «γενιά του ’30»;

– Οι δυσκολίες γεννούν καινούργιες ανάγκες και αντιμετωπίζουμε διαφορετικά την πραγματικότητα. Ετσι επέζησε η ανθρωπότητα. Επειδή μπορεί και αναδημιουργείται, ξαναγεννιέται. Για να μην πούμε για τον Χριστό που ανασταίνεται, και αυτός είναι ο πιο μεγάλος μας πόθος…

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT