Κανένας, από όσους έγραψαν για τις τελευταίες επί γης ώρες του Παπαδιαμάντη, από τον Πορφύρα και τον Μαλακάση του 1911 ώς τον τελευταίο του 2012 δεν συνόψισε εκστατικότερα και ουσιωδέστερα τη βιοτή και τη γραφή του Παπαδιαμάντη από το «Κρυπτόλεξο» του Δημήτρη Κοσμόπουλου, γραμμένο σύμφωνα με τον υπότιτλό του «για την νύχτα της 2ας προς την 3η Ιανουαρίου 1911» (εκδ. Δόμος). Φάνηκε μέσα στον Απρίλη της Σαρακοστής, με δεκατέσσερα σονέττα. Προηγούνται ως αναγκαία εισαγωγή τα επιστολικά κείμενα των αδελφών του Παπαδιαμάντη και του Γ. Ρήγα για την ίδια νύχτα. Στα περισσότερα ποιήματα μιλάει ο επιθανάτιος Αλέξανδρος. Σωστά: ο άνθρωπος στις ύστερες στιγμές του ανακαλεί τον βίο του. Συνοπτικός βιογράφος ο Κοσμόπουλος καταγράφει οξέως όλα τα ουσιώδη της ζωής εκείνου που ήταν λαμπριάτικος ψάλτης. Η νέα διήγηση αυτής της βιοτής γίνεται δίχως τον κλασαυχενισμό των μοντέρνων μεθόδων. Τα σονέττα απλώς κολυμπούν στα κύματα των εξήντα χρόνων ενός ανθρώπου που δεν διαβουκόλησε ποτέ του κανέναν με το μελάνι του και τα φερσίματά του.
Σπουδαία αρετή
Στα ποιήματα του «Κρυπτόλεξου» κινείται όλος ο παπαδιαμαντικός κόσμος, που ξενυχτάει μαζί με τον ποιητή, τον Γέροντα. Στη φύση του Κοσμόπουλου είναι να γράφει πυρέσσοντας. Δεν θα ορκιζόμουν ότι η υψηλή θερμοκρασία του αφήνει πάντοτε αναλλοίωτα τα πράγματα, στους στίχους όμως αυτής της συλλογής τίποτε δεν έχει, εκούσια ή ακούσια, παραποιηθεί, και για μένα, φιλόλογο σχολαστικό και ευόργιστο με τις παρερμηνείες, αυτό είναι σπουδαία αρετή. Θα περιοριστώ σε δύο μόνο δείγματα του τρόπου με τον οποίο ο Κοσμόπουλος κινεί το παπαδιαμαντικό σύμπαν. Το δεύτερο σονέττο αρχίζει με τον στίχο: «Ανδρέα Καρακαβίτσα Γιάννη Βλαχογιάννη και το ένατο με τον παρόμοιο: «Μιλτιάδη Μαλακάση, Παύλε Νιρβάνα», όπου οι κλητικές προσφωνήσεις καθώς μαρτυρούν οι στίχοι που τις ακολουθούν, ούτε τη γραμματολογική σοφία του βιογράφου βεβαιώνουν ούτε τις σπουδαίες φιλίες του Παπαδιαμάντη προβάλλουν: Τα ονόματα του Ανδρέα Καρκαβίτσα και του Γιάννη Βλαχογιάννη ακολουθεί ο στίχος «πουλιά φωλιάσαν παιδιόθεν στην ψυχή μου», ενώ του Μιλτιάδη Μαλακάση και του Παύλου Νιρβάνα η παράκληση ή προτροπή «προσεύχεσθε και γρηγορείτε».
Ολοι οι προσφωνούμενοι είναι άλλης ιδιοσυγκρασίας -και γραφής, φυσικά- διαφορετικού προσανατολισμού και, συνακόλουθα, τρόπου ζωής. Ο Αλέξανδρος είναι λιβανισμένος, αλλά τους συναναστράφηκε αδεώς, εκείνοι σεβάστηκαν τα εκκλησιαστικά του, τον βοήθησαν το κατά δύναμη, συμπόνεσαν τα τελευταία δύστυχα χρόνια του, πόνεσαν για τον θάνατό του. Η μνεία τους φανερώνει πως ο Κοσμόπουλος θέλει να εκφέρουν εκείνοι τη σεπτή σορό.
Το δεύτερο δείγμα είναι ολόκληρο το ακροτελεύτιο σονέττο που διάβασα ήδη πέντε φορές – τη μια εκφώνως για να την ακούσει και η γυναίκα μου· αρχίζει με τον στίχο «Αυτός ο κόσμος δεν θα σβήσει, ούτε με κρότο ούτε με λυγμό». Δίκαιο αναποδογύρισμα -αφού είναι κόσμος της ευδοκίας- των στερνών στίχων του ελιοτικού ποιήματος «Οι Κούφιοι Ανθρωποι»: «Ετσι τελειώνει ο κόσμος / Οχι μ ένα βρόντο μα μ ένα λυγμό».
Παραθέτω τη δεύτερη στροφή από το σονέττο του Κοσμόπουλου:
«Μορφώ, Λενιώ, Φωλιώ, Θέκλα, Μελάγχρω κι Ασμινιώ / Πολύμνια, με τα μέλη μελιχρά συγχεόμενα / στο φέγγος της σελήνης, / μελίχρυσοι, χλοάζοντες λαιμοί, βόστρυχοι, πλόκαμοι νερών / νεόφυτοι κυπάρισσοι, προάγγελοι ενός τάφου της γαλήνης».
Η μεγάλη σύναξη
Ανακαλούνται πλάσματα που λαμπύρισαν στα διηγήματά του (και αμαρτία εξομολογημένη: Θα ήθελα να μην λείπουν από τη σύναξή τους οι θαλασσοδρομούσες, την αναμάρτητα παράφορη Λιαλιώ και την νυχτοπαντρεμένη Αρχοντώ λέγω), έρωτες επώδυνοι αλλ όχι ενήδονοι. Οντως «προάγγελοι», όχι μόνον ενός ατρικύμιστου τάφου, αλλά κυριότατα του άκρου εφετού, που ο Κοσμόπουλος ονοματίζει με τον τρόπο ενός παλαβωμένου εραστού, του Συμεών Νέου Θεολόγου, στην έσχατη στροφή του «Κρυπτόλεξου»:
«Εκλαψα. Αντάμα κυματίζουν φόβος, άγρια χαρά, ξενιτεμός, / αλλ όσο ζούσα, ετοιμαζόμουνα για τη μεγάλη επιστροφή. / Ερωτα των ερώτων ευδοκείς ώστε η καταστροφή / των λόγων, να είναι κάλεσμα. Τραπέζης ουρανίου τρυφή, / ο χαμός.»
«Ερωτα των ερώτων!» Περιττό να συνεχιστεί η δειγματοληψία. Ο Κοσμόπουλος έγραψε για τον Παπαδιαμάντη το καλύτερο ώς τώρα μοιρολόγι. Καλύτερο γιατί το τραγούδησε επ ελπίδι.
*Ο κ. Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος είναι φιλόλογος.