Από τις αρχές Φεβρουαρίου, σχεδόν κάθε βράδυ, ένα χέρι με υψωμένα τα τρία του δάχτυλα γεμίζει χρώμα και ελπίδα τον τοίχο μιας πολυκατοικίας κάπου στη Μιανμάρ. Αυτό το γκράφιτι, που είναι φτιαγμένο από φως, άρχισε να εμφανίζεται στις πόλεις σχεδόν ταυτόχρονα με την επιβολή του στρατιωτικού νόμου στη χώρα. Κανείς δεν γνωρίζει τον δημιουργό του, ούτε πότε θα προβληθεί ξανά στην πλευρά κάποιου κτιρίου. Απλώς ξεπετάγεται μέσα από το σκοτάδι, ένα επαναστατικό σύμβολο που εμψυχώνει όσους αντιστέκονται στο πραξικόπημα, το οποίο για άλλη μια φορά στην πρόσφατη ιστορία της Μιανμάρ κατέλυσε τη δημοκρατία.
Οπλισμένοι με πινέλα, σπρέι, ποιήματα, memes (μιμίδια) και τραγούδια, εκείνοι που αντιστέκονται βγαίνουν στους δρόμους. Ζωγραφίζουν, χορεύουν, τυπώνουν σε μπλουζάκια δυναμικές εικόνες που οι ανεξάρτητοι γραφίστες από όλο τον κόσμο τούς προσφέρουν, σχεδιάζουν γελοιογραφίες. Ενα από τα πιο δημοφιλή σχέδια είναι εκείνο με τα τρία δάχτυλα που «κοιτούν» τον ουρανό, επαναστατικός χαιρετισμός που προέρχεται από τη δημοφιλή ταινία «The Hunger Games». Αυτό το χέρι σχεδιάστηκε δεκάδες φορές, από διαφορετικό καλλιτέχνη, δημιουργώντας ένα μωσαϊκό περιφρόνησης που εξοργίζει τους στρατηγούς, για τη διαδικτυακή ομάδα «Art for Freedom» που γεννήθηκε μέσα από τα πρόσφατα γεγονότα.
«Η τέχνη λειτουργεί ως κάτοπτρο που απορροφά και εκπέμπει τους κοινωνικούς κραδασμούς», λέει η ιστορικός τέχνης – αν. διευθύντρια MOMus – Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, Συραγώ Τσιάρα, στη συζήτησή μας με αφορμή την αντίσταση μέσω της τέχνης στη Μιανμάρ. «Οταν αναζητούμε το πνεύμα μιας εποχής, τις κυρίαρχες ή αναδυόμενες αντιλήψεις, ανατρέχουμε σε κάθε είδους καλλιτεχνική έκφραση για να βρούμε τα ίχνη μιας αυθεντικής καταγραφής στον λόγο ή στην εικόνα. Σε πολλά κινήματα της πρωτοπορίας, όπως το νταντά, ο φουτουρισμός και ο κονστρουκτιβισμός, διαπιστώνουμε την ισχυρή διασύνδεση της τέχνης με την πολιτική, ενώ σε ανελεύθερα και αυταρχικά καθεστώτα η τέχνη λειτουργεί ως μέσο αντίστασης, όχημα κοινωνικής διαμαρτυρίας και επαναστατικής αλλαγής με ισχυρή επιδραστικότητα», σχολιάζει.
Τον Ιούνιο του 1989, ο Kινέζος καλλιτέχνης Σενγκ Κι έκοψε το μικρό δάχτυλο του αριστερού χεριού του διαμαρτυρόμενος εμπράκτως για τα γεγονότα της πλατείας Τιενανμέν και έκτοτε ενσωμάτωσε την εικόνα του αυτοακρωτηριασμού στη ζωγραφική, στην περφόρμανς, στη γλυπτική και στη φωτογραφία. Η Iρανή Τζίνος Tαγκιζατέχ διασώζει την ανεπίσημη μνήμη των θυμάτων πολιτικών διώξεων στη χώρα της εκτυπώνοντας τα πορτρέτα τους στην πίσω όψη γραμματοσήμων. Και οι δύο καλλιτέχνες συμμετείχαν στη 2η Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης με τίτλο «Πράξις. Τέχνη σε αβέβαιους καιρούς» (2009).
«Η τέχνη συμπορεύθηκε με τα ριζοσπαστικά κινήματα διεκδίκησης πολιτικών δικαιωμάτων για τους έγχρωμους, τις μειονότητες, τις γυναίκες στις δεκαετίες του ’60 και του ’70, ενώ στις μέρες μας, η οικονομική κρίση, οι φυλετικές διακρίσεις, οι διευρυμένες κοινωνικές ανισότητες και το προσφυγικό ζήτημα αποτελούν σταθερούς τόπους αναφοράς στο έργο καλλιτεχνών που υιοθετούν μια ενεργή πολιτική στάση», λέει η κ. Τσιάρα. Πρόσφατα, τον Ιούλιο του 2020, ο γλύπτης Μαρκ Κουίν, ένας από τους διασημότερους Βρετανούς καλλιτέχνες, φιλοτέχνησε το άγαλμα της Τζεν Ρέιντ (Jen Reid), διαδηλώτριας του κινήματος Black Lives Matter. Το γλυπτό στήθηκε από τους διαδηλωτές στο βάθρο που έμεινε γυμνό μετά την αποκαθήλωση του ανδριάντα του δουλεμπόρου Εντουαρντ Κόλστον στο Μπρίστολ. «Για τον Κουίν, η φιλοτέχνηση του γλυπτού της διαδηλώτριας ήταν μια αυθόρμητη κίνηση ανταπόκρισης στη θαρραλέα και αποφασιστική στάση της, επιδιώκοντας να προσδώσει μια συμπαγή υλική μορφή στον αγώνα ενάντια στις φυλετικές διακρίσεις και στην ανισότητα», σχολιάζει η ιστορικός τέχνης.
Οπως άλλωστε δηλώνει ο καλλιτέχνης στην ιστοσελίδα του, η πρόθεσή του δεν έχει τον χαρακτήρα μόνιμης παρέμβασης στον δημόσιο χώρο, αλλά αποτελεί μια χειρονομία ενδυνάμωσης του ακτιβιστικού κινήματος στη μνήμη του Τζορτζ Φλόιντ και όσων πολιτών πέφτουν θύματα της φυλετικής βίας και της αστυνομικής αυθαιρεσίας.