Στα όρια της ύπαρξης, χωρίς κάθαρση

Η «Νύχτα της Κουκουβάγιας» του Γιώργου Διαλεγμένου, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Αγαρτζίδη - Δέσποινας Αναστάσογλου, στο Bios

3' 45" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τολμηρό και ενδιαφέρον το εγχείρημα της θεατρικής ομάδας Elephas Tiliensis να συστήσει εκ νέου στο κοινό ένα θεατρικό έργο που καθήλωσε θεατές και κριτικούς όταν σκηνοθετήθηκε το 1998 από τον Λευτέρη Βογιατζή στη μαγική και ονειρική Σκηνή της Οδού Κυκλάδων. Η γκροτέσκα ερμηνεία του Βογιατζή στον ρόλο του 75χρονου Ιωνα, τη στιγμή της καρδιακής προσβολής, την ώρα που εξηγεί στο τηλέφωνο τη διαδικασία συλλογής των οστών μετά την εκταφή ενός εκλιπόντος, είναι σημείο αναφοράς για κάθε μάθημα υποκριτικής ή σκηνοθετικής εργασίας.

Η περίπτωση του Γιώργου Διαλεγμένου είναι ιδιαίτερη καθώς ο ίδιος αντιδρά με τη διπλή ιδιότητα, του ηθοποιού και του συγγραφέα, και αυτή η ιδιότητα αποκαλύπτεται στις λεπτομερείς σκηνικές οδηγίες των έργων του. Η «Νύχτα της Κουκουβάγιας» περιέχει όλους τους φόβους και τις εμμονές του για τη φθορά, τη σήψη, τον θάνατο, θεματικά μοτίβα ενταγμένα ωστόσο σε ένα περιβάλλον δραματουργικό, εντελώς καινούργιο εν σχέσει με τα προηγούμενα θεατρικά του. Απουσιάζουν οι αιχμές για το κοινωνικό κατεστημένο, οι τόνοι της πλήξης που προκαλεί η μιζέρια της καθημερινότητας, οι ωμές αναφορές στην πολιτική εξουσία. Αφήνει κατά μέρος τις μικροαστικές φιγούρες και τις περιθωριακές μορφές («Μάνα, Μητέρα, Μαμά», «Χάσαμε τη θεία, Στοπ!») και εστιάζει στη στιγμή του τέλους της ύπαρξης. Σε μια δραματική ανάπτυξη που δεν θυμίζει κάποια γνωστή στο νεοελληνικό θέατρο συνθετική δομή, οργανώνεται ένας διάλογος ανάμεσα στην αντικειμενική πραγματικότητα, όπως τη βιώνει ο Ιων τη στιγμή που πεθαίνει και στην αιφνιδιαστική ανατροπή της από τη μνήμη του παρελθόντος.

Το σκηνικό εκπλήσσει με τις πολλαπλές εναλλαγές του, η δράση δεν οργανώνεται σε πράξεις, σκηνές ή εικόνες αλλά εκτυλίσσεται σε πέντε διαφορετικούς χώρους από το τμήμα απολεσθέντων οστών ενός νεκροταφείου όπου εργάζεται ο Ιων, ως το ακαθόριστο σύμπαν της μεταθανάτιας ζωής.

Η «Νύχτα της Κουκουβάγιας» είναι η τελευταία νύχτα του πρωταγωνιστή. Νεκρός πια διαβάζει τη βεβαίωση του θανάτου του, προκειμένου και ο ίδιος να πιστέψει ότι είναι νεκρός. Στην πραγματικότητα η συνείδηση του Ιωνα δεν βρίσκεται στο κρεβάτι της εντατικής αλλά παίζει ένα εφιαλτικό παιχνίδι με τον χρόνο. Η τεχνική ανάκλησης των βιωμάτων από το παρελθόν ενεργοποιείται και η μνήμη στέκεται σε ένα μόνο περιστατικό από τη ζωή του Ιωνα, στην παράνομη ερωτική σχέση του με την Πελαγία, στην προδοσία αυτής της σχέσης, μια προδοσία που οδήγησε την Πελαγία στην αυτοκτονία. Ο Διαλεγμένος στρέφεται στο θέμα της ύπαρξης και συλλαμβάνει μία μόνο στιγμή από τα αδιέξοδά της, τη στιγμή της τύψης, της ενοχής, και όλων των βασανιστικών εκδοχών της. Από τη μια μεριά, σκιαγραφείται ο θηλυκός ερωτικός ρόλος και από την άλλη αποκαλύπτεται η μικροψυχία και δειλία του ανδρικού, η αδυναμία του να ξεπεράσει τις κοινωνικές συμβάσεις και να αναλάβει το ρίσκο του παράνομου έρωτα.

Oι σκηνοθέτες παρακολούθησαν όλα τα σημεία της δράσης, αλλά δεν εμβάθυναν στον εσωτερικό κόσμο των δραματικών προσώπων.

Οι σκηνοθέτες Δημήτρης Αγαρτζίδης και Δέσποινα Αναστάσογλου ξετύλιξαν προσεκτικά το νήμα της δραματικής πλοκής από τη στιγμή του θανάτου ώς τη συνάντηση του Ιωνα (Εκτορας Λυγίζος) με την Πελαγία (Παρασκευή Δουρουκλάκη) στην άλλη ζωή. Παρακολούθησαν όλα τα σημεία της δράσης αλλά δεν εμβάθυναν στον εσωτερικό κόσμο των δραματικών προσώπων, δεν επέτρεψαν στον θεατή να αιωρηθεί ανάμεσα στη ζωή και στον θάνατο, ανάμεσα στην τύψη και στην εξιλέωσή της. Η μπανιέρα, το μικρόφωνο, τα διάφανα διαχωριστικά εν είδει κουρτίνας στο βάθος, τα οργανωμένα χορευτικά σύνολα, οι άχρωμοι φωτισμοί, τα μαύρα γυαλιά, το γυμνό, συνιστούν ευρήματα που δεν αιτιολογούνται στο σύνολό τους από την ποιητικά ρεαλιστική υφή του έργου. Τα σκηνικά αξεσουάρ δεν αποδεικνύονται στην πράξη τα πιο κατάλληλα για την ανάδειξη ενός «εφιαλτικού κλίματος». O Εκτορας Λυγίζος είναι ο μόνος ηθοποιός που απέδωσε με εσωτερική πληρότητα την ιδιοσυγκρασία του Ιωνα, και απέδωσε με «εμμονή στη λεπτομέρεια» τις πτυχές της ιδιοσυγκρασίας του. Η υποκριτική γραμμή του, φωνητική και σωματική, αποτελεί το ισχυρό πλεονέκτημα της παράστασης. Με τον λόγο, τις χειρονομίες και τις κινήσεις του σώματός του, προσπαθεί να εξισορροπήσει τα κενά της υποκριτικής του συνόλου και της αμήχανης σκηνοθετικής διαχείρισης του δραματουργικού υλικού, διασφαλίζοντας μία ενότητα ύφους, κυρίως στη δυνατή σκηνή ανάμεσα στον σύζυγο και στον εραστή. Εξυπνες οι αναφορές του στον Λευτέρη Βογιατζή, έκλεισε εύστοχα το μάτι στους υποψιασμένους θεατές.

Στη «Νύχτα της Κουκουβάγιας» δεν υπάρχει κάθαρση. Αυτή η νοσταλγικά ανακλητική νύχτα της πραγματικότητας του μεσοπολέμου, αφήνει ανοιχτά ερωτήματα: Από πού πηγάζει η ενοχή του Ιωνα; Είναι ένα ψυχολογικό βάρος απέναντι στον θάνατο μιας εικοσιεξάχρονης κοπέλας; Ηταν πραγματικά ερωτευμένος και πρόδωσε ουσιαστικά τον εαυτό του ή είναι απλώς ο υπαρξιακός φόβος του θανάτου, της νέμεσης στην άλλη ζωή που τον ωθεί στο να ζητήσει συγχώρεση;

* Η κ. Ρέα Γρηγορίου είναι διδάκτωρ Ιστορίας – Δραματολογίας και καθηγήτρια στο Τμήμα «Ελληνικός Πολιτισμός» του ΕΑΠ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT