Υπάρχει ένας βαθμός δυσκολίας όταν πρέπει να αποφασιστεί ποιού είδους εισαγωγή θα συνοδεύσει το κείμενο για την επέτειο των 100 χρόνων από την πρώτη εκπομπή του BBC. Μπορεί να χρησιμοποιήσει το τραγούδι They All Laughed που σε μουσική Τζορτζ Γκέρσουϊν τραγούδησε η Τζίντζερ Ρότζερς στην ταινία Shall We Dance του 1937, αναφέροντας τον στίχο They told Marconi wireless was a phony (είπαν στον Μαρκόνι ότι η ασύρματη επικοινωνία ήταν μια απάτη) αφού στο στούντιο του Μαρκόνι στο Λονδίνο ξεκίνησαν οι καθημερινές εκπομπές του BBC στις 14 Νοεμβρίου 1922.
Η, μπορεί να χρησιμοποιήσει τη σκηνή με τα πλήθη των Βρετανών έξω από τα μεγάλα πολυκαταστήματα τη στιγμή που τα μεγάφωνα αναμετέδιδαν τη φωνή του βασιλιά Γεωργίου Ε’, παππού της Ελισάβετ, όταν ακούστηκε για πρώτη φορά στο ραδιόφωνο κατά τη διάρκεια μιας εκπομπής από την έκθεση της Βρετανικής Αυτοκρατορίας στο Γουέμπλεϊ το 1924.
Μπορεί βέβαια πάντα να χρησιμοποιηθεί η κλασική συνταγή, με την αναφορά του –ουσιαστικά ιδρυτή- 33χρονου Τζον Ράϊτ, ενός Σκωτσέζου μηχανικού από τη Γλασκώβη, γυιό πρεσβυτεριανού ιερέα, ο οποίος δεν είχε την παραμικρή ιδέα περί ραδιοτηλεόρασης όταν απάντησε σε μια αγγελία της εφημερίδας The Morning Post για τη θέση του γενικού διευθυντή για μια, μη διαμορφωμένη ακόμη, Βρετανική Ραδιοφωνική Εταιρεία το 1922. Βέβαια, είχε εμπειρία ως διευθυντής εταιρειών, εργοστασίων και άντεχε τις προκλήσεις. Οταν, στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, είχε τραυματιστεί σοβαρά από σφαίρα ελεύθερου σκοπευτή στο αριστερό μάγουλο, και ενώ βρισκόταν στο φορείο, φέρεται να μουρμούρισε: “Είμαι πολύ θυμωμένος και χάλασα έναν καινούργιο χιτώνα”. Από την άλλη, εκείνον τον καιρό, εργαζόταν και ως γραμματέας της ομάδας των συντηρητικών βουλευτών του Λονδίνου. Τελοσπάντων, προσελήφθη, οπότε έριξε μια ματιά δυτικά, στο ανεξέλεγκτο, εμπορικό ραδιόφωνο της Αμερικής και μετά ανατολικά, στο αυστηρά ελεγχόμενο κρατικό σύστημα της νεοσύστατης Σοβιετικής Ένωσης. Αποφάσισε να δημιουργήσει έναν ανεξάρτητο ραδιοφωνικό -και εντός ολίγου τηλεοπτικό- φορέα, ικανό να εκπαιδεύει, να ενημερώνει και να ψυχαγωγεί ολόκληρο το βρετανικό έθνος, απαλλαγμένο από πολιτικές παρεμβάσεις και εμπορικές πιέσεις. Το μότο του: “να φέρει το καλύτερο από όλα σε όσο το δυνατόν περισσότερα σπίτια”. Οι εφημερίδες, όμως, αρνούνταν να δημοσιεύσουν τους χρόνους μετάδοσης των ραδιοφωνικών προγραμμάτων, από το φόβο τους ότι θα επηρεάζονταν οι πωλήσεις τους αν το ραδιόφωνο γινόταν πολύ δημοφιλές, παρόλο που το νεοσύστατο BBC επικέντρωνε στον πολιτισμό. Μετέδιδε θεατρικά έργα, συναυλίες λαϊκής και κλασικής μουσικής, ομιλίες αλλά ποτέ ειδήσεις πριν τις 7 το απόγευμα ακριβώς για να μην διαταραχθούν οι πωλήσεις των εφημερίδων.
Στο μποϊκοτάζ των εφημερίδων, ο Τζον Ράϊτ απάντησε, το Σεπτέμβριο του 1923, με την έκδοση του εβδομαδιαίου περιοδικού του BBC “Radio Times”. Οι σελίδες του αντανακλούσαν τον τρόπο με τον οποίο το ραδιόφωνο επηρέαζε τη ζωή των ανθρώπων. Το 1925 η ακρόαση του BBC ήταν δυνατή σχεδόν από όλη τη Βρετανία και η καινοτομία ενός ταχυδρομικού τέλους δέκα σελινίων, από τα οποία τα μισά πήγαιναν στο BBC, εξασφάλισε ότι ο φορέας δεν εξαρτιόταν οικονομικά από την εκάστοτε κυβέρνηση ούτε από τα διαφημιστικά έσοδα. Oh well…το 1926, όταν η Συνομοσπονδία Εργατών κάλεσε σε γενική απεργία προκειμένου να αποτρέψει τη μείωση των μισθών για τους ανθρακωρύχους, το BBC συγκρούστηκε με την πραγματικότητα και την κυβέρνηση για την ανεξαρτησία της σύνταξης. Από τις 4 έως τις 12 Μαίου συγκρούονταν περίπου όλοι με όλους και όχι απαραίτητα με βάση το τυπικό της ιδεολογίας τους. Οι ηγέτες του Βρετανικού Εργατικού Κόμματος, για παράδειγμα, δεν ήταν ευτυχείς με τη γενική απεργία, επειδή γνώριζαν τα “επαναστατικά” στοιχεία στο συνδικαλιστικό κίνημα και τη ζημιά που θα προκαλούσε η Συνομοσπονδία στη φήμη του κόμματος, και ο βασιλιάς Γεώργιος Ε΄ προσπαθώντας να σταθεροποιήσει την κατάσταση και να δημιουργήσει κάποια ισορροπία είπε: “Δοκιμάστε να ζήσετε με τους μισθούς τους πριν τους κρίνετε”. Ο τέταρτος κύκλος της τηλεοπτικής σειράς Peaky Blinders του BBC2 που πολλοί είδαμε στο Netflix, διαδραματίζεται στην περίοδο αμέσως πριν και κατά τη διάρκεια της απεργίας και δίνει έμφαση στη συμμετοχή “επαναστατικών κομμουνιστικών στοιχείων”, όπως η Τζέσι Ιντεν.
Χωρίς να εκδίδονται εφημερίδες λόγω της απεργίας των τυπογράφων, η Βρετανία στράφηκε, όχι για τελευταία φορά σε περιόδους εθνικής αναταραχής, στο BBC. Ο τότε υπουργός Οικονομικών Ουίνστον Τσόρτσιλ, τάχθηκε υπέρ της ανάληψης του BBC από την κυβέρνηση, αλλά ο πρωθυπουργός Στάνλεϊ Μπάλντουιν και ο Ράιθ αντιστάθηκαν. Αν και η κάλυψη της απεργίας από το BBC ήταν προσεκτική και κάθε άλλο παρά ολοκληρωμένη, οι ιστορικοί θεωρούν ότι ήταν αρκετά δίκαιη και αυτή η “αντίσταση κατά των αρχών” καθόρισε εν πολλοίς το στίγμα του BBC στην ειδησεογραφία. Ο Τζόρτζ Οργουελ, ραδιοφωνικός παραγωγός και σχολιαστής από το 1941 έως το 1943, που διαμόρφωσε το περίφημο έργο του “1984” με βάση τη λογοκρισία και τη γραφειοκρατία που αντιμετώπισε στο ραδιοτηλεοπτικό μέγαρο κατά τη διάρκεια του πολέμου, απαραίτητες για την ασφάλεια των Αμυντικών Δυνάμεων αλλά και το ηθικό των ανθρώπων, είπε το 1944 ότι “η φράση “το άκουσα στο BBC” σήμαινε πλέον “ξέρω ότι πρέπει να είναι αλήθεια”.
H καινοτομία ενός ταχυδρομικού τέλους 5 σελινίων εξασφάλισε ότι ο φορέας δεν εξαρτιόταν οικονομικά από την εκάστοτε κυβέρνηση ούτε από τα διαφημιστικά έσοδα.
Ο βασιλιάς Γεώργιος Ε΄ έγινε ο πρώτος Βρετανός μονάρχης που έκανε ραδιοφωνική εκπομπή τα Χριστούγεννα του 1932 διαβάζοντας τα λόγια που είχε γράψει γι΄αυτόν ο διάσημος συγγραφέας Ράντγιαρντ Κίπλινγκ: “Μιλάω τώρα από το σπίτι μου και από την καρδιά μου σε όλους σας- σε άνδρες και γυναίκες τόσο αποκομμένους από τα χιόνια, την έρημο ή τη θάλασσα, που μόνο φωνές από τον αέρα μπορούν να τους φτάσουν.” Η φωνή του ακούστηκε για πρώτη φορά από εκατομμύρια ανθρώπους ταυτόχρονα και αυτή η πρωτοποριακή στιγμή χρησιμοποιήθηκε για να εγκαινιάσει την έναρξη της υπηρεσίας BBC Empire Service, του προδρόμου της Παγκόσμιας Υπηρεσίας του BBC.
Η πρώτη ξενόγλωσση υπηρεσία ήταν η αραβική, η οποία εισήχθη το 1938 και παραμονές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, εγκαινιάστηκαν υπηρεσίες προς την Ευρώπη στα γαλλικά, γερμανικά, ιταλικά, πορτογαλικά, ισπανικά και ελληνικά.
Οι δύο εισαγωγικές λέξεις “Εδώ Λονδίνο” θα γίνονταν συνώνυμες όχι μόνον της ενημέρωσης και της ελπίδας για τους ακροατές σε ολόκληρη την κατεχόμενη Ευρώπη –η εικόνα της κρυφής, αγωνιώδους ακρόασης υπάρχει σε όλες σχεδόν τις ταινίες με θέμα τον Β’ Παγκόσμιο και τη γερμανική κατοχή- αλλά και της διαβίβασης μηνυμάτων στις αντιστασιακές ομάδες. Από εκεί ο στρατηγός ντε Γκωλ κάλεσε και οργάνωσε την αντίσταση των Γάλλων, από εκεί ο Τσώρτσιλ ο οποίος δεν είχε καμία αγάπη για το BBC τη δεκαετία του ’30, όταν ουσιαστικά τον μποϊκοτάριζαν, έδωσε τις πιό εμπνευσμένες ομιλίες του, όπως την πιό γνωστή σε μας: Θα υπερασπιστούμε το νησί μας, όποιο κι αν είναι το κόστος, θα πολεμήσουμε στις παραλίες, θα πολεμήσουμε στα πεδία απόβασης, θα πολεμήσουμε στα χωράφια και στους δρόμους… δεν θα παραδοθούμε ποτέ και αυτή της 18ης Ιουνίου 1940, γνωστή με τις τελευταίες λέξεις “Αυτή ήταν η καλύτερη ώρα τους…”: Περιμένω ότι η μάχη της Βρετανίας πρόκειται να ξεκινήσει. Από αυτή τη μάχη εξαρτάται η επιβίωση του χριστιανικού πολιτισμού […] Ο Χίτλερ γνωρίζει ότι θα πρέπει να μας τσακίσει σε αυτό το νησί ή να χάσει τον πόλεμο. Αν μπορέσουμε να του αντισταθούμε, όλη η Ευρώπη μπορεί να είναι ελεύθερη και η ζωή του κόσμου μπορεί να προχωρήσει προς τα εμπρός σε πλατιές, ηλιόλουστες εκτάσεις. Αλλά αν αποτύχουμε, τότε ολόκληρος ο κόσμος, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών, συμπεριλαμβανομένων όλων όσων γνωρίσαμε και νοιαστήκαμε, θα βυθιστεί στην άβυσσο μιας νέας Σκοτεινής Εποχής […] Ας στηριχτούμε λοιπόν στα καθήκοντά μας και ας αντέξουμε έτσι ώστε, αν η Βρετανική Αυτοκρατορία και η Κοινοπολιτεία της διαρκέσουν χίλια χρόνια, οι άνθρωποι θα λένε ακόμα: “Αυτή ήταν η καλύτερη ώρα τους”.
Κι εδώ που τα λέμε…πράγματι.
Μέχρι το τέλος του πολέμου, το BBC εξέπεμπε σε 40 γλώσσες. Ο υπουργός προπαγάνδας της ναζιστικής Γερμανίας, Γιόζεφ Γκέμπελς, λέγεται ότι παραδέχτηκε ότι το ραδιόφωνο του BBC είχε κερδίσει την “πνευματική εισβολή” στην Ευρώπη.
Την 1η Οκτωβρίου 1967 ο Ραδιοφωνικός Σταθμός Αθηνών χαρακτηρίζει το BBC «φωλέα κομμουνιστικής προπαγάνδας απ’ όπου εκτοξεύονται ασύστολα ψεύδη». Το “Εδώ Λονδίνο” είχε γίνει και πάλι η κρυφή ενημέρωση των Ελλήνων: “Ακουγα κάθε μέρα, πρωί, μεσημέρι, βράδυ, μεσάνυχτα…για μένα ήταν σύντροφος και παρηγοριά» απάντησε, όταν την εποχή της δικτατορίας βρέθηκε στο εξωτερικό η Ελένη Βλάχου, στην ερώτηση αν άκουγε συχνά στην Ελλάδα το BBC. Και μέσω της Ελληνικής Υπηρεσίας του BBC απευθύνει στις 28 Μαρτίου του 1969 την ιστορική δήλωσή του κατά της χούντας ο Γιώργος Σεφέρης, βγαίνοντας από τη σιωπή που του καταλόγιζαν.
Η τηλεόραση
Παράλληλα με τον θρίαμβο του ραδιοφώνου, από το 1929 το BBC προσπαθεί να εκπέμψει τηλεοπτικά και το 1936 εγκαινιάζει την πρώτη τακτική υπηρεσία τηλεόρασης υψηλής ευκρίνειας στον κόσμο, από το Alexandra Palace στο βόρειο Λονδίνο, γνωστό και ως “Ally Pally”, η οποία όμως, αν και πρόλαβε να αποτυπώσει την επιστροφή του πρωθυπουργού Neville Chamberlain μετά την ιστορική συνάντηση του Μονάχου με τον Χίτλερ, θα παραμείνει κλειστή σε όλη τη διάρκεια του πολέμου.
“Λοιπόν, κύριοι, τώρα έχετε εφεύρει το μεγαλύτερο εργαλείο σπατάλης χρόνου όλων των εποχών. Χρησιμοποιήστε το καλά.” είπε ο Αϊζακ Σένμπεργκ, Βρετανός λευκορωσικής καταγωγής, γενικός διευθυντής της εταιρείας Μαρκόνι και τότε επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας που ανέπτυξε τη γραμμή 405 (σύστημα Marconi-EMI), το πρώτο πλήρως ηλεκτρονικό τηλεοπτικό σύστημα που χρησιμοποιήθηκε σε κανονικές εκπομπές, όταν εισήχθη με την Τηλεοπτική Υπηρεσία του BBC και αργότερα υιοθετήθηκε από άλλους τηλεοπτικούς οργανισμούς σε όλο τον κόσμο.
Το 1950 ο προϋπολογισμός για την τηλεόραση του BBC ήταν ένα κλάσμα του προϋπολογισμού του ραδιοφώνου. Όμως ένα και μόνο γεγονός μεταμόρφωσε τη δημοτικότητα της τηλεόρασης: Η στέψη της βασίλισσας Ελισάβετ Β’ στις 2 Ιουνίου 1953 στο Αβαείο του Ουέστμινστερ. Ποτέ πριν δεν είχε δοθεί άδεια για τηλεοπτικές κάμερες στο Αβαείο. Κάποιοι μάλιστα θεώρησαν ότι ήταν λάθος να παρακολουθούν οι άνθρωποι μια τόσο επίσημη περίσταση πίνοντας τσάι στο σαλόνι τους. Υπολογίζεται ότι 20 εκατομμύρια τηλεθεατές είδαν τη στέψη της νεαρής βασίλισσας, οι περισσότεροι από αυτούς έξω από τα σπίτια τους. Ηταν η πρώτη φορά που το τηλεοπτικό κοινό ξεπέρασε σε μέγεθος τους ραδιοφωνικούς ακροατές και από τον Ιούλιο του 1967 θα τα έβλεπαν όλα…έγχρωμα.
Ο πολιτισμός
Η έμφαση στον πολιτισμό και στην εκπαίδευση που συνόδευσαν την ίδρυση του BBC (μέσα σε μια πενταετία από την ίδρυσή του οι σχολικές εκπομπές ακούγονταν σε περισσότερα από 8.000 σχολεία), δεν θα έμπαινε ποτέ στο περιθώριο ακόμα κι όταν ο φορέας απέκτησε τη στιβαρή θέση του στην ειδησεογραφία. Στη δεκαετία του ’30 είχε ήδη εξελιχθεί σε έναν σημαντικό προστάτη των τεχνών αναθέτοντας έργα σε μουσικούς δημιουργούς και δραματουργούς. Ο Γκούσταβ Χολστ ήταν ο πρώτος συνθέτης στον οποίον ανέθεσε το BBC. Το έργο του The Morning of the Year ολοκληρώθηκε το 1927, τη χρονιά που το BBC μετέδωσε την πρώτη του “συναυλία περιπάτου” (Promenade Concert) στον απόηχο των μουσικών παραστάσεων στους κήπους αναψυχής του Λονδίνου του 18ου και του 19ου αιώνα, όπου το κοινό περπατούσε ακούγοντας τη μουσική. Η Συμφωνική Ορχήστρα του BBC ιδρύθηκε το 1930. Το πρώτο ποίημα του Ντύλαν Τόμας διαβάστηκε στο ραδιόφωνο το 1933 -ένα από τα νικητήρια του BBC σε διαγωνισμό 11.000 συμμετεχόντων. Ο ποιητής παρήγαγε κλασικά ραδιοφωνικά έργα, όπως το Early One Morning και το Return Journey, παρά τις συνεχείς προσωπικές μάχες με το χρήμα και το αλκοόλ. Το Under Milk Wood, που μεταδόθηκε μετά το θάνατό του, περιγράφηκε ως “ένα από τα μεγαλύτερα γεγονότα για το ανθρώπινο αυτί”.
Ο θεατρικός συγγραφέας Τζόρτζ Μπέρναρντ Σο, λάτρης του ραδιοφώνου, έδινε ομιλίες στο ραδιόφωνο και ήταν μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής του BBC για τη χρήση της αγγλικής γλώσσας. Ασκούσε τακτικά κριτική στις παραγωγές -ιδιαίτερα στα δικά του έργα. Για ένα από αυτά, έγραψε: “Αν ο παραγωγός δεν έχει ήδη πυροβοληθεί, θα πληρώσω για τα φυσίγγια”.
Ο Σάμιουελ Μπέκετ ήταν συνεργάτης για περισσότερα από 30 χρόνια. Έγραψε το “All That Fall” ως ειδική παραγγελία για το BBC. Το έργο μεταδόθηκε το 1957 και η σειρά των ηχητικών εφέ του οδήγησε στη δημιουργία του BBC Radiophonic Workshop. Ακολούθησαν πάνω από δύο δωδεκάδες ραδιοφωνικά έργα, συμπεριλαμβανομένων ποιημάτων, πεζών αναγνώσεων και θεατρικών έργων. Ορισμένα έργα προσαρμόστηκαν επίσης για την τηλεόραση, αν και ο Μπέκετ πίστευε ότι αυτό ήταν το λάθος μέσο για το έργο του.
Το 1948, εγκαινιάζοντας τη διάσημη σειρά διαλέξεων του πρώην διευθυντή Τζον Ράιτ –είχε παραιτηθεί το 1938- ο φιλόσοφος Μπέρτραντ Ράσελ συζητούσε με τον ρωμαιοκαθολικό ιησουίτη ιερέα, φιλόσοφο και ιστορικό Φρέντερικ Κόπλεστον, περί της υπάρξεως του Θεού.
Το 1970 το BBC και το Ανοικτό Πανεπιστήμιο ενώνουν τις δυνάμεις τους μεταμορφώνοντας την πρόσβαση στην πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Ηταν η υλοποίηση της επιθυμίας και των προσπαθειών του πρωθυπουργού Χάρολντ Γουίλσον τη δεκαετία του 1960, να “ανοίξει” τη μάθηση σε όλον τον κόσμο. Ο συνδυασμός πρωινών και βραδινών εκπομπών με γραπτό υλικό, έγινε διεθνές μοντέλο για την εκπαίδευση εξ αποστάσεως.
Δεν θα αναφερθούμε στα σκάνδαλα που, κατά καιρούς, ταλάνισαν το οικοδόμημα, οδηγώντας στη δημιουργία ακόμα περισσότερων ασφαλιστικών δικλείδων για τη λειτουργία του με βάση τους σχετικούς κανόνες δεοντολογίας. Εξάλλου, τα αναφέρουν οι ίδιοι στο αφιέρωμά τους για τα 100 χρόνια, ενισχύοντας εντυπώσεις, πεποιθήσεις αλλά και την κατάταξη από διεθνείς οργανισμούς fact checking που το περιλαμβάνουν στα μέσα με υψηλό βαθμό αξιοπιστίας. Οι Βρετανοί κατάφεραν να δημιουργήσουν έναν εθνικό ραδιοτηλεοπτικό φορέα, η σφραγίδα του οποίου στις κάθε είδους παραγωγές να ταυτίζεται με την ποιότητα και το όνομα BBC -μαζί με το Reuters- να αποτελεί τη μετωνυμία της Είδησης.