Ο συγγραφέας και ο ωτοστοπέρ

Ενα αφήγημα ταξιδιωτικό, περιπλανητικό σε συναπαντήματα και σχέσεις που γίνονται πάντα βιαστικά, πάντα στον δρόμο

5' 28" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

SYLVAIN PRUDHOMME
Στους δρόμους
μτφρ. Εφη Κορομηλά, 2020,
εκδ. Στερέωμα, σελ. 320

«Εμείς που δεν ξέρουμε πώς να ζήσουμε, και που δεν μας αρέσει η μποέμικη ζωή». Με αυτή τη φράση κλείνει το απόσπασμα από το βιβλίο του Φράνσις Πονζ, «Για έναν Μαλέρμπ», που παραθέτει ο Συλβάν Προυντόμ, στις πρώτες είκοσι σελίδες του μυθιστορήματός του με τίτλο «Στους δρόμους» από τις εκδόσεις Στερέωμα (μετάφραση: Εφη Κορομηλά).

Μεσήλικας συγγραφέας μετακομίζει στη νότια Γαλλία αναζητώντας έμπνευση, συναντά έναν παλιό του φίλο και τα φτιάχνει με τη γυναίκα του.

Δεν είναι ο μοναδικός αγαπημένος συγγραφέας του Προυντόμ, που μνημονεύεται στους «Δρόμους» του. Συχνά-πυκνά περνούν από τις σελίδες ονόματα συγγραφέων, φράσεις από τα έργα τους, οι υποθέσεις τους. Αλλωστε, όπως είχε πει κι ο Μπόρχες, «κάθε συγγραφέας δημιουργεί τους προδρόμους του» και ο Προυντόμ δεν διστάζει στιγμή να τους εμφανίζει με την πρώτη ευκαιρία και να τους παραδώσει στη διάθεση του πρόθυμου να βρει το νήμα αναγνώστη.

Συχνά, όταν ανακοινώνουμε στον περίγυρο ότι διαβάζουμε ένα ενδιαφέρον βιβλίο, μας ζητούν να αφηγηθούμε εν συντομία την ιστορία. Εδώ, στην περίπτωση των «Δρόμων», δεν χρειάζεται να συνοψίσουμε την ιστορία, η ιστορία, όχι η εξέλιξή της, εξαρχής είναι συνοψισμένη, σε αδρές γραμμές θα μπορούσε να θεωρηθεί ένα εμπλουτισμένο σκαρίφημα.

Ο αφηγητής και ήρωας είναι ένας μεσήλικας συγγραφέας, που αισθάνεται άβολα με την έως τότε ζωή του και μετακομίζει σε μια επαρχιακή πόλη στη νότια Γαλλία, αναζητώντας τη χαμένη του έμπνευση και την ανασυγκρότηση μέσω της διάλυσης, συνδέοντας τις δύο έννοιες στενά. Στην πόλη αυτή συναντάει τον χαμένο φίλο του, τον ωτοστοπέρ, ο έτερος πρωταγωνιστής, που μνημονεύεται διαρκώς με την ιδιότητά του. Σχετίζεται μαζί του και με τη γυναίκα και το παιδί του και, όσο ο ωτοστοπέρ περιπλανιέται στη Γαλλία, εκείνος ερωτεύεται και κάνει σχέση με τη Μαρί, παίρνει τη θέση του στο σπίτι του ως σύντροφος και πατέρας, ενώ ο ωτοστοπέρ συνεχίζει να ζει στους δρόμους, κάνοντας ωτοστόπ και φωτογραφίζοντας τους οδηγούς με τους οποίους συνταξιδεύει.

Το πρώτο κλείσιμο ματιού του Προυντόμ στον αναγνώστη συντελείται με τον τίτλο του βιβλίου. Οι «Δρόμοι» δεν μπορούν παρά να παραπέμπουν σε αφήγημα ταξιδιωτικό, περιπλανητικό, σε συναπαντήματα και σχέσεις, που γίνονται εν κινήσει, πάντα βιαστικά, πάντα στον δρόμο. Η γραφή έχει τόνο άμεσο και εξομολογητικό, η ιστορία προχωράει και πολύ γρήγορα αποτινάσσει από πάνω της κάθε προφανή ταξινόμηση. Στο κεφάλι του ήρωα συγγραφέα συμβαίνουν όλα, το μυαλό του, οι σκέψεις του είναι όλοι οι δρόμοι, οι αυτοκινητόδρομοι, οι οδηγοί, που σταματούν και παίρνουν μαζί τους τελείως αγνώστους ταξιδιώτες, τα μέρη, που έχουν πολυσήμαντα ονόματα. Από την αρχή κιόλας αμφιβάλλουμε εάν ο ήρωας γνώριζε από πριν ή πράγματι το έμαθε όταν μετακόμισε, ότι στην πόλη που πήγε ζούσε ο ωτοστοπέρ. Επειτα, ο τρόπος που παρεισφρέει ο συγγραφέας στην άλλη ζωή του ωτοστοπέρ, την σταθερής τροχιάς, την έξω από τις περιπέτειες των δρόμων, εκπλήσσει τον αναγνώστη με την μεθοδικότητά του, η πλοκή αποκτά αστυνομικό σασπένς, μυστήριο.

​​​​​​Αφού δεν μπορεί να ζήσει και να γράψει μετά, όπως τον παρότρυνε πάντα ο φίλος του, ο ήρωας αποφασίζει να ζήσει την έτοιμη ζωή του ωτοστοπέρ, να εισχωρήσει στην οικογένειά του, αφού έτσι κι αλλιώς αποδέχεται μοιρολατρικά την αδυναμία του να φεύγει ξαφνικά, να σηκώνει το χέρι στα διερχόμενα αυτοκίνητα και να διανυκτερεύει στην ύπαιθρο ή σε παρακμιακά μοτέλ, όπως κάνει εκείνος.

Ο συγγραφέας και ο ωτοστοπέρ-1
Ο αφηγητής ήρωας στέκεται, παραμένει ασάλευτος, όσο ο ωτοστοπέρ στους αυτοκινητοδρόμους καταπίνει τον χώρο, τον νικάει, τον τρώει, γίνεται χρόνος. Φωτ. SHUTTERSTOCK

Αυτοί που στέκονται στην όχθη του ποταμού και το… ποτάμι

Ο συγγραφέας και ο ωτοστοπέρ-2

Η σχέση ωτοστοπέρ και αφηγητή χαρακτηρίζεται από μια βαθιά έλξη και απώθηση την ίδια στιγμή. Κι όπως λατρεύουμε να μισούμε όσα μας έλκουν, ο ήρωας διαχωρίζει τη θέση του από αυτό που έχει ο ωτοστοπέρ, την αδιάκοπη αναζήτηση. Οπως γράφει ο Λεβέ, ο αγαπημένος του συγγραφέας κατά ρητή δήλωση του Προυντόμ στους «Δρόμους», στην «Αυτοπροσωπογραφία» του (Εντουάρ Λεβέ, εκδόσεις Οpera), «όπως το νυστέρι ενός χειρουργού αποκαλύπτει τα όργανά μου, έτσι και ο έρωτάς μου αποκαλύπτει άλλους εαυτούς μου, που η αισχρή κενότητά τους με τρομάζει». Παρακολουθώντας στενά, με δέος, με έκπληξη, με θαυμασμό, ενίοτε με ζήλια, τον φίλο του να γυρίζει όλη την επαρχιακή Γαλλία και να στέλνει φωτογραφίες από μέρη, όπου ούτε καν θα πήγαινε ο δικός του νους ποτέ να επισκεφθεί, αποδέχεται μια παρόμοια ήττα με εκείνη του ερωτευμένου: συρρικνώνουμε τον εαυτό μας, τον αφανίζουμε, για να αφεθούμε να μας απορροφήσει εκείνος που έχει κινήσει απρόσμενα τα συναισθήματά μας.

Ο ωτοστοπέρ, alter ego, επινοημένο σύμβολο στους «Δρόμους» ή υπαρκτός χαρακτήρας –αυτό έχει τη μικρότερη σημασία–, είναι το ποτάμι στη φράση «υπάρχουν αυτοί που στέκονται στην όχθη του ποταμιού (…) και αυτοί που είναι το ποτάμι». Ο αφηγητής ήρωας στέκεται, παραμένει ασάλευτος, όσο ο ωτοστοπέρ στους αυτοκινητοδρόμους καταπίνει τον χώρο, τον νικάει, τον τρώει, γίνεται χρόνος.

Ο Προυντόμ μέσα από τον ήρωα αφηγητή, καθόλου σύμπτωση που είναι κι αυτός συγγραφέας, με αμεσότητα και αιφνιδιαστική ειλικρίνεια, δίχως περίτεχνα λογοτεχνικά ευρήματα ή άλλη διαμεσολάβηση, στοχάζεται για τη ζωή, για τη συγγραφή και για το κατά πόσο το να ζεις είναι τελικά αναγκαίο για να γράφεις ή γράφει αυτός που παρατηρεί και εισχωρεί στις ζωές των άλλων, είτε στην πραγματικότητα είτε νοερά. Η πρωτοτυπία των θεμάτων στη λογοτεχνία δεν έχει σημασία, μέσω του ήρωά του ο Προυντόμ ανενδοίαστα δηλώνει ότι το θέμα των βιβλίων είναι συνήθως ο ίδιος ο κύκλος της ζωής: «…η ζωή που περνάει, ο χρόνος που φεύγει, άντρες και γυναίκες που γεννιούνται, μεγαλώνουν, επιθυμούν, ενηλικιώνονται, αγαπάνε, δεν αγαπάνε, εγκαταλείπουν τα όνειρά τους, αντίθετα γαντζώνονται απ’ αυτά, γερνάνε».

Η πρωτοτυπία των θεμάτων στη λογοτεχνία δεν έχει σημασία, μέσω του ήρωά του ο Προυντόμ δηλώνει ότι το θέμα των βιβλίων είναι συνήθως ο ίδιος ο κύκλος της ζωής.

Η γραφή και η λύπη

Από την αρχή ώς το τέλος, ο Προυντόμ ανοίγει τα συγγραφικά του χαρτιά και τα αφήνει με θάρρος πάνω στο τραπέζι με καθισμένο απέναντί του τον αναγνώστη. Πότε μοιράζει τον άσο του Μίλαν Κούντερα και την ιστορία με το ωτοστόπ σαν ερωτικό παιχνίδι ενός ζευγαριού στους «Κωμικούς έρωτες» (μετάφραση: Γ. Χάρης, εκδόσεις της Εστίας, 2011) και πότε παίζει με μπαλαντέρ τον Κόρμαν Μακ Κάρθι και το «Μεγάλο πέρασμα». Ανακαλεί ο ήρωάς του τη ρήση του Μοντεσκιέ, «δεν είχα ποτέ λύπη που να μη την έδιωξε μια ώρα ανάγνωσης» και παραφράζοντας, με τους Δρόμους, για άλλη μια φορά επιβεβαιώνεται ότι στην περίπτωση της γραφής, δεν υπάρχει λύπη που να μην έλκεται ακόμη και με μια ώρα γραφής.

Ο Προυντόμ και οι Δρόμοι του αποδεικνύουν ότι η τεχνική, τα κίνητρα, ο σκοπός, η δομή, είναι οι δορυφόροι, που κινούνται σε τροχιά γύρω από το μόνο που τελικά μένει στην αναγνωστική μνήμη: αυτό που γράφεται. Και αυτό ακριβώς γράφεται και από εκείνους που επιλέγουν να ζήσουν μέσα από τις ζωές των άλλων.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT