Γενικόλογες αναγνώσεις από τον Γκάτι και την Ορχήστρα του Μουσικού Μάη

Γενικόλογες αναγνώσεις από τον Γκάτι και την Ορχήστρα του Μουσικού Μάη

Δύο συναυλίες έδωσε στην Αθήνα η Ορχήστρα του Μουσικού Μάη της Φλωρεντίας υπό τον αρχιμουσικό της, Ντανιέλε Γκάτι

2' 19" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Δύο συναυλίες έδωσε στην Αθήνα η Ορχήστρα του Μουσικού Μάη της Φλωρεντίας υπό τον αρχιμουσικό της, Ντανιέλε Γκάτι. Την 1η Μαρτίου, η βραδιά περιλάμβανε αποκλειστικά έργα Μπετόβεν, ενώ την επομένη το πρόγραμμα απαρτιζόταν από έργα Γάλλων συνθετών.

Μόλις δέκα ημέρες νωρίτερα στην ίδια αίθουσα είχε εμφανιστεί η Ορχήστρα Εγχόρδων του Φεστιβάλ της Λουκέρνης υπό τη μουσική διεύθυνση του εξάρχοντός της Ντάνιελ Ντοντς σε πρόγραμμα τελείως ανάλογο: οι Ελβετοί ερμήνευσαν το τρίτο Κοντσέρτο για πιάνο του Μπετόβεν με σολίστ τη Μαρία Ζοάο Πίρες και την Τρίτη Συμφωνία του ίδιου συνθέτη, οι Ιταλοί το τέταρτο Κοντσέρτο για πιάνο με σολίστ τον Αυστριακό Ρούντολφ Μπούχμπιντερ και την Τέταρτη Συμφωνία, πάντα του Μπετόβεν. Οι συγκρίσεις ήταν αναπόφευκτες.

Δεν ήταν τόσο ότι οι Ιταλοί ήρθαν στην Αθήνα με ένα αρκετά μεγαλύτερο σύνολο, όσο ότι η μουσική διεύθυνση του Γκάτι κινήθηκε σε ασφαλή και σίγουρα νερά, χωρίς ρίσκο. Το αποτέλεσμα ήταν μια ερμηνεία ασφαλώς αξιόλογη, την οποία σε προηγούμενες δεκαετίες ίσως επαινούσε κανείς για την ομοιογένεια του ήχου και την ισορροπία των στοιχείων της.

Μόλις δέκα ημέρες νωρίτερα στην ίδια αίθουσα είχε εμφανιστεί η Ορχήστρα Εγχόρδων του Φεστιβάλ της Λουκέρνης. Οι συγκρίσεις ήταν αναπόφευκτες.

Σήμερα, όμως, μια σειρά από αναγνώσεις έχουν αναδείξει τόσες ενδιαφέρουσες όψεις της γραφής του Μπετόβεν, χειριζόμενες με μεγαλύτερη πλαστικότητα τις μελωδικές γραμμές, εστιάζοντας περισσότερο στην εναλλαγή των ρυθμών, ρίχνοντας τον προβολέα σε ενδιαφέροντα επιμέρους στοιχεία της ενορχήστρωσης, τα οποία όμως συνεισφέρουν στην ένταση και προσθέτουν στίξεις στη δραματουργία του έργου. Η ανάγνωση του Γκάτι έμοιαζε μάλλον γενικόλογη, χωρίς συγκεκριμένη πρόταση. Εξίσου «κλασική», άμεμπτη μεν αλλά και με περιορισμένο ενδιαφέρον υπήρξε η ερμηνεία του Μπούχμπιντερ, ο οποίος αποδείχτηκε πολύ πιο ενδιαφέρων στον «Αυτοσχεδιασμό» έργο 90, αρ. 4 του Σούμπερτ που απέδωσε εκτός προγράμματος.

Παρότι είχε διαφορετικές απαιτήσεις, το πρόγραμμα της δεύτερης βραδιάς κύλησε παρόμοια. Στην «Παβάνα» έργο 50 του Φορέ ξεχώρισαν τα θαυμάσια ξύλινα πνευστά, αλλά η πλαστικότητα στη διαμόρφωση των φράσεων παρέμεινε περιορισμένη. Αντίθετα, ο Βραζιλιάνος τσελίστας Αντόνιο Μενεσές, σολίστ στο πρώτο Κοντσέρτο για βιολοντσέλο του Καμίγ Σεν-Σανς, που ακολούθησε, προσέφερε μια ξεχωριστή ερμηνεία, ποιητική και μεγάλης κομψότητας. Ηταν φανερό ότι είχε μια ιστορία να αφηγηθεί και συναισθήματα να μεταδώσει, και διέθετε όλα τα μέσα, τεχνική, δεξιοτεχνία, έκφραση, για να το κάνει.

Στη συνέχεια ο Γκάτι περιορίστηκε στη γοητεία που ασκεί από μόνος του ο ισπανικός εξωτισμός της «Ιμπέρια», δεύτερης από τις τρεις «Εικόνες για ορχήστρα» του Ντεμπισί. Οι «Δρόμοι και τα σοκάκια», τα «Αρώματα της νύχτας» και «Το πρωί μιας γιορτινής μέρας», που περιγράφει ο συνθέτης, έμειναν αχνές εικόνες, που στηρίχτηκαν κυρίως στην ποιότητα των μουσικών της ορχήστρας.

Η βραδιά έκλεισε με το «Μπολερό» του Ραβέλ, εξίσου καθοριζόμενο από τις μεμονωμένες συνεισφορές των μουσικών της ορχήστρας. Από την πρώτη ημέρα παρουσίασής του, το 1928, μέχρι σήμερα το έργο ενθουσιάζει ανεξάρτητα από την εκάστοτε ερμηνεία, της οποίας τα περιθώρια έτσι κι αλλιώς (περι)ορίζονται από τον συνθέτη.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT