Το πληθωρικό και θυελλώδες ταλέντο της Πλάμενα Μάνγκοβα

Το πληθωρικό και θυελλώδες ταλέντο της Πλάμενα Μάνγκοβα

Ευπρόσδεκτη υπήρξε η επιστροφή του Βέλγου αρχιμουσικού Μισέλ Τιλκέν στο πόντιουμ της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών

2' 17" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ευπρόσδεκτη υπήρξε η επιστροφή του Βέλγου αρχιμουσικού Μισέλ Τιλκέν στο πόντιουμ της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών. Στις 18 Μαρτίου διηύθυνε το τέταρτο Κοντσέρτο για πιάνο του Σεργκέι Ραχμάνινοφ με σολίστ την Πλάμενα Μάνγκοβα και την δημοφιλή πέμπτη Συμφωνία του Ντμίτρι Σοστακόβιτς.

Η βραδιά ξεκίνησε με τη «Μικρασιατική Ραψωδία» του Γιάννη Κωνσταντινίδη, την οποία ο ίδιος ο Σμυρνιός συνθέτης είχε χαρακτηρίσει ως «μουσικό επιτύμβιο μιας ζωής και ενός κόσμου για πάντα χαμένων». Στο έργο αξιοποιούνται αυθεντικές παραδοσιακές μελωδίες της Μικράς Ασίας. Η επεξεργασία τους και κυρίως η διάφανη ενορχήστρωση με τον διακριτό ρόλο που δίδεται, ειδικά στα ξύλινα πνευστά, παραπέμπει ευθέως στον Ραβέλ, ενώ το τέλος της δεν κρύβει την επίδρασή του από την απολύτως αντίστοιχη κατάληξη του «Μπολερό». Oλα αυτά τα αναγνώρισε και τα ανέδειξε θαυμάσια ο Τιλκέν. Βέβαια, προϋπόθεση μιας επιτυχημένης ερμηνείας του συγκεκριμένου έργου είναι η εξίσου επιτυχής απόδοση του ιδιαίτερου ύφους και της αισθητικής των χορών της Μικράς Ασίας, στοιχείο που δεν είναι εύκολο να αντιληφθεί πάντοτε, και σε όλες του τις διαστάσεις, ένας αρχιμουσικός προερχόμενος από διαφορετική παράδοση.

Ο Μισέλ Τιλκέν ανέδειξε τη δραματικότητα της δημοφιλούς πέμπτης Συμφωνίας του Ντμίτρι Σοστακόβιτς.

Η Βουλγάρα πιανίστρια Πλάμενα Μάνγκοβα μοιάζει με «δύναμη της φύσης». Πολλαπλά πληθωρική, θυελλώδης, με ήχο μεγάλο και απολύτως ασφαλή, όπως επίσης με εντυπωσιακή δεξιοτεχνική άνεση, υπήρξε ιδανική επιλογή για το ιδιαίτερο τέταρτο Κοντσέρτο του Ραχμάνινοφ. Στο έργο αυτό, το πιάνο δεν αξιοποιείται τόσο ως σολιστικό όργανο, όσο ως μέρος μιας επιβλητικής ορχήστρας, με την οποία συχνά συνεργάζεται, αλλά στην οποία εξίσου συχνά αντιπαρατίθεται. Επομένως, απαιτούνται όλα τα χαρακτηριστικά της Μάνγκοβα που προαναφέρθηκαν, προκειμένου ο σολίστ κατ’ αρχάς να ακούγεται και να μην εξαφανίζεται στη θάλασσα της κάποτε εξαιρετικά πυκνής ενορχήστρωσης και στη συνέχεια να μπορεί να αρθρώσει διακριτό λόγο, όπου τον προβλέπει ο Ραχμάνινοφ. Στα δύο ζωηρά μέρη του έργου υπήρχε ένα άγχος ως προς την απόδοση του οργιαστικού πιανιστικού μέρους, αισθητό ακόμη κι αν έκλεινε κανείς τα μάτια.

Με ανοιχτά, το στοιχείο αυτό επέτεινε το γεγονός ότι η πιανίστρια ερμήνευσε το Κοντσέρτο με παρτιτούρα, την οποία ξεφύλλιζε η ίδια ή η κοπέλα που καθόταν πλάι της με προφανή αγωνία λόγω της ορμητικότητας και της ταχύτητας του έργου. Την τέχνη της φανέρωσε η Μάνγκοβα εκτός προγράμματος στο περίφημο «Νυχτερινό» αρ. 20 του Σοπέν: μια εντελώς ιδιαίτερη ερμηνεία, με ήχο ασφαλή και ισχυρό, διόλου φευγαλέο, ο οποίος όμως χάρη στην ποιητική διαμόρφωση των φράσεων με πολύ μεγάλη πλαστικότητα, πέτυχε ένα εξαιρετικά εκφραστικό αποτέλεσμα.

Στο δεύτερο μέρος ακούστη-κε η πέμπτη Συμφωνία του Σοστακόβιτς. Η ερμηνεία στηρίχθηκε από εξαιρετικές συνεισφορές, κυρίως από τα ξύλινα (Γιάννης Οικονόμου, Πιλαφτσή, Τζέκος) και τις άρπες (Ξαγαρά, Κρουτσέρου). Περισσότερο από τα αβανταδόρικα μηχανιστικά ζωηρά μέρη που ήταν πολύ καλά συντονισμένα, ξεχώρισε η ερμηνεία στο αργό, όπου ο Τιλκέν ανέδειξε τη δραματικότητα της γραφής, αποσπώντας ιδιαίτερα εκφραστικό, γεμάτο ένταση ήχο από τα έγχορδα.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT