Συνόδευση μέχρι τέλους

Νομοθετήθηκε πρόσφατα στη χώρα μας (ν. 5007/2022) το «Ολοκληρωμένο σύστημα παροχής ανακουφιστικής φροντίδας». Δεν υποτιμώ διόλου τη σημασία ενός νόμου, αλλά μεγαλύτερη έχει ασφαλώς η εφαρμογή του

4' 45" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Νομοθετήθηκε πρόσφατα στη χώρα μας (ν. 5007/2022) το «Ολοκληρωμένο σύστημα παροχής ανακουφιστικής φροντίδας». Δεν υποτιμώ διόλου τη σημασία ενός νόμου, αλλά μεγαλύτερη έχει ασφαλώς η εφαρμογή του. Στην Ελλάδα η ανακουφιστική φροντίδα για όσους πάσχουν από βαριά, απειλητική για τη ζωή τους αρρώστια ή από χρόνια εξελικτική είναι ουσιαστικά ανύπαρκτη. Το κενό το αναπληρώνει στο μέτρο των μικρών δυνάμεών της, αλλά πάντως με εξαιρετικό τρόπο, η Γαλιλαία της Μητροπόλεως Μεσογαίας και Λαυρεωτικής. Απέναντι στην οδυνηρή πραγματικότητα της θανάσιμης αρρώστιας, όταν όλες οι θεραπείες έχουν δοκιμαστεί και ο θάνατος πλησιάζει, η ανακουφιστική φροντίδα δεν αποτελεί επιλογή, την οποία μπορούμε να κάνουμε ή να μην κάνουμε, αλλά κοινή υποχρέωση του κράτους, της κοινωνίας, της οικογένειας, των συγγενών και φίλων, του καθενός μας. Η ανακουφιστική φροντίδα είναι εξαιρετικά λεπτή και δύσκολη δουλειά, απαιτεί ειδική εκπαίδευση και ξεχωριστά ανθρώπινα χαρίσματα. Οι άνθρωποι της ανακουφιστικής φροντίδας, όπου αυτή παρέχεται πραγματικά, γιατροί, νοσηλευτές, ψυχολόγοι, κοινωνικοί λειτουργοί, εθελοντές, αποτελούν συχνά συγκλονιστικά ανθρώπινα παραδείγματα. Είναι εκεί δίπλα στον άρρωστο, στην πιο βαριά στιγμή της ζωής του, και ακούν με προσοχή και αγάπη την κραυγή του, το κλάμα, τη διαμαρτυρία, το παράπονο, την αγανάκτησή του. Συνοδεύουν τον άρρωστο βήμα βήμα, χωρίς ιδεολογίες και κοσμοθεωρίες, χωρίς πρόγραμμα, με τα χέρια τους, με το βλέμμα τους, με το σώμα τους. Τον αναγνωρίζουν, μέσα στα σωληνάκια και στην έσχατη κατάπτωση, ως συνάνθρωπο άξιο φροντίδας και αγάπης, λένε «εμείς» με εκείνον που πεθαίνει!

Σήμερα διαθέτουμε πολλά μέσα για την ανακούφιση του πόνου, υπάρχουν όμως περιπτώσεις όπου δεν πιάνει τίποτε, ένα 5%, ό,τι και αν κάνουμε, θα εξακολουθεί να υποφέρει σωματικά και ψυχικά, και η κραυγή «δεν αντέχω άλλο» δεν θα μπορεί να λάβει παρηγορητική απάντηση. Οπότε τι κάνουμε, όσοι πιστεύουμε βαθιά στην ανακουφιστική φροντίδα, στις περιπτώσεις αυτές; Μία λύση είναι βαθιά και συνεχής καταστολή, η οποία έχει νομοθετηθεί σε διάφορες χώρες. Συστατικό στοιχείο όμως της ανακουφιστικής φροντίδας είναι η συνόδευση, δεν μπορούμε επομένως να κάνουμε ουσιαστικά λόγο για ανακουφιστική φροντίδα σε ανθρώπους που βρίσκονται σε καταστολή. Σύμφωνοι, αλλά η συνόδευση δεν θα πάψει, θα συνεχιστεί προς τους οικείους. Ενας άλλος άρρωστος, σε αυτή την κατάσταση, όταν τίποτε δεν ανακουφίζει από τους πόνους, μπορεί να επιλέξει την υποβοηθούμενη αυτοκτονία ή την ευθανασία, όπου επιτρέπονται. Τι γίνεται τότε με την ανακουφιστική φροντίδα; Παύει; Οχι, είναι πάλι η απάντηση. Συνεχίζεται μέχρι τέλους. Ακόμη και στην περίπτωση της απόφασης για ευθανασία, ο συνοδός της ανακουφιστικής φροντίδας θα συναντήσει και θα μιλήσει με τον ίδιο τον άρρωστο και με τους δικούς του, για να τους βοηθήσει να καταλάβουν περί τίνος πρόκειται, να τους βοηθήσει να χειριστούν σωστά τον χρόνο που υπολείπεται μέχρι την καθορισμένη ημερομηνία, ώστε να διατυπωθούν και να εκπληρωθούν οι τελευταίες επιθυμίες του αρρώστου, θα σταθεί δίπλα σε εκείνους που βρίσκονται πλάι στον άρρωστο την τελευταία στιγμή. Στη δημόσια συζήτηση παρουσιάζεται πολύ συχνά η ανακουφιστική φροντίδα σε αγεφύρωτη αντίθεση προς την ευθανασία. Για τους λειτουργούς (γιατρούς, νοσηλευτές, εθελοντές) της ανακουφιστικής φροντίδας, για όσους τουλάχιστον έχουν βαθιά καταλάβει το πνεύμα της, τέτοιο χάσμα δεν υπάρχει. Αυτό είναι το μεγαλείο της ανακουφιστικής φροντίδας: οι άνθρωποι που την υπηρετούν σέβονται κάθε επιλογή του αρρώστου, όποια και αν είναι αυτή, και τον συνοδεύουν μέχρι τέλους.

Οι λειτουργοί της ανακουφιστικής φροντίδας και όσοι πιστεύουν σε αυτήν δεν συμφωνούν, εννοείται, με την ευθανασία, δηλαδή με τον νόμο που επιτρέπει ή και επιβάλλει στον γιατρό να χορηγήσει, υπό όρους και προϋποθέσεις, τη θανατηφόρο δόση. Το χέρι που γιατρεύει δεν μπορεί, το ίδιο χέρι, να σκοτώνει.

Ο σεβασμός στην οδύνη του ανθρώπου που υποφέρει ανέλπιδα μας επιβάλλει να δεχτούμε την υποβοη-θούμενη αυτοκτονία.

Οδυνηρή πράξη αγάπης

Ναι, αλλά τι θα γίνει με τους ανθρώπους που υποφέρουν ανέλπιδα, τι θα γίνει με την περίπτωση, επί παραδείγματι, του τετραπληγικού, που έπειτα από ένα τροχαίο μένει καρφωμένος στο κρεβάτι, πέντε και δέκα χρόνια, με πλήρη διαύγεια πνεύματος, που δεν αντέχει άλλο και ζητάει να φύγει από τη ζωή; Τι θα γίνει με αυτόν τον άνθρωπο και το αίτημά του να φύγει; Είναι πολλοί όσοι ακόμη και σε αυτή τη συνθήκη επιμένουν στη ζωή. Είναι όμως και άλλοι που δεν το αντέχουν. Για αυτές τις περιπτώσεις υπάρχει η επιλογή της ιατρικώς υποβοηθούμενης αυτοκτονίας. Ο σεβασμός στην οδύνη του ανθρώπου που υποφέρει ανέλπιδα και ζητάει ο ίδιος να φύγει από τη ζωή μάς επιβάλλει να δεχτούμε την υποβοηθούμενη αυτοκτονία, με την οποία αποφεύγουμε το δράμα της άγριας ή αποτυχημένης αυτοκτονίας και βοηθάμε τον συνάνθρωπό μας να έχει ειρηνικά τέλη. Η νομοθέτηση της ιατρικώς υποβοηθούμενης αυτοκτονίας πρέπει να γενικευτεί και να προσδιοριστεί όσο γίνεται σαφέστερα η διαφορά της από την ευθανασία: τη θανατηφόρο δόση εδώ δεν τη χορηγεί ο γιατρός, την παίρνει ο ίδιος ο άρρωστος ή του τη δίνουν οι οικείοι του. Τι γίνεται όμως όταν κάποιος βρίσκεται στην ίδια κατάσταση και δεν έχει κανέναν δικό του δίπλα; Τότε ο βαρύς κλήρος θα πέσει στον νοσηλευτή ή στον γιατρό, που καλείται να αναλάβει την ευθανασία ως οδυνηρή πράξη αγάπης.

Η σπουδαία γιατρός, πιστή Καθολική, που υπηρέτησε όλη τη ζωή της την ανακουφιστική φροντίδα, η Corinne Van Oost (γενν. 1955), στο εξαιρετικό βιβλίο της «Médecin catholique, pourquoi je pratique l’ euthanasie» (Presses de la Renaissance, 2014), αναφέρει περιπτώσεις ευθανασίας που ανέλαβε η ίδια από βαθιά συμπόνια, με πρώτη στην Αλμπερτίν, όταν η ευθανασία απαγορευόταν ακόμη στο Βέλγιο. Επασχε από πλάγια αμυοτροφική σκλήρυνση και στο τέλος κουνούσε μόνο τα βλέφαρα. Την αγάπησε πολύ και γι’ αυτό εκπλήρωσε το αίτημά της να φύγει από τη ζωή, την έκλαψε μετά και είχε πάντα τη φωτογραφία της στο πορτοφόλι της.

Οσοι ενδιαφέρονται για τα βιοηθικά ζητήματα, που είναι ουσιαστικά ζητήματα ζωής και θανάτου, ας μην περιορίζονται να διαβάζουν νομικές μελέτες ή φιλοσοφικά δοκίμια. Πρέπει περισσότερο να διαβάζουν μαρτυρίες αρρώστων και οικείων τους. Μόνο μέσα από αυτές θα αποκτήσουν εκείνη την ηθική του δισταγμού, τόσο απαραίτητη όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με τις πιο ακραίες εμπειρίες της ζωής.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT