Αυτοβιογραφία δυνατή σαν μαστίγιο

Τι γίνεται όταν μια γυναίκα εγκαταλείπει το success story του ευκατάστατου συζυγικού οικοσυστήματός της για άλλες γυναίκες;

5' 55" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Κονστάνς Ντεμπρέ
Love me tender
μτφρ. Χαρά Σκιαδέλλη
εκδ. Πόλις, 2023, σελ. 168

Η συγγραφέας αντιστέκεται σε κάθε εκδοχή μελοδραματισμού αποδεικνύοντας ότι ακόμη και οι ματαιωμένες μητέρες παραμένουν επιβιωτικά όντα.

Το διαζύγιο της αυτοβιογραφούμενης Κονστάνς Ντεμπρέ μετά την αποδοχή της λεσβιακής της ταυτότητας και ο ανατρεπτικός επαναπροσδιορισμός του modus vivendi της κάθε μέρας της στάθηκαν αρκετά για να εκτοπιστεί από την πλέον ιερή –ή εξιδανικευμένη– δυαδικότητα. Στην ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού, η μητρική συνθήκη εμπεριέχει εξ ορισμού την ανιδιοτελή, θυσιαστική, υπερβατική αγάπη. Μια τέτοια αγάπη σχεδόν αναβαπτίζει την πεπτωκυία φύση μας, αναιρώντας την πιθανότητα παρεκκλίσεων.

Ολα αυτά, ωστόσο, δεν είναι η περίπτωση της Ντεμπρέ. Η αγαθή κοινοτοπία του μητρικού ζην μετατοπίστηκε βιαίως όταν η αφηγήτρια εγκατέλειψε το success story της ευδόκιμης και πολλά ακόμη υποσχόμενης δικηγορικής διαδρομής της, το ευκατάστατο συζυγικό οικοσύστημα και όλα όσα συγκροτούσαν τα δοκιμασμένα συστατικά της κοινωνικής αποδοχής και γονεϊκής καταξίωσής της. Η συνέχεια υπήρξε άγρια. Η αστική ευγένεια του εκ πρώτης όψεως εκλεπτυσμένου συζύγου και η επίφαση της αβροφροσύνης του δεν κατόρθωσαν να περισώσουν τα προσχήματα, ούτε να διασφαλίσουν την αρμονική συνέχεια της σχέσης καθενός με τον γιο τους. Την τιμωρητική διάθεση του πατέρα δεν εξορθολόγισε η διαρρύθμιση της επικοινωνίας από τα αστικά δικαστήρια. Η ex cathedra ερμηνεία των κανόνων οικογενειακού δικαίου από τους πεφωτισμένους δικαστές αποδείχθηκε μάλλον ανεπαρκής. Ακόμη και η θεσμική αυθεντία, δηλαδή, εκείνων στους οποίους η πολιτεία εμπιστεύεται την ορθοτόμηση της κρίσης απέτυχε να ανακόψει την εκδικητική ορμή του ματαιωμένου συζύγου.

Από το σημείο αυτό και πέρα, η ιστορία παραδίδεται –χωρίς ωστόσο να εξαντλείται– στην ακατέργαστη σκληρότητα και στην ανωριμότητα του τελευταίου. Οι ενήλικοι γεννήτορες αδυνατούν πλέον να εγγυηθούν τα οφειλόμενα για να προστατεύσουν την ευθραυστότητα της παιδικότητας. Ο νέος τρόπος ζωής που υιοθετεί η Ντεμπρέ είναι σχεδόν ασκητικός. Αποστασιοποιείται από την κεκτημένη ασφάλεια της υλικής ευμάρειας και από κάθε εκδοχή κατευναστικού καταναλωτισμού. Ακτήμων πια, ζει σχεδόν ως πλάνης: προσωρινή, εναλλασσόμενη συγκατοίκηση, σίτιση χαμηλού κόστους και ποιότητας, την οποία ενίοτε εξασφαλίζει με μικροκλοπές ειδών διατροφής. Συναισθηματικά στεγανοποιημένη, επιζητεί μόνο λεσβιακό σεξ, χωρίς συγκινησιακές εξάρσεις και ψυχική μετοχή. Μοναδικό σημείο αναφοράς στη ροή του καθημερινού χρόνου της, η κολύμβηση. Κολυμπάει με προσήλωση, ανατάσσεται μέσα στο νερό και ανακτά όση ενέργεια απαιτείται για την οριακή επιβίωσή της.

Το πιο σημαντικό από όλα όσα κάνει, όμως, είναι η αναμονή τής κάθε επόμενης φοράς που θα συναντήσει τον γιο της. Οι συναντήσεις αυτές συνήθως ματαιώνονται, αφού ο εκδικητικός πατέρας γνωρίζει καλά ότι δεν υπάρχει τίποτα πιο βασανιστικό από την παρατεταμένη στέρηση, με άδηλη κάθε πιθανότητα επαναπρογραμματισμού. Εξαντλημένη η συγγραφέας διερωτάται: «Αν ήξερα τουλάχιστον τι να περιμένω. Το να μην ξέρω είναι ανυπόφορο, είναι ο χρόνος χωρίς προθεσμία, είναι οι δικηγόροι, οι δικαστές, οι πραγματογνώμονες, …, είναι η κούραση». Η αποκαθήλωσή της, όπως επίμονα την απεργάζεται ο μέχρι πριν από μερικούς μήνες σύζυγός της, χρεώνεται αποκλειστικά στο γεγονός ότι η Ντεμπρέ, εκκινώντας από τον σεξουαλικό επαναπροσανατολισμό της, διεκδίκησε τη δική της εκδοχή ελευθερίας. Χωρίς διάθεση για ακτιβιστικές πρωτοβουλίες, επέβαλε βιωματικά τη χειραφέτησή της από τις κοινωνικές συμβάσεις του ρόλου της, της τάξης της και κάθε πολιτισμικού αυτοματισμού. Ορατότητα, έντιμη συμπερίληψη και άπωση προς τον υποκριτικό μέσο όρο: αυτός έγινε ο νέος προσωπικός αξιακός της κώδικας. Η ανατροπή αυτή, ωστόσο, καθόλου δεν μετέβαλε ούτε αλλοίωσε την ουσία της πολύτιμης σχέσης με τον γιο της· γεγονός που πεισματικά παραβλέπει και συστηματικά περιφρονεί ο εμμονικός σύζυγος. Αυτοσκοπός του γίνεται η κατάλυση της μητρικής σχέσης, χωρίς καθόλου να τον αφορά το κόστος του ακρωτηριασμού στη ζωή του επτάχρονου αγοριού.

Αυτοβιογραφία δυνατή σαν μαστίγιο-1

«Μητέρα δεν υπάρχει. Υπάρχει μόνο η αγάπη»

Αναποτελεσματική στην προσπάθειά της να καταστήσει απευθυντέα τα αισθήματά της προς τον Πολ, η Ντεμπρέ αποκηρύσσει με πόνο τη μόνη εμπεδωμένη ανάγνωση της μητρότητας, στον δυτικό κόσμο μας. «Μητέρα δεν υπάρχει. Μητέρα ως ιδιότητα, ως ταυτότητα, ως εξουσία ή μη εξουσία, ως θέση κυριαρχούμενου και κυρίαρχου, ως θύμα και ως θύτης δεν υπάρχει. Δεν υπάρχουν ποτέ αυτά τα πράγματα». Η δική της εκδοχή μητρικής σχέσης θυμίζει περισσότερο τον αποστολικό ύμνο της αγάπης, από την προς Κορινθίους Α΄ επιστολή: «Υπάρχει η αγάπη και είναι κάτι εντελώς διαφορετικό. Η αγάπη που δεν χρειάζεται καν αγάπη ως αντάλλαγμα, η αγάπη που δεν ζητάει τίποτα, η αγάπη που ξέρει τι είναι και δεν αμφιβάλλει ποτέ, η αγάπη που ξέρει ότι ο πόνος δεν είναι τίποτα, ότι δεν την αφορά, ότι είναι ανενεργός, ότι η βία δεν αφορά παρά μόνον εκείνον που την ασκεί».

Κόντρα στην εξιδανικευμένη γονεϊκότητα των κοινωνικών δικτύων, όπου η μητρότητα συχνά αξιοποιείται ή επινοείται για να πιστωθεί ο φορέας της αποδοχή εν είδει like, η αποκαθαρμένη σχέση που επιδιώκει εδώ η αφηγήτρια με τον γιο της δεν κατορθώνει να υπερβεί την υπονομευτική αντίδραση του χολερικού πατέρα, την οποία υποθάλπουν οι αστικοί θεσμοί. Ο εκπεφρασμένος ομοερωτισμός της την καθιστά αποσυνάγωγη και τελικά την εξορίζει από την ασφάλεια του κοινωνικά αναγνωρίσιμου οικογενειακού τοπίου, όπως αυτό ορίζεται αποκλειστικά από ετερόφυλους γονείς.

Τελικά, η επικοινωνία μητέρας – γιου δεν κανονικοποιείται ποτέ και η Ντεμπρέ χάνει τη μάχη. Συνειδητοποιεί ότι «η δικαιοσύνη σκοτώνει τις οικογένειες» και πως ό,τι απέμεινε είναι πια μια «λυπημένη αγάπη» και τελικά μια αμοιβαία απορφανισμένη σχέση. Η απόσταση επιβάλλει τον νόμο της, «η σχέση ατροφεί αναπόφευκτα» και η αποξένωση γίνεται η νέα πραγματικότητα.

Στη Γαλλία του Διαφωτισμού, συντηρούνται μέχρι τον 21ο αιώνα διακρίσεις που φτάνουν μέχρι σημείου διάρρηξης των γονεϊκών σχέσεων.

Κι όμως, η αφηγήτρια δεν αυτοοικτίρεται, ούτε μνησικακεί. Κάποτε, καταλαβαίνει πως «η θλίψη τέλειωσε. Οχι η στεναχώρια που σε πιάνει πότε πότε, φυσικά, αλλά η θλίψη που κατατρώει τα πάντα, ναι». Η αφομοίωση του πόνου ως διαρκής συνθήκη υπήρξε η αρχή του τέλους για το πένθος της. Μαθαίνει να ζει με την έλλειψη, οικειοποιείται την απώλεια και συνεχίζει να προσπαθεί. Η συγγραφέας αντιστέκεται σε κάθε εκδοχή μελοδραματισμού αποδεικνύοντας ότι ακόμα και οι ματαιωμένες μητέρες παραμένουν επιβιωτικά όντα. Η Ντεμπρέ ερωτεύεται ξανά, εγκαταλείπει την κυνική αποστασιοποίηση από τους ανθρώπους και ομολογεί ότι της αρέσει που κάποιος την αγαπά. Με έναν τρόπο, η ζωή αποδεικνύει για μια ακόμη φορά ότι συνεχίζεται παρά τον πόνο ή κόντρα ακόμα και στον πιο αφύσικο πόνο, χωρίς ωστόσο να αναιρείται η πικρή επίγευση της αδικίας.

Είναι γνωστό ότι η εγχώρια φιλαναγνωσία οφείλει πολλά στην πατριωτική αποστολή των εκδόσεων Πόλις που επιμένουν να μας συστήνουν ενδιαφερόντως αιρετικές φωνές των ζόρικων καιρών μας. Ειδικά όμως όσοι με όποια ιδιότητα υπηρετούμε τη νομική επιστήμη επί του πεδίου, οφείλουμε ακόμα περισσότερα στο οξυδερκές και ευαίσθητο βλέμμα του Νίκου Γκιώνη. Κυρίως, επειδή δεν μας αφήνει να εφησυχάζουμε. Οσο κι αν η κατοχύρωση των δικαιωμάτων σε υψηλής κανονιστικής πυκνότητας εθνικά και υπερεθνικά κείμενα είναι παλιά ιστορία, εντούτοις μας χωρίζει, απ’ ό,τι φαίνεται, μακρύς δρόμος ακόμα από την εμπέδωση των θεμελιωδών ελευθεριών στην πράξη. Η Κονστάνς Ντεμπρέ καταθέτει τη δική της μαρτυρία για την οδυνηρή διάκριση που υφίσταται λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού. Δεν αφήνει καμιά αμφιβολία: στη Γαλλία του Διαφωτισμού, συντηρούνται έως τον 21ο αιώνα διακρίσεις που φτάνουν μέχρι σημείου διάρρηξης των γονεϊκών σχέσεων. Αδύνατον να αποφύγει κανείς την εκ παραλλήλου αυτοκριτική για την καθ’ ημάς πραγματικότητα. Η ανά χείρας νουβέλα, διαμεσολαβημένη από τη μεταφραστική φυσικότητα της Χαράς Σκιαδέλλη, θυμίζει ότι η λογοτεχνία, στην πιο αφυπνιστική της εκδοχή, παραμένει πολύτιμη πηγή έμπνευσης και εγγυάται την επ’ αγαθώ συστράτευση για την «αποτελεσματική» άσκηση των δικαιωμάτων.

Η dr Αικατερίνα Π​απανικολάου είναι δικηγόρος, μέλος της ​Αρχής Διασφάλισης Απορρήτου των Επικοινωνιών​.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT