Η γλώσσα και οι θυσίες των νέων ζωγράφων

Η γλώσσα και οι θυσίες των νέων ζωγράφων

Τριάντα τρεις καλλιτέχνες κάτω των 40 ετών παρουσιάζει έκθεση του ΟΠΑΝΔΑ, που διερευνά τις νέες μορφές της παλιάς τέχνης

3' 6" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Ενα από τα σημαντικότερα κοινά στοιχεία των καλλιτεχνών που συμμετέχουν σε αυτή την έκθεση», σημειώνει ο Θεόφιλος Τραμπούλης, «είναι ότι επιμένουν στην ιδιότητα του ζωγράφου. Επιθυμούν δηλαδή να αναγνωριστεί η ζωγραφική ως métier τους».

Συζητάμε με τον κ. Τραμπούλη, συγγραφέα, επιμελητή εκθέσεων και σύμβουλο εκδόσεων του ΕΜΣΤ, με αφορμή τα σημερινά εγκαίνια της ομαδικής έκθεσης «Encore. Νέα ελληνική ζωγραφική», που φιλοξενείται στην Πινακοθήκη του Δήμου Αθηναίων και παρουσιάζει 33 ζωγράφoυς που εργάζονται με έδρα την Ελλάδα. Στην πλειονότητά τους είναι κάτω των 40 ετών, μολονότι το κριτήριο των τριών επιμελητών δεν υπήρξε αυστηρά ηλικιακό. Στην ουσία της αυτή η ερευνητική έκθεση που ολοκληρώθηκε έπειτα από συστηματική έρευνα πεδίου, επισκέψεις σε εργαστήρια και εκτεταμένες συζητήσεις με τους καλλιτέχνες, αναζητεί νέες μορφές, «γλώσσες» και «χειρονομίες» στη σύγχρονη ελληνική ζωγραφική.

«Σε μια εποχή τόσο κατακερματισμένη σαν τη δική μας, δεν μπορούμε να μιλάμε για κοινά αισθητικά ή μεθοδολογικά εργαλεία», σχολιάζει ο κ. Τραμπούλης όταν τον ρωτάμε για ομοιότητες στα έργα που παρουσιάζονται στην έκθεση. «Κατά τη διάρκεια της έρευνας, όμως, διαπιστώσαμε ότι υπήρχαν κοινά κοινωνιολογικά χαρακτηριστικά μεταξύ των καλλιτεχνών. Ολοι τόνισαν ότι η ζωγραφική είναι ιδιαίτερα απαιτητική σε χώρο, χρόνο και χρήμα. Ετσι, ο δημιουργός που διεκδικεί την ιδιότητα του ζωγράφου, κατ’ αρχήν κάνει μια θυσία. Αν μάλιστα σκεφτούμε πως οι περισσότεροι μένουν σε μικρά διαμερίσματα χωρίς τη δυνατότητα ενός ξεχωριστού εργαστηρίου, τότε καταλαβαίνουμε ότι υλικές συνθήκες της ζωής τους μπορεί να διαμορφώσουν και τα εκφραστικά τους μέσα – για παράδειγμα, προτιμούν τα ακρυλικά χρώματα αντί για τα λάδια που μυρίζουν πολύ και αργούν να στεγνώσουν», εξηγεί.

Μια άλλη ενδιαφέρουσα παρατήρηση είναι πως η ζωγραφική χρειάζεται ησυχία και στοχασμό, τόσο κατά τη δημιουργία όσο και στην έκθεσή της. Ομως, καλλιτεχνικά ιδρύματα και οργανισμοί ανά τον κόσμο ενδιαφέρονται περισσότερο για άλλες προσεγγίσεις και χρηματοδοτούν λιγότερο με αναθέσεις, υποτροφίες και residencies τη ζωγραφική. «Αυτά συμβαίνουν την ίδια στιγμή που κανείς δεν μπορεί να εξασφαλίσει στους νέους ζωγράφους ότι θα βρουν γκαλερί και χώρο στην αγορά της τέχνης», καταλήγει ο κ. Τραμπούλης.

Η γλώσσα και οι θυσίες των νέων ζωγράφων-1
Γιώργος Σταμκόπουλος, «Χωρίς τίτλο», 2022. Λάδι και λαδοπαστέλ σε απροετοίμαστο καμβά. Ευγενική παραχώρηση του καλλιτέχνη. [TrevorGood]

Ποιους δρόμους, λοιπόν, διερευνούν οι ζωγράφοι του «Encore»; Με ποιον τρόπο διαχειρίζονται τους προβληματισμούς της σύγχρονης τέχνης, όπως τα ζητήματα ταυτότητας και μνήμης, η διαθεματικότητα, το διευρυμένο σώμα, ο (μετα)αποικιακός καπιταλισμός; Στην εποχή που κυριαρχεί η οθόνη, ποια είναι η σχέση της ζωγραφισμένης επιφάνειας μαζί της;

«Συλλέγω ένα αρχείο εικόνων που είτε βρίσκω είτε φωτογραφίζω ο ίδιος», λέει ο ζωγράφος Παναγιώτης Κεφαλάς εξηγώντας πώς εργάζεται. Ενδεικτικά για τον πίνακα «Χωρίς τίτλο» (2019) δούλεψε με βάση ένα στιγμιότυπο από την ταινία του Δαλιανίδη «Φυλακές ανηλίκων». Με τη ζωγραφική ασχολείται αποκλειστικά από το 2011, και πλην των σπουδών του στην ΑΣΚΤ διαθέτει ένα μεταπτυχιακό στα Παιδαγωγικά κι ένα στην Ιστορία της Τέχνης. «Ο χειρωνακτικός τρόπος της ζωγραφικής, η υλικότητά της δίνει στο έργο μια πολιτική κατεύθυνση χωρίς αυτό να σχετίζεται με το θέμα», σημειώνει. «Η συγκεκριμένη συζήτηση έχει ξεκινήσει από τον 19ο αιώνα φέρνοντας τη ζωγραφική σε διάλογο με την εκβιομηχάνιση, και τώρα με έναν κόσμο που αναπτύσσεται ψηφιακά».

Η Καρολίνα Κασούλη, από την άλλη, μολονότι ασχολείται με τη φωτογραφία, το φιλμ και το σχέδιο, στο «Encore» συμμετέχει με ζωγραφική. «Η δουλειά μου αναπτύσσεται αργά, ακροβατεί μεταξύ ζωγραφικής και γλυπτικής, αλλά η ζωγραφική βρίσκεται πάντοτε στον πυρήνα», λέει. «Αποκαλώ τα έργα μου “πίνακες” μολονότι έχουν στοιχεία τριών διαστάσεων. Ομως μεταχειρίζομαι τον καμβά όπως γινόταν παραδοσιακά και ετοιμάζω η ίδια, με σκόνες, τα χρώματά μου». Παρ’ όλα αυτά, οι καμβάδες διπλώνονται μοιάζοντας από μακριά σαν έργα αφηρημένης τέχνης φτιαγμένα από ύφασμα. «Επιμένω, το έργο είναι καθαρά ζωγραφικό», επαναλαμβάνει.

Την έκθεση συνεπιμελούνται η Ελένη Κούκου, ιστορικός τέχνης, επιμελήτρια εκθέσεων και σύμβουλος συλλογών του ΕΜΣΤ, και ο Χριστόφορος Μαρίνος, ιστορικός τέχνης και επιμελητής εκθέσεων και δράσεων του ΟΠΑΝΔΑ. Διάρκεια έως τις 10 Σεπτεβρίου.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT