«Καλοκαίρι… και η ζωή είναι εύκολη…»

«Καλοκαίρι… και η ζωή είναι εύκολη…»

Πώς γράφτηκε το θρυλικό «Summertime», το τραγούδι με τις περισσότερες διασκευές, μετά το «Yesterday» των Μπιτλς

3' 45" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Λος Αντζελες, 18 Αυγούστου του 1957. Στα ιστορικά στούντιο ηχογραφήσεων της Capitol Records στο Χόλιγουντ, συμβαίνει μια συνάντηση γιγάντων. Μια ορχήστρα που αποτελείται από 31 μουσικούς και διευθύνεται από τον Ράσελ Γκαρσία, ετοιμάζεται να συνοδεύσει τις ερμηνείες των Λούις Αρμστρονγκ και Ελα Φιτζέραλντ. Παραγωγός είναι ο ιμπρεσάριος της τζαζ Νόρμαν Γκραντζ, δημιουργός της δισκογραφικής Verve.

Οταν τα 18 έγχορδα της ορχήστρας ξεκινούν συγχρονισμένα, είναι λες και ζωντανεύει το πνεύμα του Τζορτζ Γκέρσουιν, συνθέτη της μουσικής που ακούγεται. Μπορεί να έχει φύγει 20 χρόνια πριν, πολύ νέος, μόνο 39 ετών, αλλά, από τις πρώτες κιόλας βελούδινες νότες που υφαίνουν με τα δοξάρια τους τα βιολιά, οι βιόλες και τα βιολοντσέλα, είναι λες και το πνεύμα του έχει ζωντανέψει και παρακολουθεί την ηχογράφηση.

Οταν μπαίνει ο «Σάτσμο»

Δεν έχει περάσει καν μισό λεπτό από την εκκίνηση του κομματιού, όταν ηχεί συγκλονιστικά η χαρακτηριστική τρομπέτα του «Σάτσμο». Η πεντακάθαρη, στεντόρεια χροιά της μοιάζει να παράγεται από έναν ουράνιο σαλπιγκτή. Η μελωδία είναι γνώριμη. Τα μινόρε και η πεντατονική της κλίμακα δεν αφήνουν περιθώρια για παρεξηγήσεις: αυτό το τραγούδι μπορεί να μιλάει για το καλοκαίρι, αλλά η ιστορία που έχει να πει είναι λυπημένη. Πρόκειται, φυσικά, για το «Summertime».

Οταν έρχεται η στιγμή της μεγάλης ντίβας να τραγουδήσει, μεταφερόμαστε στο παραθαλάσσιο Τσάρλεστον της Νότιας Καρολίνας, στην ακτή του Ατλαντικού, εκεί όπου από το τέλος του 18ου έως τις αρχές του 19ου αιώνα έφτασαν περίπου 400.000 άνθρωποι από τη Δυτική Αφρική, δεμένοι στα αμπάρια πλοίων σαν άψυχα εμπορεύματα για να πουληθούν ως σκλάβοι. Οι στίχοι του τραγουδιού δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα μελαγχολικό νανούρισμα, τα λόγια μιας μαύρης γυναίκας –μιας σκλάβας–, η οποία κρατάει στην αγκαλιά της ένα λευκό κοριτσάκι και το καθησυχάζει πως όλα θα πάνε καλά επειδή «ο πατέρας της είναι πλούσιος και η μητέρα της είναι όμορφη».

Ο Τζορτζ Γκέρσουιν ήθελε να το ονομάσει «άρια» και να το εντάξει σε μια «αμερικανική φολκλορική όπερα».

Δεν ήταν, όμως, προορισμένο να ονομαστεί «τραγούδι» αυτό το νανούρισμα. Ο δημιουργός του, Τζορτζ Γκέρσουιν (ένας από τους μεγαλύτερους συνθέτες της χρυσής εποχής των θεατρικών μιούζικαλ και του κλασικού ανθολογίου του «αμερικανικού τραγουδιού»), ήθελε να το ονομάσει «άρια» και να το εντάξει σε μια «αμερικανική φολκλορική όπερα», όπως την είχε χαρακτηρίσει, που βάσισε πάνω σε ένα μυθιστόρημα του 1925, το «Πόργκι» του συγγραφέα DuBose Heyward. Μαζί του, μάλιστα, ταξίδεψε στο Τσάρλεστον και έζησε εκεί για κάποιο καιρό, κάνοντας έρευνα πάνω στις τοπικές αφροαμερικανικές κοινότητες, τη μουσική και την κουλτούρα τους.

Κάποτε στο Μπρόντγουεϊ

Τα εγκαίνια της παράστασης έγιναν στο Μπρόντγουεϊ το 1935 με ένα αποκλειστικό αφροαμερικανικό καστ (το μεγαλύτερο που είχε εμφανιστεί ποτέ σε θεατρική σκηνή της χώρας έως τότε), με πρωταγωνιστές τη σοπράνο Αν Μπράουν και τον βαρύτονο Τοντ Ντάνκαν, ο οποίος ερμήνευσε, έκτοτε, τον ίδιο ρόλο πάνω από 1.800 φορές. Το «Πόργκι και Μπες» του Τζορτζ Γκέρσουιν ήταν ένα υβριδικό καλλιτεχνικό προϊόν, ένα μείγμα αμερικανικής τζαζ, αφροαμερικανικών μπλουζ και spitituals, και ευρωπαϊκού μελοδράματος. Οντας γραμμένο από έναν λευκό Εβραίο της Νέας Υόρκης που θέλησε να μιλήσει για τον αμερικανικό Νότο την εποχή της σκλαβιάς, δέχτηκε κριτική από την αφροαμερικανική κοινότητα. Κάποιοι είπαν πως παρουσίαζε τη μαύρη κοινότητα σε μορφή καρικατούρας, γεμάτη στερεότυπα, ενώ ένα κριτικός είχε γράψει χαρακτηριστικά πως επρόκειτο για «στρεβλό φολκλόρ και ψευτοόπερα».

Ομως, τα τραγούδια (ή, ίσως πρέπει να πούμε οι άριες της παράστασης, αν και όπως είχε γράψει σχετικά ο Αμερικανός στιχουργός και λιμπρετίστας Αλαν Τζέι Λέρνερ, «δεν είμαστε χώρα της άριας, αλλά του τραγουδιού») έγραψαν τη δική τους ιστορία. Μελωδίες όπως το «Ain’t Necessarily So» ή το «Ι Loves you Porgy» μπήκαν για τα καλά στο τζαζ ανθολόγιο, και όμως, είναι το «Summertime» που επέζησε –και διασκευάστηκε– περισσότερο. Εκείνη η συγκλονιστική ερμηνεία του 1957 από τον Σάτσμο και την Ελα ήταν κιόλας αυτή που εκτόξευσε το τραγούδι στα ύψη, κάνοντάς το παγκοσμίως, και για πάντοτε, αθάνατο.

33.345 ηχογραφήσεις

Από την πρώτη του ηχογράφηση το 1935, σε ερμηνεία της σοπράνο Αμπι Μίτσελ, έως σήμερα, λένε πως έχουν γίνει 33.345 ηχογραφήσεις του «Summertime», ενώ είναι το πιο διασκευασμένο τραγούδι στον κόσμο μετά το «Yesterday» των Μπιτλς. Αξίζει να αναφέρουμε την πολύ διάσημη εκτέλεση της Μπίλι Χόλιντεϊ, που του δίνει μια γεύση από Νέα Ορλεάνη, την εξίσου διάσημη ερμηνεία της Μαχάλια Τζάκσον, που κάνει ένα μέντλεϊ με το «I Feel Like a Motherless Child», και φυσικά την πολύ γνωστή εκτέλεση της Τζάνις Τζόπλιν. Στον χώρο της σύγχρονης τζαζ, το τραγούδι είχε την τύχη να λάβει εμβληματική ερμηνεία από τον Μάιλς Ντέιβις και την ορχήστρα του Τζιλ Εβανς, ενώ παραμένει αξέχαστη η ερμηνεία του από μια δική μας θεά του τραγουδιού, τη Φλέρυ Νταντωνάκη.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT