Στον καμβά το τελευταίο ίχνος της Δημοτικής Αγοράς του Πειραιά

Στον καμβά το τελευταίο ίχνος της Δημοτικής Αγοράς του Πειραιά

Ανάμεσα στο 1963 και το 1978, όταν ο ζωγράφος Φίλιπ Τάρλοου έμενε στην Ελλάδα, τα ερεθίσματα που έδινε η ελληνική ζωή ήταν πολλά

2' 28" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ανάμεσα στο 1963 και το 1978, όταν ο ζωγράφος Φίλιπ Τάρλοου έμενε στην Ελλάδα, τα ερεθίσματα που έδινε η ελληνική ζωή ήταν πολλά. Οι φιλίες που σφυρηλατήθηκαν εκείνα τα χρόνια έγιναν ισόβιες, ήταν μια άλλη Ελλάδα, επιζούσε ακόμη ο παλιός κόσμος αλλά υπήρχε ορμή και προς το μέλλον. Ο Φίλιπ Τάρλοου (που τον περασμένο Μάρτιο εξέθεσε νέα έργα στην Αθήνα, στην Genesis Gallery), ζει εδώ και χρόνια στις ΗΠΑ αλλά είναι αξιοθαύμαστος ο σύνδεσμος που διατηρεί με τη χώρα (γιος του είναι ο σκηνοθέτης Δημήτρης Τάρλοου) αλλά και η γνώση των ελληνικών που είχε κατακτήσει σε νεαρή ηλικία.

Οι ιστορίες όμως που έχει να διηγηθεί ανοίγουν σαν σελίδες της εικαστικής ιστορίας. Είχε συνδεθεί με ζωγράφους και συγγραφείς. Είναι ιστορίες που πηγάζουν από το πνεύμα του ’60 και του ’70 και συνδέονται με μορφές όπως αυτή του ζωγράφου Γιώργου Μανουσάκη (1914-2003), αισθαντικού καταγραφέα μιας νεοελληνικής συνείδησης. «Περνούσαμε πολύ χρόνο μαζί», λέει ο Φίλιπ Τάρλοου. «Ερχόταν στο εργαστήρι μου και ζωγραφίζαμε μαζί μοντέλα και βγαίναμε έξω να ζωγραφίσουμε στον δρόμο». Μια μέρα, το 1969, πληροφορήθηκαν πως η Δημοτική Αγορά του Πειραιά θα κατεδαφιζόταν.

Στον καμβά το τελευταίο ίχνος της Δημοτικής Αγοράς του Πειραιά-1
Πορτρέτο του Γιώργου Μανουσάκη (1978).

Η Δημοτική Αγορά ήταν ένα πολύβουο συγκρότημα, με νεοκλασική τυπολογία του 19ου αιώνα, δίπλα στην Αγία Τριάδα. Στη θέση της χτίστηκε ο Πύργος του Πειραιά. Επεσε θύμα (όπως και το Ρολόι) των σχεδίων του δημάρχου Αριστείδη Σκυλίτση στα χρόνια της δικτατορίας. «Οταν μάθαμε πως η όμορφη υπαίθρια αγορά θα γκρεμιζόταν την επομένη ημέρα, κατεβήκαμε αμέσως με το αυτοκίνητο στο λιμάνι», λέει ο Φίλιπ Τάρλοου.

Εστησαν και οι δυο το καβαλέτο τους απέναντι από την Αγορά και άρχισαν να φιλοτεχνούν τις ακουαρέλες τους. Και οι δύο άλλωστε ελκύονταν ιδιαίτερα από τα νεοκλασικά σπίτια που κατεδαφίζονταν τότε μαζικά. Ζωγράφισαν με μεγάλη συγκίνηση, θυμάται ο Φίλιπ Τάρλοου. «Η Αγορά έσφυζε από ζωή. Τίποτε δεν προμηνούσε πως ήταν η τελευταία μέρα της λειτουργίας της».

Την επομένη, επέστρεψαν. «Θέλαμε να δούμε με τα ίδια μας τα μάτια πως ό,τι είχαμε ακούσει για την κατεδάφιση ήταν αληθινό. Η Αγορά, άλλοτε γεμάτη με πλήθη κάθε ηλικίας που αγόραζαν φρούτα, λαχανικά, κρέατα και ψάρια και που έτρωγαν στα διάφορα στέκια που σερβίριζαν, έστεκε μπροστά στα μάτια μας βουβή και έρημη. Αυτή ήταν η πρώτη μου εμπειρία της διαρκούς, τότε, καταστροφής και αφανισμού των πιο όμορφων αρχιτεκτονικών τοπόσημων της Αθήνας, πολλά από τα οποία, ο Γιώργος και εγώ είχαμε ζωγραφίσει».

Η φιλία του Φίλιπ Τάρλοου και του Γιώργου Μανουσάκη συνεχίστηκε. Σε μια από τις επισκέψεις στο σπίτι και ατελιέ του Μανουσάκη, εκείνος για μια στιγμή χάθηκε. Επέστρεψε κρατώντας κάτι που το έδωσε στον Τάρλοου, λέγοντάς του ότι ήταν σημαντικό για εκείνον να του χαρίσει ένα έργο του. «Οχι ένα οποιοδήποτε σχέδιο, αλλά ένα από τα αγαπημένα του. Το είχε κάνει το 1950 σε ηλικία 36 ετών, στο πλοίο για Αίγινα, χρόνια πριν έρθω στην Ελλάδα», θυμάται ο Φίλιπ Τάρλοου. «Το φυλάω με αγάπη, το έχω κρεμάσει στην κρεβατοκάμαρα σε τέτοιο σημείο ώστε να μπορώ να το βλέπω πριν πέσω για ύπνο τη νύχτα και όταν σηκώνομαι το πρωί».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT