Ενας μπίτνικ παρατηρητής που λάτρευε τη σιωπή

Ενας μπίτνικ παρατηρητής που λάτρευε τη σιωπή

Ο ποιητής Κωστής Γκιμοσούλης, εμβληματική μορφή της γενιάς του ’80, έφυγε από τη ζωή στα 63 του χρόνια

2' 30" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ενας αναχωρητής της ζωής και της γραφής· φτιαγμένος από ελευθερία και χιλιόμετρα· ένας μπίτνικ με εγγενή, ακαταμάχητη καλοσύνη. Ο Κωστής Γκιμοσούλης, που έφυγε από τη ζωή στα 63 του χρόνια, στη 1.30 το πρωί της Δευτέρας –αφού πάλευε διασωληνωμένος στο ΚΑΤ έπειτα από εγκεφαλική αιμορραγία–, ήταν ένας απελεύθερος των λέξεων και ταυτόχρονα ελευθερωτής τους· ένας κάρακτερ, με τα μακριά του μαλλιά, το μαντίλι, τα στενά τζιν, τα άφιλτρα τσιγάρα του.

Γεννημένος το 1960, γέννημα-θρέμμα του αθηναϊκού κέντρου, σπούδασε Νομική και εργάστηκε στο συμβολαιογραφείο του πατέρα του. Οι λέξεις του, όμως, όταν πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα το 1979 με ένα διήγημα στα «Νέα», ήταν εκείνες που τον τραβούσαν από το μανίκι – όπως και η μηχανή του, με την οποία γνώριζε τόπους, ανθρώπους, ενωνόταν με το υπερβατικό που αναζητούσε, κυρίως στο Μεταξοχώρι του Κισσάβου.

Το 1983 έρχεται η πρώτη του ποιητική συλλογή, ο «Ξυλοκόπος πυρετός». Η αναγνωστική και κριτική αποδοχή ήταν πάνδημη. Ο Κωστής Γκιμοσούλης, αυτός ο εσωτερικός, ο μυστικιστής, ο παράδοξος γραφιάς της ποίησης και της πεζογραφίας, στην οποία στράφηκε σχεδόν αποκλειστικά τη δεκαετία του ’90 –με την εμβληματική «Μια νύχτα με την κόκκινη» (1995)–, παρά την αναζήτηση του σκοτεινού, κάποτε περιθωριοποιημένου, νοήματος της ύπαρξης, παρέμενε πάντα ένα «παιδί» της γραφής.

«Αγαπούσε τα παιδιά και τα ζώα – ιδίως τη θαλάσσια χελώνα, που την είχε παντού γύρω του στην αγαπημένη του θέση, σε ένα μεγάλο μαξιλάρι στο πάτωμα· θαύμαζε την υπομονή της», αφηγείται στην «Κ» η επί 17 χρόνια αγαπημένη του, συγγραφέας Εύη Γεροκώστα. «Ηταν παρατηρητής, με τα μεγάλα του μάτια χάζευε τους πάντες και τα πάντα. Του άρεσε και η σιωπή – “ας κάτσουμε και ας μη μιλήσουμε”, μου έλεγε. Ηταν ένα κράμα χελώνας και παιδιού, σου μιλούσε και ήθελε να μάθει, ήθελε να σιγουρευτεί για όλα, σαν παιδί. Και καθημερινά μου έλεγε: “Η ζωή δεν είναι πρόβα· είναι μια κι έξω”», θυμάται η κ. Γεροκώστα.

Με πέντε ποιητικές συλλογές και δέκα πεζά, ήταν «σαν εξαρχής να είχε κατακτήσει τον τρόπο του να γράφει και να υπάρχει», λέει στην «Κ» ο συγγραφέας Θεόδωρος Γρηγοριάδης, μέλος κι εκείνος της πεζογραφικής «γενιάς του ’80», όπου έλαμψε ο Κωστής Γκιμοσούλης. Και αυτό το ρήμα –«έλαμψε»– είναι που τον χαρακτήριζε. «Ηταν “easy rider”, ανεξάρτητος, διανοούμενος, με μιαν ανδρική γλυκύτητα. Ενας συγγραφέας βιωματικός, κατασταλαγμένος, δίχως οτιδήποτε παραδοσιακό», θυμάται ο ίδιος.

«Ηταν ποιητής του δρόμου. Οταν τον συναντούσα στην Καλλιθέα και του έλεγα ότι με παίδευε ένα βιβλίο, μου απαντούσε: “Τι παιδεύεσαι; Παράτα τα και πάμε μια βόλτα με τη μηχανή. Ας μην είναι σωστή μια λέξη, και τι έγινε;”» διηγείται στην «Κ» ο συγγραφέας Νίκος Δαββέτας.

«Δεν μπορούσες να αντισταθείς στην καλοσύνη του. Με κάτι υπερβατικό στην όψη του, πήγαινε σε δρόμους απρόσιτους – το χάρισμά του ήταν ότι τους μετέφερε σε λέξεις», λέει στην «Κ» η συγγραφέας Ελιάνα Χουρμουζιάδου.

Ο ύστατος αποχαιρετισμός στον Κωστή Γκιμοσούλη –«ένα μαγικό πλάσμα· ίσως το τελευταίο μαγικό πλάσμα που περπάτησε στη λογοτεχνική μας γη», όπως λέει στην «Κ» η ποιήτρια Τζένη Μαστοράκη– θα γίνει αύριο Τετάρτη, στις 10 το πρωί, στον ιερό ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου – «Παναγίτσα» στον Ταύρο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT