Στην κουζίνα ενός τυράννου

Ο Βιτόλντ Ζαμπλόβσκι κατέγραψε σε ένα συναρπαστικό βιβλίο τις συνομιλίες του με τους μάγειρες πέντε δικτατόρων

8' 16" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο Βιτόλντ Ζαμπλόβσκι συναντά στα Τίρανα έναν φοβισμένο άνθρωπο που του ζητάει να μην αναφέρει το όνομά του. Ο Πολωνός δημοσιογράφος και συγγραφέας τον καταγράφει με το καφκικό «Κύριο Κ».

Ο Κύριος Κ ήταν κάποτε σεφ του Ενβέρ Χότζα, του κομμουνιστή δικτάτορα της Αλβανίας (1941-1985) και ο Ζαμπλόβσκι θέλησε να του πάρει συνέντευξη για το βιβλίο που στην αγγλόφωνη αγορά κυκλοφόρησε με τον τίτλο «Πώς να ταΐσετε έναν δικτάτορα» (How to Feed a Dictator). Το βιβλίο κυκλοφόρησε στην Αμερική από τον Penguin το 2020 και το 2022 στη Βρετανία από τον Icon (αμετάφραστο ακόμη στη χώρα μας…).

Το βιβλίο είναι άκρως συναρπαστικό, διότι δεν αφορά μόνο τον σεφ του Χότζα, αλλά και εκείνους τεσσάρων ακόμη δικτατόρων: Σαντάμ Χουσεΐν, Ιντι Αμίν, Φιντέλ Κάστρο, Πολ Ποτ. Η βρετανική έκδοση έπεσε στα χέρια μου όταν συνάντησα τον Βιτόλντ σε συνέδριο Ευρωπαίων συγγραφέων στο Λονδίνο τον περασμένο Μάιο. Σε ένα πάρτι, βρήκα την ευκαιρία να συνομιλήσουμε κατ’ ιδίαν. «Οταν το διαβάσω, θέλω συνέντευξη», του είπα. Και όντως, την περασμένη Τρίτη «ξανασυναντηθήκαμε» μέσω Zoom.

«Από τον σεφ του Χότζα ξεκίνησα αυτό το πρότζεκτ, που συνολικά μου πήρε τέσσερα χρόνια για να ολοκληρωθεί», μου λέει από το γραφείο του στη Βαρσοβία. Ο Βιτόλντ είχε την ιδέα να ερευνήσει και να γράψει ένα τέτοιο βιβλίο όταν στα νιάτα του έγινε, περίπου από τύχη, ο ίδιος σεφ σε μεξικάνικο εστιατόριο στην Κοπεγχάχη. Αφού αργότερα έγινε ένας από τους πιο πολυβραβευμένους δημοσιογράφους-συγγραφείς στην Πολωνία, σκέφτηκε να γράψει ένα βιβλίο για τους σεφ των Γιαρουζέλσκι, Τσαουσέσκου και Χόνεκερ – κομμουνιστών δικτατόρων δηλαδή. Αφού όμως ο Penguin εξέδωσε το πρώτο του βιβλίο («Dancing Bears: True Stories of People Nostalgic for Life Under Tyranny» – με αναφορές στην Ελλάδα της οικονομικής κρίσης, την οποία κάλυψε ως ρεπόρτερ), σκέφτηκε να κάνει κάτι πιο οικουμενικό. Ετσι επεκτάθηκε έως την Αλβανία, την Κούβα, το Ιράκ, την Ουγκάντα και την Καμπότζη.

Στην κουζίνα ενός τυράννου-1
Ο Ιντι Αμίν σε δείπνο στο Χίλτον της Νέας Υόρκης, το 1973. Στο πλάι του, ο τότε γενικός γραμματέας του ΟΗΕ, Κουρτ Βαλντχάιμ. Φωτ. A.P. /Red

Δύσκολη αποστολή

Ο Βιτόλντ ταξίδεψε σε όλες αυτές τις χώρες. Χρειάστηκε να ξετρυπώσει αυτούς τους ανθρώπους. Και μετά, να τους πείσει να του μιλήσουν. Τους έπειθε ακόμη και να μαγειρέψουν παρέα τα φαγητά που έφτιαχναν στους δικτάτορες. Αλλά δεν ήταν εύκολο. Ο Αμπού Αλί, ο σεφ του Σαντάμ, αρνιόταν επί τρία χρόνια να του μιλήσει. Η Γιονγκ Μοέν, η μαγείρισσα του Πολ Ποτ, απέφευγε να απαντήσει σε κάποια ερωτήματά του.

Παράλληλα με τους μονολόγους των μαγείρων, μαθαίνουμε τις ιστορίες των ανθρώπων που συναντά σε αυτά τα μέρη ο Βιτόλντ, τους συνδέσμους του με τους σεφ, τους οδηγούς και τους ξεναγούς, ο κάθε ένας από τους οποίους έχει μια ιστορία να διηγηθεί από τα χρόνια της τυραννίας.

Ενα γνωμικό λέει «όσο πιο κοντά στον Καίσαρα, τόσο πιο μεγάλος ο φόβος». Αυτή ακριβώς ήταν η κατάσταση με τους περισσότερους από αυτούς τους σεφ. Ο Οτόντε Οντέρα, σεφ του Ιντι Αμίν, του αιμοσταγούς δικτάτορα της Ουγκάντας (1971-1979), εξομολογείται: «Ηξερα ότι δεν υπήρχε τρόπος να βοηθήσω όλους αυτούς τους ανθρώπους που σκότωνε. Πώς στο καλό θα μπορούσα; Δηλητηριάζοντας τον Αμίν; Θα έχανα κι εγώ τη ζωή μου, και πώς θα μπορούσα να ξέρω ότι ο επόμενος πρόεδρος δεν θα έκανε και αυτός σκοτωμούς; Οσοι εργαζόμασταν στο προεδρικό παλάτι ξέραμε ότι δουλεύαμε για έναν τρελό, ο οποίος μπορεί να ξυπνούσε το πρωί και να έβαζε να μας σκοτώσουν όλους. (…) Πίστευα ότι μαγείρευα αρκετά καλά ώστε ο Αμίν να μη με σκοτώσει. Αλλά κάθε μέρα που περνούσε, αυτή η πίστη μου ότι θα βγω ζωντανός ξεθώριαζε. Οι δύο από τις πέντε γυναίκες του πέθαναν με τραγικό τρόπο, πιθανότατα τις εκτέλεσαν οι στρατιώτες του».

«Το μεγαλύτερο πρόβλημα του Χότζα ήταν πως ήταν διαβητικός», λέει στον Βιτόλντ ο Κύριος Κ. «Υπέφερε πολλά χρόνια και δεν μπορούσε να καταναλώνει περισσότερες από χίλιες πεντακόσιες θερμίδες την ημέρα. Δεν μπορούσες να παρακάμψεις αυτόν τον κανόνα. Τα πάντα ζυγίζονταν όπως σε φαρμακείο. (…) Κατά τη γνώμη μου, εξαιτίας αυτής της δίαιτας, ο Χότζα πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του πεινασμένος και γι’ αυτό ήταν συνήθως εκνευρισμένος. (…) Ηξερα πώς να του φτιάξω το κέφι. Πολύ συχνά καθόταν στο τραπέζι εκνευρισμένος και μετά σηκωνόταν και είχε κέφια, μέχρι που έλεγε και ανέκδοτα. Ποιος ξέρει πόσες ανθρώπινες ζωές είχα σώσει με αυτό τον τρόπο; (…)

Ο Κύριος Κ θυμάται ότι ζούσε «σε μια συνθήκη διαρκούς φόβου. Ολοι στο προσωπικό φοβούνταν ότι μια μέρα ο Χότζα θα ξυπνούσε κακόκεφος και θα μας έστελνε όλους σε κάποιο στρατόπεδο ή θα έβαζε να μας σκοτώσουν. (…) Ο πρώτος μάγειρας του Χότζα αυτοκτόνησε. Ποτέ δεν έμαθα γιατί. Αργότερα, ένας από τους μάγειρες που άρχισαν να δουλεύουν γι’ αυτόν πριν από μένα, εξαφανίστηκε. Δεν ξέρω τι του συνέβη: μια μέρα δεν ήρθε στη δουλειά και ήταν καλύτερα να μη ρωτήσεις τι είχε απογίνει».

«Πίστευα ότι μαγείρευα αρκετά καλά ώστε ο Αμίν να μη με σκο- τώσει. Αλλά κάθε μέρα που περνούσε, αυτή η πίστη μου ότι θα βγω ζωντανός ξεθώριαζε».

Αλλά δεν μιλούν μόνο για τον φόβο που τους βασάνιζε. Ο Αμπού Αλί, ο σεφ του Σαντάμ, θυμάται ότι ο Ιρακινός δικτάτορας «ποτέ του δεν κατανάλωνε εισαγόμενα τρόφιμα: έτρωγε μονάχα ιρακινά πιάτα, ετοιμασμένα αποκλειστικά από ιρακινά προϊόντα. Γιατί να φάει εισαγόμενο ρύζι όταν το καλύτερο ρύζι του κόσμου είναι στο Ιράκ;». Οταν συνελήφθη ο Σαντάμ, βρέθηκε πάνω του παστουρμάς που του είχε μαγειρέψει ο Αμπού Αλί. «Τον είχε μαζί του έως το τέλος».

Στην κουζίνα ενός τυράννου-2

Στην Κούβα, ο Βιτόλντ βρίσκει, κάτω από τη μύτη της μυστικής αστυνομίας, όχι μόνον έναν αλλά δύο σεφ του Κάστρο: τον Εράσμο, ο οποίος πλέον έχει ένα καλό εστιατόριο, και τον Φλόρες, ο οποίος ζει σε συνθήκες ένδειας και στα πρόθυρα της άνοιας. Ο τελευταίος τού μεταφέρει ένα χαρακτηριστικό επεισόδιο: «Μια φορά, ο ελ Κομαντάντε καθόταν στο ξενοδοχείο Νασιονάλ με τον σύντροφο Τσε, οι δυο τους. Ο σερβιτόρος τούς έφερε παγωτό· ο ελ Κομαντάντε τρελαινόταν για παγωτό, μπορούσε να φάει δέκα κουταλιές ή και περισσότερο με το φαγητό του, αλλά εκείνη τη μέρα τα χέρια του σερβιτόρου έτρεμαν πολύ άσχημα και ο ελ Κομαντάντε του λέει: “Φίλε μου, δοκίμασε εσύ πρώτος το παγωτό”. Ο σερβιτόρος άσπρισε. Αυτή ήταν η πρώτη φορά που σκέφτηκαν ότι θα έπρεπε να έχουν για ασφάλεια ένα δοκιμαστή…».

Κατά τον Εράσμο, «το μεγαλύτερο πρόβλημα με τον Φιντέλ ήταν ότι όταν ήταν στο αντάρτικο είχε μάθει να τρώει άστατες ώρες. Ηταν αδύνατον να σχεδιάσεις κάτι μαζί του. Για ένα μάγειρα, αυτή είναι μια δύσκολη κατάσταση. Ουσιαστικά δουλεύεις ανά πάσα στιγμή, μέρα και νύχτα».

«Οι δικτάτορες έχουν πολύ περισσότερο ενδιαφέρον από τους δημοκρατικά εκλεγμένους ηγέτες», σχολιάζει ο Βιτόλντ. «Οταν έχεις μια λειτουργική δημοκρατία, αυτό σημαίνει ότι ο ασθενής είναι υγιής οπότε δεν χρειάζεσαι γιατρό. Οπως το βλέπω, ο ρεπόρτερ είναι ένα είδος γιατρού. Αυτό ήμουν σε αυτό το βιβλίο. Προσπαθούσα να κάνω ένα είδος διάγνωσης. Η ιδέα είναι ότι εμείς, οι πολίτες, δίνουμε την εξουσία στους δικτάτορες χωρίς να το καταλάβουμε. Το βιβλίο, σε ένα πρώτο επίπεδο, αφορά το τι μπορεί να τρώει ένας δικτάτορας, πώς ένας σεφ ετοιμάζει φαγητό για έναν τέτοιο άνθρωπο. Υπάρχει όμως και ένα δεύτερο επίπεδο ανάγνωσης: πώς τους ταΐζουμε όλοι εμείς. Τι συμβαίνει όταν, εμμέσως έστω, παραδίδουμε την εξουσία σε επικίνδυνους ανθρώπους. Το βιβλίο αυτό το βλέπω, ειδικά σήμερα, σαν μια προειδοποίηση, διότι πιστεύω ότι ζούμε σε επικίνδυνους καιρούς, καιρούς έτοιμους να υποδεχθούν δικτάτορες. Οταν οι άνθρωποι χάνουν το αίσθημα της σταθερότητας, κάτι που συμβαίνει σήμερα, στρέφονται σε επικίνδυνους ανθρώπους, που είναι έτοιμοι να τους υποσχεθούν τα πάντα. Ενας δημοκράτης πολιτικός ξέρει πως δεν έχει μαγικές συνταγές. Ενας επίδοξος τύραννος, όμως, δεν διστάζει να υποσχεθεί άμεσες λύσεις. Ο κόσμος έλκεται από αυτό».

Στην κουζίνα ενός τυράννου-3
Ο Βιτόλντ Ζαμπλόβσκι με την Γιονγκ Μοέν, μαγείρισσα του Πολ Ποτ.

Στην Καμπότζη

Απ’ όλα τα ταξίδια και τις συναντήσεις, ο Βιτόλντ θυμάται περισσότερο την Καμπότζη και τη Γιονγκ Μοέν, τη μαγείρισα του Πολ Ποτ. Επί των ημερών του, ως ηγέτη των Κόκκινων Χμερ στην Καμπότζη, εξοντώθηκαν δύο εκατομμύρια άνθρωποι (1976-79). «Οπου κι αν περπατήσεις σε αυτή τη χώρα», λέει ο Βιτόλντ, «περπατάς πάνω σε κρανία και κόκκαλα. Ηταν ο χειρότερος απ’ όλους: διέπραξε γενοκτονία στην ίδια του τη χώρα». Η ειρωνεία εδώ είναι πως ό,τι έκανε το έκανε σε μεγάλο βαθμό μέσω της πείνας, του λιμού.

Αυτό που σόκαρε τον Βιτόλντ ήταν η λατρεία της Γιονγκ Μοέν προς τον Πολ Ποτ: στο βιβλίο, μέσα από τα λόγια της, αυτό που προκύπτει είναι μια γλυκιά, ευγενική φιγούρα, χαμηλών τόνων. Και όχι μόνον αυτό. «Εάν η Ανγκάρ (σ.σ. η κομμουνιστική οργάνωση των Κόκκινων Χμερ του Πολ Ποτ) είχε αποφασίσει πως είχα διαπράξει προδοσία, θα συμφωνούσα με την Ανγκάρ», ομολογεί ευθαρσώς στο βιβλίο. «Η Ανγκάρ έχει εκατό μάτια, όπως ένας ανανάς. Εγώ έχω εκατό μάτια; Οχι. Συνεπώς, πίστευα ότι η Ανγκάρ έβλεπε και ήξερε περισσότερα από μένα. Και εάν η Ανγκάρ είχε αποφασίσει ότι πρέπει να πεθάνω, θα είχα πεθάνει».

«Υπάρχει μια στιγμή στην Καμπότζη», μου λέει ο Βιτόλντ, «που ανατρίχιασα. Η γυναίκα αυτή ζούσε κάπου δέκα χιλιόμετρα μακριά από τον τάφο του Πολ Ποτ. Της λέω “πήγαινέ με στον τάφο του, να μαγειρέψουμε εκεί το αγαπημένο του φαγητό”. Αρνήθηκε. Μου λέει: “Η ψυχή του δεν είναι εκεί πια. Ο Πολ Ποτ έχει πλέον μετενσαρκωθεί. Αρα ζει πια ανάμεσά μας. Ισως να είναι στην Πολωνία, ίσως στη Γερμανία, ίσως στις ΗΠΑ. Πάντως βρίσκεται ανάμεσά μας”. Εκεί τρόμαξα, στ’ αλήθεια. Διότι, τελικώς, γι’ αυτό μιλάει το βιβλίο: για τους νέους Πολ Ποτ που ζουν ανάμεσά μας».

Στην κουζίνα ενός τυράννου-4
Ο Σαντάμ Χουσεΐν (αριστερά) με τον προσωπικό του σεφ, Αμπού Αλί.

Στόχος το… Κρεμλίνο

Ο Βιτόλντ έχει ένα ακόμη βιβλίο στο ενεργητικό του, με θέμα την Τουρκία, βασισμένη στον ένα χρόνο που έζησε εκεί («The Assassin from Apricot City»), ενώ ετοιμάζει τώρα ένα βιβλίο με θέμα τις μαγειρικές και τους σεφ της Ρωσίας, από τους τσάρους, τον Λένιν, τον Στάλιν, τον Μπρέζνιεφ, την περεστρόικα έως τη σύγχρονη Ρωσία. Ωστόσο, όσο κι αν γνωρίζει καλά πώς λειτουργούν οι κουζίνες της εξουσίας στο Κρεμλίνο, δεν μπόρεσε να μιλήσει με τον προσωπικό σεφ του Πούτιν. «Δεν προσπάθησα καν», μου λέει χαμογελώντας με νόημα. «Διότι αν το έκανα, το πιθανότερο είναι ότι θα βρισκόμουν “θαμμένος” σε κάποια φυλακή κάπου στη Ρωσία…».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT