Ο ευαίσθητος, μελαγχολικός και υπέροχος σκηνοθέτης Τέρενς Ντέιβις

Ο ευαίσθητος, μελαγχολικός και υπέροχος σκηνοθέτης Τέρενς Ντέιβις

Εφυγε χθες από τη ζωή σε ηλικία 77 ετών ο σημαντικός Βρετανός σκηνοθέτης Τέρενς Ντέιβις

2' 9" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Εφυγε χθες από τη ζωή σε ηλικία 77 ετών ο σημαντικός Βρετανός σκηνοθέτης Τέρενς Ντέιβις. Λιγότερο γνωστός από όσο θα του άξιζε στα μέρη μας, ο Ντέιβις εκτιμήθηκε περισσότερο τα τελευταία χρόνια της ζωής –και της δημιουργίας– του ακόμη και στην πατρίδα του, την Αγγλία. Οι ταινίες του, σχετικά λίγες σε αριθμό, δεν κέρδισαν πολύ μεγάλα βραβεία, και όμως ιδιαίτερα κάποιες από αυτές μπορούν άνετα να βρουν τη θέση τους ανάμεσα στο σπουδαίο ευρωπαϊκό σινεμά των τελευταίων τριών δεκαετιών.

Γέννημα θρέμμα του Λίβερπουλ, ο Ντέιβις έβαλε τα προσωπικά του βιώματα στο επίκεντρο των πρώτων φιλμ του· ήδη από την παρθενική τριλογία μικρού μήκους, όπου επί της ουσίας αφηγείται τη δική του ιστορία ως παιδί καθολικής ανατροφής, που είδε τον βίαιο πατέρα του να πεθαίνει όταν ο ίδιος ήταν ακόμη επτά ετών, για να καταλήξει στο οικοτροφείο. Το κινηματογραφικό σύμπαν του, ωστόσο, παίρνει ολοκληρωτικά σάρκα και οστά με το μεγάλο μήκους ντεμπούτο «Μακρινές φωνές, ασάλευτες ζωές» (1988), το οποίο αποτελεί ίσως και το μεγαλύτερο αριστούργημά του. Αντίθετα από την προδιάθεση του τίτλου, οι φωνές εδώ είναι ξεκάθαρες και οι ζωές γεμάτες δράση, καθώς στο επίκεντρο της αφήγησης μπαίνει μια αγγλική οικογένεια της εργατικής τάξης. Βασικός χαρακτήρας στο πρώτο μέρος είναι ο πατέρας (τον υποδύεται υπέροχα ο Πιτ Πόσλγουεϊτ), φιγούρα αυστηρή που εμπνέει φόβο, ο οποίος ωστόσο έχει να αντιμετωπίσει και εκείνος τους δικούς του δαίμονες.

Οι ταινίες του, σχετικά λίγες σε αριθμό, μπορούν άνετα να βρουν τη θέση τους ανάμεσα στο σπουδαίο ευρωπαϊκό σινεμά των τελευταίων τριών δεκαετιών.

Τόσο η συγκεκριμένη ταινία όσο και το υπόλοιπο σινεμά του Τέρενς Ντέιβις αποπνέουν μια σχεδόν δραματική ειλικρίνεια. Σίγουρα υπάρχει διάχυτη μελαγχολία, η οποία τον ακολουθούσε και στην προσωπική του ζωή, όμως αυτό δεν τον εμπόδιζε να παρατηρεί με μεγάλη οξύτητα όσα συμβαίνουν γύρω του και να τα μεταφέρει ποιητικά στην οθόνη. Και όλα αυτά δίχως να φοβάται την προσωπική εξομολόγηση –ήταν άλλωστε ανοιχτά ομοφυλόφιλος–, η οποία είναι εξίσου διακριτή και στο «Η μεγάλη μέρα τελειώνει» (1992), τη δεύτερη επίσης εξαιρετική ταινία του, που αποτελεί και προφανή φόρο τιμής-ευγνωμοσύνης στην τέχνη του σινεμά, στα χνάρια άλλων σπουδαίων δημιουργών σαν τον Σκορσέζε και τον Φελίνι.

Οι πιο ύστερες ταινίες του Ντέιβις γίνονται λιγότερο προσωπικές, αντλώντας πλέον υλικό από μυθιστορήματα ή βιογραφίες. Παρ’ όλα αυτά διατηρούν μια σπάνια ευαισθησία, προκαλώντας το κινηματογραφικό αισθητήριο του θεατή, ενώ ταυτόχρονα εξάγουν μοναδικές ερμηνείες από τους πρωταγωνιστές τους: την Τζίλιαν Αντερσον στο «Σπίτι της επιθυμίας» (2000), τη Σίνθια Νίξον ως Εμιλι Ντίκινσον στο «Ηρεμο πάθος» (2006) και τον Τζακ Λόουντεν στην «Ευλογία» (2021), την επική βιογραφία του ποιητή Σίγκφριντ Σασούν που έμελλε να αποτελέσει και το κύκνειο άσμα του Βρετανού σκηνοθέτη.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT