«Μετανάστες» στο Λονδίνο

Η «Κ» επισκέφθηκε την έκθεση με επιλεγμένα έργα του Βλάση Κανιάρη στο Hellenic Centre

5' 13" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Κατεβαίνοντας τις σκάλες που οδηγούν στην υπόγεια αίθουσα των περιοδικών εκθέσεων στο Hellenic Centre του Λονδίνου –επισκέπτρια της έκθεσης «Selected Works 1960s-1980s»-, μπαίνω αμέσως στον κόσμο του Βλάση Κανιάρη (1928-2011), ενός από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες της γενιάς του ’60.

Εναν κόσμο που έχει κατασκευαστεί από υλικά του παρελθόντος. Ακόμη και στην εποχή που δημιουργήθηκαν τα έργα, τα ρούχα που φορούν οι κούκλες ήταν ήδη φθαρμένα, οι εφημερίδες διαβασμένες, τα παπούτσια είχαν κάνει τα χιλιόμετρά τους, τα παιδικά παιχνίδια είχαν πολλάκις χρησιμοποιεί και οι βαλίτσες φθαρεί στα ταξίδια. Ομως, το σύμπαν στο οποίο ζουν και αναπνέουν τα έργα παραμένει ζωντανό, και οι ιστορίες που διηγούνται ακούγονται ακόμη στις γωνιές των δρόμων, σε σταθμούς τρένων, στις διαδρομές που ακολουθούν οι μετανάστες της υφηλίου.

Ο ίδιος είχε πει σε μια συνέντευξή του: «Η προσέγγισή μου ήταν πάντοτε να δώσω μορφή σε κάτι που με απασχολούσε. Αλλά αφού δεν μπορεί να γίνει επανάσταση από τέτοια έργα, τουλάχιστον ας έχουν ένα επαναστατικό λόγο. (…) Δεν πιστεύω στις ξαφνικές μεταβολές του κόσμου. Τα πράγματα χρειάζονται τον χρόνο τους για να ωριμάσουν».

Κάπως έτσι, ακολουθώντας το ποτάμι του χρόνου, η δουλειά του Κανιάρη ήρθε και πάλι στο Λονδίνο, σχεδόν πενήντα χρόνια από την παρουσίαση της σειράς «Μετανάστες» (1971-76) στο Institute of Contemporary Arts, το 1976. «H έκθεση είναι για μένα η επίσημη έναρξη του νέου προγράμματος του Hellenic Centre παρόλο που έχουμε ξεκινήσει ήδη από τον Ιανουάριο 2023 με δημόσιο πρόγραμμα», λέει στην «Κ» η δρ Νάγια Γιακουμάκη, διευθύντρια του Κέντρου εδώ και λίγο καιρό. Εχοντας εργαστεί επί δύο δεκαετίες στην γκαλερί White Chapel, έναν οργανισμό τέχνης που απευθύνεται σε όλους χωρίς να προδίδει τις αρχές του, ανέλαβε τα καθήκοντά της με όραμα να ανοίξει το Κέντρο στο αγγλικό και διεθνές κοινό, στους νέους, στους ανθρώπους που αντιλαμβάνονται την τέχνη ως τρόπο επικοινωνίας με το παρόν.

Τα έργα της έκθεσης, στην πλειονότητά τους εγκαταστάσεις μεγάλης κλίμακας, έχουν φωτιστεί με τρόπο που αναδεικνύει τη δραματικότητά τους. Το «Πιθανό φόντο» (Possible Background, 1974) με τους πρόχειρα τυλιγμένους μουσαμάδες δίπλα στο παλιομοδίτικο καροτσάκι, η «Εικόνα» (Image, 1971) με τις βαλίτσες που δένονται με σπάγκο, ο ακέφαλος «Σημαιοφόρος» (Flag Baerer, 1985), η «Mεγάλη κούνια» (The Big Swing, 1974) αποδεικνύουν ότι ο Κανιάρης υπήρξε πάντοτε ένας οξύνους παρατηρητής του καιρού του, και η εικαστική γλώσσα του, μένοντας επί χρόνια εκτός των κυρίαρχων ρευμάτων της εποχής του, μπορεί άνετα να συνδιαλέγεται με τον 21ο αιώνα.

Οι ιστορίες που διηγούνται τα έργα ακούγονται ακόμη στις διαδρομές που ακολουθούν οι μετανάστες της υφηλίου.

«Ο Κανιάρης ανήκει στο ιστορικό δυναμικό της ελληνικής τέχνης, αλλά η δουλειά του δεν είναι πεπερασμένη. Η επιλογή της έκθεσης των έργων του υπήρχε στη σκέψη μου από τα χρόνια της White Chapel, επειδή μου άρεσε ανέκαθεν και επιπλέον θαύμαζα το τόλμημά του: Ενας καλλιτέχνης από την Ελλάδα που δεν ήταν ευρύτερα γνωστός, τουλάχιστον στην αρχή της δημιουργικής πορείας του, άρχισε να αγνοεί τη ζωγραφική, τη γλυπτική, τους επίσημους θεσμούς και να πειραματίζεται. Οχι μόνο με τη φόρμα αλλά και με τα υλικά. Υλικά τέτοια που οποιοδήποτε μουσείο μπορούσε –ειδικά τότε– να θεωρεί ευτελή. Το έργο του παρουσιάζει ευρηματικότητα στη φόρμα, πολιτική συνείδηση και την προσωπική εμπειρία ενός μετανάστη, που μολονότι υπήρξε εύπορος έζησε την ανασφάλεια αυτής της συνθήκης ζωής».

«Μετανάστες» στο Λονδίνο-1
Βλάσης Κανιάρης, «Η μεγάλη κούνια» (The Big Swing, 1985). Μέρος της δωρεάς D. Daskalopoulos Collection στην γκαλερί Tate. [Courtesy the artist and A/D Gallery. Photo: Nikos Markou.]

Αφού φοίτησε για πέντε χρόνια στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Αθήνας, ο Κανιάρης εγκατέλειψε τις σπουδές του και στράφηκε στη Σχολή Καλών Τεχνών. Από το 1956 έως το 1960 έζησε στη Ρώμη και κατόπιν, έως το 1966, στο Παρίσι. Επέστρεψε στην Ελλάδα, αλλά οι πολιτικές συνθήκες τον ανάγκασαν να γυρίσει και πάλι στο Παρίσι το 1969. Η επεξεργασία των «Μεταναστών», θέματος-σταθμού στη δουλειά του, τον οδήγησε στο Βερολίνο, όπου εργάστηκε για σχεδόν δύο χρόνια με υποτροφία της D.A.A.D. Το 1976, δύο χρόνια μετά την πτώση της δικτατορίας, εγκαταστάθηκε οριστικά στην Ελλάδα, έχοντας εκλεγεί καθηγητής στην έδρα της ζωγραφικής της Αρχιτεκτονικής Σχολής του ΕΜΠ, όπου δίδαξε μέχρι το 1996. Εφυγε από τη ζωή το 2011 και η τελευταία φορά που παρουσιάστηκε το έργο του στην Ελλάδα ήταν το 2016 στο Ιδρυμα Τηνιακού Πολιτισμού, σε επιμέλεια του Χριστόφορου Μαρίνου με τίτλο «Προς Τήνο ΙΙΙ».

«Είναι σημαντικό να δείξουμε τον καλλιτέχνη στο Λονδίνο, μια πόλη που παραμένει διεθνές κέντρο της τέχνης. Τα δύο έργα που ανήκουν στη συλλογή της Tate Gallery –”Image” και “Untitled”– εκτίθενται στο κοινό για πρώτη φορά. Χάρη στη δωρεά της συλλογής του Δημήτρη Δασκαλόπουλου στο ίδιο μουσείο –”Possible Background” και “Βig Swing”–, πιστεύω ότι και η Tate μπορεί να επισκεφθεί ξανά τα δικά της αποκτήματα, και από τη στιγμή που θα αρχίσει να τα δείχνει, οι φιλότεχνοι του Λονδίνου θα γνωρίσουν όλοι τον Βλάση Κανιάρη».

Στα εγκαίνια της έκθεσης, ήταν παρών και ο γιος του καλλιτέχνη, Αλέξης Κανιάρης. Συζητώντας μαζί του ανακαλεί οικογενειακές αναμνήσεις από παιδικά χρόνια που έζησαν κυρίως στο εξωτερικό και ιδανικά ελληνικά καλοκαίρια στην Τήνο, από όπου ήταν η καταγωγή της μητέρας του. «Είναι ήδη δύσκολο να γράψεις για έναν καλλιτέχνη, πόσο μάλλον όταν αυτός ο καλλιτέχνης είναι ο πατέρας σου», λέει ο ίδιος προλογίζοντας την έκθεση στο Hellenic Centre. «Οι φίλοι του ήταν οι σημαντικοί και διάσημοι, αλλά ταυτόχρονα και οι απλοί ψαράδες. Χάρη στην οικογενειακή του προέλευση και στο πολιτικό παρελθόν του, είχε τη δυνατότητα να απολαμβάνει τη συντροφιά ανθρώπων πολύ διαφορετικών από αυτούς που ανήκαν στον κύκλο των ομοίων του. Είχε μεγάλο ταλέντο στις γλώσσες και ήταν άριστος όχι μόνο στις γλώσσες που μελέτησε στη νεότητά του, αλλά και στα αγγλικά και ιδίως στα ιταλικά, τα οποία έμαθε αργότερα στη ζωή του. Εζησε και εργάστηκε σε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις και, αν δεν είχε έντονη φοβία για τις πτήσεις, αναμφίβολα θα ακολουθούσε μια καριέρα στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ομως, το πιο εντυπωσιακό στον χαρακτήρα του ήταν η τελειομανία του, ειδικά στο έργο του. Δεν ήταν προφανές για όσους δεν τον γνώριζαν καλά, αλλά το ταλέντο του στο σχέδιο και στη ζωγραφική ήταν κυρίως αποτέλεσμα πολύ σκληρής δουλειάς και πειθαρχίας. Ολα όσα έκανε έπρεπε να είναι μελετημένα και να έχουν νόημα, πρώτα γι’ αυτόν και μετά και για τους άλλους. Συνειδητοποίησα πολύ αργότερα ότι πίσω από την καλλιτεχνική του παρόρμηση και απάθεια έκρυβε καλά μια τόσο σκληρή διανοητική εξάσκηση και τελειομανία».

Hellenic Centre του Λονδίνου, «Vlassis Caniaris: Selected Works 1960s – 1980s», έως τις 18/11.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT