«Είμαι καλά. Μπαίνω στο καταφύγιο, δεν έχω ιδέα τι ώρα θα βγω για να κάνουμε τη συνέντευξη. Θα στείλω μήνυμα στο WhatsApp».
Λίγο αργότερα η Γιάελ Πέρλοβ μού προωθεί μια φωτογραφία από τον χώρο όπου βρισκόταν με τους γείτονές της. Οι περισσότεροι κοιτάζουν το κινητό, κάποιοι έχουν κενό βλέμμα, ένας ταΐζει το μωρό του. «Inferno», ήταν και η πρώτη λέξη που μου είπε η Ισραηλινή σκηνοθέτις και παραγωγός, όταν κατάφερε να επιστρέψει σπίτι της και να μου μιλήσει.
Με το ξέσπασμα του πολέμου η Πέρλοβ ήταν η πρώτη που μου ήρθε στο μυαλό. Την είχα γνωρίσει χάρη σε μια συνέντευξη που κάναμε στην Αθήνα. Διδάσκει κινηματογράφο στο Πανεπιστήμιο του Τελ Αβίβ, όπου και ζει. Μου είχε κάνει εντύπωση η στάση της. Θεωρούσε ότι πρέπει να υπάρχει επαφή με την «άλλη πλευρά», είχε επισκεφθεί τη Ραμάλα (όχι και τόσο ασφαλές μέρος για γυναίκα και μάλιστα Εβραία), είχε συνεργαστεί με νεαρούς Παλαιστινίους και με Ισραηλινούς φοιτητές της με κοινές ταινίες μικρού μήκους για θέματα μη πολιτικά. Είχε αγωνιστεί για τη μετριοπάθεια, είχε αντιταχθεί στη μισαλλοδοξία, είχε πάρει θαρραλέα θέση, όχι πάντα δημοφιλή ανάμεσα στους συμπατριώτες της που ασπάζονταν τον ακραίο εθνικισμό. Πώς νιώθει άραγε μετά τις σφαγές;
«Είμαι τυχερή· ο σύζυγος και ο γιος μου είναι για δουλειά στη Γαλλία. Δεν είναι έφεδροι, οπότε προς το παρόν μένουν εκεί. Η κόρη μου είναι στο βόρειο τμήμα της χώρας και ανησυχώ πολύ για εκείνη διότι η βία κλιμακώνεται. Μέχρι στιγμής έχουν δολοφονηθεί τρεις από τους φοιτητές μου στο πανεπιστήμιο, άλλοι γνωστοί μου είναι όμηροι. Μια φοιτήτριά μου έχασε τον σύζυγό της και πατέρα του μωρού της. Εκείνη μπόρεσε να το σκάσει και να ζήσει. Αποφάσισε ότι η τελευταία πράξη αγάπης προς τον νεκρό της άνδρα θα ήταν να βρει το σώμα του και να πάρει το σπέρμα του για να κάνει ένα παιδί μετά θάνατον μαζί του. Για να γίνει κάτι τέτοιο όμως έπρεπε να εντοπιστεί η σορός του μέσα σε 72 ώρες. Το άψυχο σώμα του βρέθηκε ανάμεσα σε δεκάδες άλλα και τελικά τα κατάφερε. Τώρα που σας το περιγράφω, σχεδόν δεν πιστεύω την ίδια μου τη φωνή που σας τα διηγείται. Τους είχα δει πριν από λίγες ημέρες: Ηταν δύο ταλαντούχοι νέοι, εξαιρετικοί σκηνοθέτες, με καριέρα μπροστά τους. Μου φαίνεται αδιανόητο ότι αυτό το αγαπημένο ζευγάρι κατέληξε σε αυτήν την τραγωδία. Ζούμε ασύλληπτα πράγματα εδώ. Δεν ξέρω πότε θα τα συνειδητοποιήσουμε».
Το θεμελιώδες αφήγημα για το κράτος μας, ότι είμαστε ασφαλείς μέσα στα σύνορά του χάρη στις μυστικές υπηρεσίες μας και στην άμυνά μας, έχει καταρρεύσει.
«Επεσαν όλοι εντελώς έξω»
Πώς αντιδρά ο κόσμος γύρω της; «Ο καθένας έχει τον δικό του τρόπο να προφυλαχθεί. Αλλοι είναι με κρίσεις πανικού, άλλοι βυθισμένοι στην απάθεια, άλλοι προσπαθούν να μάθουν τα πάντα, άλλοι δεν αντέχουν να ξέρουν. Νομίζω η μεγαλύτερη ανασφάλεια προέκυψε από την κατάρρευση του θεμελιώδους αφηγήματος για το κράτος μας ότι είμαστε ασφαλείς μέσα στα σύνορά του χάρη στις μυστικές υπηρεσίες μας και στην άμυνά μας. Οι άνθρωποι της Μοσάντ ήταν οι ήρωές μας. Ακόμη και τις πρώτες ώρες της εισβολής, το θέμα υποτιμήθηκε στα ΜΜΕ. Επεσαν όλοι εντελώς έξω», λέει με τη βεβαιότητα πως οι Ισραηλινοί είδαν αυτήν τη φορά μαζί με τις ρουκέτες ένα «ιερό τοτέμ» να πέφτει. «Αυτό που βιώνουμε τώρα δεν είναι πόλεμος, είναι σφαγές σαν του ISIS με αίμα εντελώς αθώων ανθρώπων. Πρόκειται για ένα ακόμη κεφάλαιο, εξαιρετικά αποτρόπαιο, σε μια μακρά ιστορία σύγκρουσης, κατά την οποία καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε ως κράτος τις πολιτικές επιλογές μας έναντι του παλαιστινιακού ζητήματος, τα λάθη μας. Χάσαμε πολλά χρόνια που θα μπορούσαμε να έχουμε κάνει πράγματα για να αποφύγουμε τα χειρότερα, αφήσαμε περιθώριο στη Χαμάς στη Λωρίδα της Γάζας να εργαλειοποιήσει την απόγνωση. Ο μεγαλύτερος φόβος μου δεν είναι μόνο πόσο θα κρατήσει ο πόλεμος, αλλά ότι μετά μπορεί το Ισραήλ να διχαστεί από έναν εμφύλιο. Το θέμα δεν είναι θρησκευτικό αλλά καθαρά πολιτικό», λέει η Πέρλοβ, αναφέροντας με σαφήνεια τον ρόλο των ακροδεξιών όχι μόνο στη νυν κυβέρνηση, αλλά και παλαιότερα, ωσάν το κλειδί που άνοιξε την κερκόπορτα, προκαλώντας στο εσωτερικό της χώρας τεράστιες εντάσεις.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει και κάτι ακόμη που λέει η Πέρλοβ: η άγνοια και η αδιαφορία που είχε η νέα γενιά Ισραηλινών για το Παλαιστινιακό, το οποίο εξαιτίας του αποκλεισμού των Παλαιστινίων ήταν σε αφάνεια. «Τα νέα παιδιά ασχολούνταν με άλλα πράγματα. Το οξύ οικονομικό πρόβλημα λόγω της ακρίβειας στο Ισραήλ ήταν η προτεραιότητά τους. Οι Παλαιστίνιοι δεν υπήρχαν στο προσκήνιο. Δεν ήταν κάτι που τους ανησυχούσε στην καθημερινότητά τους ακριβώς επειδή δεν έρχονταν σε επαφή μαζί τους. Δεν ήξεραν πώς είναι η ζωή τους στη Δυτική Οχθη ή στη Λωρίδα της Γάζας. Τώρα και αυτή η γενιά έπεσε στα βαθιά της σύγκρουσης. Πρόκειται για ένα τεράστιο συλλογικό τραύμα που έρχεται να προστεθεί σε πολλά άλλα που προϋπήρχαν», εξηγεί, προσθέτοντας ότι μέσα στην τρέλα των ημερών προσπαθεί ώστε η 90χρονη μητέρα της, επιζήσασα των στρατοπέδων, να μην πολυκαταλάβει τι συμβαίνει. «Φανταστείτε ότι υπήρχαν γέροντες που είχαν ζήσει το Ολοκαύτωμα, τους έπιασαν ομήρους και τους πήγαν στη Γάζα οι πολεμιστές της Χαμάς χαμογελώντας λες και μετέφεραν ζώα».
Το τέλος της ειρήνης;
Και το θέμα της ειρήνης; Χάθηκε για πάντα; «Την ώρα που ξέσπασε ο πόλεμος μόνταρα ένα φιλμ για τους Παλαιστινίους. Ο συνάδελφός μου και φίλος μου από τη Ραμάλα, Αχμάντ Μπαργκούτι, που κάναμε μαζί τη συνεργασία μεταξύ Παλαιστινίων και Ισραηλινών νεαρών κινηματογραφιστών, με πήρε τηλέφωνο για να μου πει “Είμαι μαζί σου”. Είναι εύκολο να μισείς. Είναι αφάνταστα δύσκολο να κρατήσεις απόσταση από αυτούς εντός του παλαιστινιακού λαού που δεν διαπράττουν ούτε εγκρίνουν τις κτηνωδίες. Ολα τα χρόνια της ζωής μου πίστευα ότι πρέπει να μιλάς στον εχθρό σου, ότι αυτό δίνει ένα είδος δύναμης και ελπίδας. Δεν θεωρούσα ποτέ ότι θα γίνουμε φίλοι, αλλά η γνώμη μου ήταν πως μόνο αν κρατήσουμε τους διαύλους επικοινωνίας ανοιχτούς θα μπορούσαμε να βρούμε μια συμφωνία. Ακόμη και αυτήν την πιο σκοτεινή ώρα, πιστεύω ότι η επιθυμία για ειρήνη προέρχεται από την ανάγκη να βρούμε ένα νόημα στη ζωή μας για ένα καλύτερο μέλλον, αλλιώς η ύπαρξή μας τι ουσία θα έχει; Το τελευταίο δεν είναι μια φράση κλισέ με ωραίες λέξεις, ποτέ δεν έχω παρασυρθεί από ουτοπικά οράματα και σλόγκαν για την ειρήνη. Αυτό που λέω προέρχεται από μια βαθιά εσωτερική ανάγκη για αισιοδοξία. Γιατί αυτήν τη στιγμή αισθανόμαστε ότι δεν έχουμε μέλλον».