Το κλίμα της εκδήλωσης για τη δημιουργία του «Γραφείου Σεφέρη» και του «Αναγνωστηρίου Roderick Beaton» στην ελληνική πρεσβεία στο Λονδίνο, το απόγευμα της περασμένης Δευτέρας, ήταν θαυμάσιο και αντάξιο της ελληνοαγγλικής φιλίας. «Μετά τις ομιλίες, όμως, η ατμόσφαιρα άλλαξε και το δωμάτιο πάγωσε», διηγείται η συγγραφέας Βικτόρια Χίσλοπ. Αιτία ήταν η απόφαση του Ρίσι Σούνακ να ματαιώσει τη συνάντησή του με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος επίσης βρισκόταν στην εκδήλωση. Εκτός από το αγενές, το ασεβές και το σοκαριστικό της ματαίωσης της συνάντησης, η συγγραφέας Βικτόρια Χίσλοπ επισημαίνει επίσης ότι ο ίδιος ο Σούνακ δεν έχει εξηγήσει δημοσίως την απόφασή του. Εκπληκτα, συνεχίζει η συγγραφέας, ήταν την επόμενη ημέρα και τα βρετανικά μέσα ενημέρωσης γενικώς, κάτι που σε συνδυασμό με τα αισθήματα της βρετανικής κοινής γνώμης υπέρ της επανένωσης των Γλυπτών ίσως κάνει τον Σούνακ να μετανιώσει για την απόφασή του. Σε κάθε περίπτωση, τονίζει η Χίσλοπ, «η ακύρωση της συνάντησης φανερώνει μεγάλη αδυναμία εκ μέρους του Σούνακ και δείχνει ότι δεν ήταν έτοιμος να κάνει έστω μια συζήτηση για το θέμα. Ολοι οι πολιτικοί όμως, σε οποιοδήποτε ζήτημα και αν θέλουν να σημειώσουν πρόοδο, ξεκινούν από το να κάθονται και να συζητούν μεταξύ τους ως ίσοι».
Ο ελληνιστής Ρόντρικ Μπίτον αποφεύγει να εκφράζεται για το ζήτημα των Γλυπτών. «Σχετικά όμως με την απόφαση του Σούνακ να ακυρώσει τη συνάντηση, έχω άποψη και τη λέω έξω από τα δόντια», λέει ο ιστορικός και συνεχίζει: «Με όρους καθομιλουμένης, το βρίσκω εξωφρενικό. Με πιο επίσημη ορολογία, πρόκειται οπωσδήποτε για ένα τεράστιο διπλωματικό λάθος. Το οποίο για εμένα παραμένει, προς το παρόν τουλάχιστον, ανεξήγητο. Μπορεί στο παρασκήνιο να λανθάνει κάτι που δεν γνωρίζουμε, αλλά από όσες δηλώσεις κυκλοφορούν δεν μπορώ να καταλάβω την απόφαση του πρωθυπουργού της Βρετανίας».
H Τζάνετ Σούζμαν, επικεφαλής της Βρετανικής Επιτροπής για την Επανένωση των Μαρμάρων του Παρθενώνα, εκτιμά ότι η Βρετανία είναι «απομονωμένη» όσον αφορά τις θέσεις της για τα Γλυπτά. «Η πραγματικά σοκαριστική ασέβεια της σημερινής κυβέρνησης των Συντηρητικών προς έναν εταίρο Ευρωπαίο πρωθυπουργό, μόνο υπονομευτικά μπορεί να λειτουργήσει στην κυβερνητική “υπόθεση” της παραμονής των Γλυπτών στη Βρετανία», λέει στην «Κ» και συνεχίζει: «Το να την “κοπανάει” ο Σούνακ από μια προγραμματισμένη συνάντηση την τελευταία στιγμή οδηγεί στο συμπέρασμα ότι στην καλύτερη περίπτωση ο Βρετανός πρωθυπουργός αισθάνθηκε ανέτοιμος να παρουσιάσει μια πειστική επιχειρηματολογία για το θέμα των Γλυπτών και ότι στη χειρότερη, η ισχυρογνωμοσύνη του ενδεχομένως να βασίζεται σε κάτι πιο χονδροειδές και να απευθύνεται στην ακροδεξιά πτέρυγα του κόμματός του, στα μάτια της οποίας η Βρετανία δεν μπορεί να έχει διαπράξει κανένα σφάλμα σε όλη τη διάρκεια του αποικιακού της παρελθόντος».
«Ο πρωθυπουργός της Βρετανίας Ρίσι Σούνακ μάς έκανε ένα δώρο», λέει στην «Κ» η Ειρήνη Σταματούδη, καθηγήτρια Πνευματικής Ιδιοκτησίας και Πολιτιστικής Κληρονομιάς στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας. «Με τον δικό του, άκομψο τρόπο», σημειώνει, «κατάφερε να επανατοποθετήσει το ζήτημα των Μαρμάρων του Παρθενώνα ψηλά στην ατζέντα των βρετανικών media. Προσωπικά θεωρώ το γεγονός μεμονωμένο, καθώς αφορά ατομικά τον Σούνακ και δεν βρίσκει έρεισμα ούτε στη βρετανική κοινή γνώμη ούτε στον βρετανικό Τύπο. Η κίνηση αυτή του Βρετανού πρωθυπουργού τον απομονώνει τόσο από το δημόσιο αίσθημα όσο και από τις δίκαιες απαιτήσεις της διεθνούς κοινότητας για επαναπατρισμό σημαντικότατων πολιτιστικών αγαθών, εξέχουσα περίπτωση των οποίων είναι τα Μάρμαρα του Παρθενώνα».