Γραμμένος πριν από σχεδόν 200 χρόνια από τον Πρώσο συγγραφέα Ε.Τ.Α. Χόφμαν, ο «Καρυοθραύστης» παραμένει ένα από τα πιο παράξενα (και τρομακτικά) παιδικά παραμύθια που γράφτηκαν ποτέ. Οταν πρωτοτυπώθηκε σε μια συλλογή ιστοριών στο Βερολίνο το 1816, έμοιαζε ανένταχτος, κάπου ανάμεσα σε παιδική ρομαντική φαντασίωση και μια αρκετά «ενήλικη» επίσκεψη στην «άλλη πλευρά», εκεί όπου τα στρατιωτάκια ζωντανεύουν και μάχονται με στρατιές από ποντίκια που διοικεί ένας βασιλιάς-ποντικός με επτά κεφάλια. Πράγματι, αυτό δεν θα το έλεγε κανείς υλικό για παιδικές ιστορίες, πόσο μάλλον όταν ερχόταν στο κοινό σχεδόν αιρετικά, έχοντας διώξει τον ηθικό διδακτισμό που δηλητηρίαζε τα περισσότερα παιδικά βιβλία της εποχής.
Σχεδόν 50 χρόνια πριν από την «Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων», ο «Καρυοθραύστης» έβαζε τα παιδιά σε πρωταγωνιστικό ρόλο και μας έπαιρνε μαζί του στον κόσμο της φαντασίας, αποτελώντας έτσι και ένα πρώιμο (και πολύ επιδραστικό) δείγμα της λογοτεχνίας του φανταστικού.
Οντας τόσο μπροστά από την εποχή του, αλλά και ανένταχτος ανάμεσα σε ενήλικη και παιδική λογοτεχνία, για να τον αποδεχθεί το κοινό έπρεπε να περιμένει περίπου τριάντα χρόνια, έως το 1844, όταν ο Αλέξανδρος Δουμάς τον ξανάγραψε σε μια πιο ελαφριά, εύπεπτη μορφή. Το κείμενό του αποτέλεσε τη βάση και για το διάσημο, ομώνυμο μπαλέτο που μελοποίησε ο Πιότρ Τσαϊκόφσκι το 1892 το οποίο, σε διάφορες εμφανίσεις, παραλλαγές και εκδοχές του επιβιώνει έως και σήμερα ως μια απόλυτα εμπορική θεατρική παράσταση των γιορτών.
Λάμψη και σκοτάδι
Η τόσο γοητευτική σκοτεινή πλευρά της πρωτότυπης ιστορίας, όμως, εκεί που τα όρια μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας μπερδεύονται, δεν φαίνεται πια. Στις σύγχρονες εκδοχές του, ο «Καρυοθραύστης» έχει χάσει την αυθεντική του μυστήρια ατμόσφαιρα μέσα σε μια χριστουγεννιάτικη φαντασμαγορία. Και όμως, σε μια έντυπη εκδοχή του από το 1961, τη βλέπουμε για λίγες στιγμές να ξαναγεννιέται.
Ο λόγος γίνεται για ένα μικρό, δυσεύρετο παιδικό βιβλίο του αμερικανικού εκδοτικού οίκου Bobbs-Merrill που μεταπολεμικά ήταν γνωστός για τις προσεγμένες παιδικές του εκδόσεις και που εδώ, σε 40 σελίδες, δίνει βήμα σε έναν εξαιρετικό Ισπανό εικονογράφο ο οποίος ζωντανεύει τον «Καρυοθραύστη» και αυτός φέρνει κάτι από το παλιό του σκοτάδι. Στο εξώφυλλο (αλλά και σε κάποια από τα περίπου 25 σχέδια που φιλοτεχνούν μια συντομευμένη εκδοχή της ιστορίας), βλέπουμε την αινιγματική του υπογραφή: Χοσέ Κορρεάς (José Correas).
Η έρευνα του ονόματός του στο Διαδίκτυο δεν αποφέρει πολλά αποτελέσματα. Οι πληροφορίες ξεπηδούν από τα συμφραζόμενα: σε έναν ιστότοπο που εμπορεύεται σπάνια βιβλία, βρίσκουμε μια σειρά από εξώφυλλα που είχε σχεδιάσει κατά την εικοσαετία ’60-’80 για παιδικές εκδόσεις του ιστορικού βαρκελωνέζικου οίκου «Juventud», ανάμεσά τους και ιστορίες των αδερφών Γκριμ και οι διάσημες περιπέτειες των μικρών ηρώων της Εντιν Μπλάιτον (Πέντε Λαγωνικά και Μυστικοί Εφτά). Συγκρίνοντας αυτά τα λίγα δείγματα της δουλειάς του, γίνεται αμέσως αντιληπτό πως διέθετε χαμαιλεοντικό πενάκι, εφόσον μπορούσε να μεταπηδά με άνεση μεταξύ διαφορετικής τεχνικής, ατμόσφαιρας και αισθητικής.
Ενα δυσεύρετο παιδικό βιβλίο 40 σελίδων, του 1961, ξαναδίνει στην ιστορία κάτι από την παλιά της μυστηριώδη ατμόσφαιρα.
Το συγκεκριμένο δείγμα γραφής αποτελεί κιόλας ένα ταξίδι στην Ισπανία του ’60 ή του ’80, κάνοντας φανερό πως οι αισθητικές και εμπορικές τάσεις του εγχώριου παιδικού βιβλίου ακολουθούσαν κατά πόδας αυτές των μεγάλων αγορών του χώρου (Αγγλία και Αμερική), κάτι που βέβαια συνέβαινε –και μάλιστα με κορυφαία αποτελέσματα– και στη χώρα μας (στο μυαλό έρχεται αμέσως ο Νίκος Καστανάκης, που, όπως και ο Κορρεάς, μπορούσε όχι μόνο να αλλάζει στυλ κατά βούληση αλλά, ενώ απευθύνεται στα παιδιά, να κλείνει το μάτι και στους ενηλίκους).
Ο Κορρεάς δεν διστάζει να γεμίζει μεγάλες περιοχές των κάδρων του με κατάμαυρο μελάνι, φτιάχνοντας εικόνες που κάθε άλλο παρά στερεοτυπικά «παιδικές» είναι. Η Κλάρα (η «Μαρία» του Χόφμαν) σε μία από τις εικονογραφήσεις του βιβλίου στέκεται με το άσπρο της νυχτικό μέσα στο μαύρο φόντο σαν υπερβατική μορφή, μια γιγάντια νεράιδα που συνομιλεί υπό το φως ενός κεριού με τον μικροσκοπικό, ζωντανεμένο καρυοθραύστη. Σε μια άλλη εικόνα στέκεται κάτω από το χριστουγεννιάτικο δέντρο φορώντας ένα φωτεινό, ριγέ άσπρο-κίτρινο φόρεμα, και γύρω της απλώνεται πηχτό μαύρο μελάνι, η περιοχή από την οποία ξεπηδάει η απόκοσμη παρέλαση της φαντασίας της.
Το άφθονο μαύρο προκύπτει όχι μόνο από επιλογή, αλλά και από ανάγκη: οι εκδότες, κάνοντας οικονομία στο μελάνι, συχνά δεν τύπωναν με τετραχρωμία (έγχρωμες) όλες τις εικόνες, αλλά πολλές από αυτές με διχρωμία, δηλαδή με χρήση δύο μόνο μελανιών (στην περίπτωση αυτή κίτρινο και μαύρο, που συνδυάζονται για να βγάλουν τις μεταξύ τους καφέ αποχρώσεις).
Δεν λείπουν, βέβαια, και οι εντυπωσιακές έγχρωμες εικονογραφήσεις, αλλά, ακόμα και σε αυτές, υπάρχει πάντα κάτι το μυστήριο που παραμονεύει, όπως εκεί όπου η πολύχρωμη θαλπωρή ενός παιδικού δωματίου χάνει την αθωότητά της με την εμφάνιση του ποντικού με τα επτά κεφάλια.
Σεβασμός στο πρωτότυπο
Υπήρξαν και άλλοι, συχνά πολύ διασημότεροι από τον Κορρεάς, που εικονογράφησαν το αρχικό κείμενο του Χόφμαν με σεβασμό στο αρχικό του όραμα. Ανάμεσά τους ξεχωρίζει η δουλειά του Γάλλου χαράκτη-εικονογράφου του 19ου αιώνα με το ψευδώνυμο «Bertall», που φιλοτέχνησε με τις αιχμηρές της γραμμές την πρώτη αγγλική έκδοση του κειμένου του Δουμά, το 1847.
Αμέσως μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, στο Λονδίνο του 1918, η Αγγλίδα εικονογράφος Φλόρενς Αντερσον σχεδίασε για έκδοση της εποχής μία σειρά από εξαιρετικές εικόνες και, το 1983 στην Αμερική, ο Μορίς Σέντακ, ο δημιουργός της «Χώρας των Τεράτων» (Where the Wild Things Are), σχεδίασε μία σειρά από εντυπωσιακά κοστούμια και σκηνικά για μια θεατρική παραγωγή του Pacific Northwest Ballet, η οποία σημείωσε τεράστια επιτυχία και παίζεται ακόμα και σήμερα.
Οπως και στα ατμοσφαιρικά σχέδια του Κορρεάς, έτσι και στα σκηνικά του Σεντάκ, εμφανίζεται έστω και φευγαλέα ο σκοτεινός και μαγεμένος «Καρυοθραύστης» της Ρομαντικής Γερμανίας, βγαλμένος μέσα από τους παλιούς φολκλορικούς μύθους της Βοημίας, της Πολωνίας και της Μοσχοβίας.