Η αυτάρκης ησυχία της ποιήτριας Μαρίας Λαϊνά

Η αυτάρκης ησυχία της ποιήτριας Μαρίας Λαϊνά

Η βραβευμένη λογοτέχνις έφυγε χθες από τη ζωή σε ηλικία 76 ετών – «Η ποίηση ανθίζει παραδόξως σε καταπιεστικούς καιρούς», έλεγε.

2' 26" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Δεν γράφω ποίηση μόνο για τον εαυτό μου. Αυτοί που το λένε, λένε ψέματα. Ούτε όμως για ένα συγκεκριμένο πρόσωπο. Γράφω ποίηση σαν να ρίχνω ένα μπουκάλι στη θάλασσα. Αν κάποιος το βρει, αυτό μου αρκεί», έλεγε σε λίγο παλαιότερη συνέντευξή της («Κ», 11.3.2021). Αραγε το βρήκαν αρκετοί; Ή μήπως στην ποίηση σημασία δεν έχει η ποσότητα; Στην ίδια συνέντευξη η Μαρία Λαϊνά διηγείτο: «Χθες καθόμουν σε ένα παγκάκι στην πλατεία Προφήτη Ηλία και με πλησίασε μια γυναίκα αδιάφορη στο παρουσιαστικό. Μου λέει: “Είστε η κυρία Λαϊνά; Θέλω να σας πω ότι διαβάζω τα ποιήματά σας και ότι με αγγίζουν πάρα πολύ, τίποτε άλλο δεν θέλω να σας πω”. Και έφυγε. Αυτό είναι το κέρδος της ποίησης».

Χθες, έπειτα από νοσηλεία λίγων εβδομάδων, η ποιήτρια, πεζογράφος, θεατρική συγγραφέας και μεταφράστρια Μαρία Λαϊνά έφυγε χθες από τη ζωή σε ηλικία 76 ετών. Οι εκδόσεις Πατάκη, που εδώ και χρόνια φροντίζουν τα έργα της, ανακοίνωσαν τον θάνατό της, αποχαιρετίζοντάς την ως την «κορυφαία εν ζωή Ελληνίδα ποιήτρια».

Ο χαρακτηρισμός συνοδευόταν από ελάχιστα βιογραφικά στοιχεία («γεννημένη στην Πάτρα το 1947», «είχε τιμηθεί λίγους μήνες πριν, το καλοκαίρι του 2023, με το Μεγάλο Κρατικό Βραβείο Γραμμάτων»), μια λιτότητα απολύτως ταιριαστή, θα έλεγε κανείς, με το ίδιο το έργο της ποιήτριας, που εκτείνεται χρονολογικά σε πάνω από τέσσερις δεκαετίες. Ενδεικτικά, το σκεπτικό για τη βράβευσή της με το Μεγάλο Βραβείο Γραμμάτων υπογράμμιζε μεταξύ άλλων τον «μινιμαλισμό» της ποίησής της, στην οποία η Μαρία Λαϊνά «εξοικονομούσε λέξεις», ενώ τονιζόταν και ο «αφαιρετικός της τρόπος», ο οποίος, «αν και μοιάζει δύσβατος σε πρώτη ανάγνωση, αναδεικνύει το βάθος και τις πτυχώσεις που έχουν όσοι και όσα στη ζωή μας στερούνται ορατότητας και αναγνώρισης».

Στις εννέα ποιητικές συλλογές της βέβαια (το ξεκίνημα έγινε με την «Ενηλικίωση» το 1968), στα έντεκα θεατρικά της και στα πεζογραφήματά της, όπως το πρόσφατο «Τι όμορφη που είναι η ζωή» (χώρια οι κριτικές της, μια ανθολογία ξένης ποίησης του 20ού αιώνα που επιμελήθηκε και οι μεταφράσεις της, ένα σύνολο έργων που συγκέντρωσε πλήθος εγχώριων και διεθνών διακρίσεων), ιδιαίτερη σημασία έχουν από τη μια ο σχεδόν σωματικός χαρακτήρας της γλώσσας και από την άλλη η ικανότητα της ποιήτριας να στοχάζεται σε μια «αυτάρκη ησυχία», ιδιότητες υπαρκτές, αλλά όχι ακριβώς άφθονες στη «γενιά του ’70» στην οποία ανήκε.

«Θα δέσω τα χέρια σου με τις ίδιες τους χειρονομίες/ και θα σε πάρω/ να μαρτυρήσεις πόσο πολύ σ’ αγάπησα./ Τότε απ’ τους ανθρώπους θα αθωωθεί η σιωπή μου», γράφει η Λαϊνά στην ποιητική συλλογή «Επέκεινα» (1970).

Οπως εξάλλου έλεγε με τη συνήθη αυτοσαρκαστική αποστασιοποίησή της στην «Κ» λίγο μετά τη βράβευσή της με το Μεγάλο Βραβείο Γραμμάτων, «η ευχαρίστηση που αισθάνομαι από το βραβείο είναι μικρότερη από όση θα αισθανόμουν αν αυτή τη στιγμή κολυμπούσα στη θάλασσα».

Ή όπως παρατηρούσε σε εκείνη τη λίγο παλαιότερη συνέντευξή της, «η ποίηση ανθίζει παραδόξως σε καταπιεστικούς καιρούς. Η ποίηση θέλει μια ήσυχη μοναξιά. Μια ήσυχη κατάσταση νεύρων, αν μπορεί να το πει κανείς αυτό. Ισορροπία νεύρων και μοναχικότητας».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT