Περίπου τρεις χιλιάδες πρωτότυπες ελαιογραφίες σε καμβά, δημιουργημένες από 100 καλλιτέχνες. Κάτι παραπάνω από 40.000 ζωγραφικά στιγμιότυπα, τα οποία συνθέτουν κινούμενες εικόνες. Οχι, δεν πρόκειται για κάποια καινούργια εικαστική έκθεση, αλλά για τους «Χωρικούς», τη νέα δημιουργία των Nτορότα Κομπιέλα και Χιου Βέλχμαν, η οποία κυκλοφορεί εδώ και μερικές ημέρες στις κινηματογραφικές αίθουσες. Οσοι είχαν την τύχη να δουν το «Loving Vincent», την πρώτη ταινία του ζευγαριού (στη ζωή και στην τέχνη), έμειναν έκθαμβοι από τη μοναδική animation βιογραφία του Βίνσεντ βαν Γκογκ· εδώ, ωστόσο, το σχέδιο είναι αρκετά πιο φιλόδοξο.
«Επιλέξαμε να μην επικεντρωθούμε σε άλλον ένα ζωγράφο, δεν θέλαμε να κάνουμε σίκουελ, αν και θα ήταν αρκετά εύκολο. Οταν διαβάσαμε ξανά μαζί το μυθιστόρημα του Βλάντισλαβ Ρέιμοντ (σ.σ. σε αυτό βασίζεται η ταινία) ήταν σαν να ζωντάνεψαν μπροστά μας οι εικόνες. Σίγουρα η προηγούμενη εμπειρία βοήθησε, περισσότερο ως προς την οργάνωση του πρότζεκτ και την εύρεση πόρων, ωστόσο, όταν έχεις να διασκευάσεις ένα βιβλίο 900 σελίδων με πολλαπλές αφηγήσεις και μεγάλο αριθμό χαρακτήρων, πρέπει να κάνεις κάποιες επιλογές», μας λέει η Ντορότα Κομπιέλα.
Η Γιάγκνα και ο κτηνοτρόφος
Στην ταινία, βασικός χαρακτήρας είναι αυτός της Γιάγκνα, μιας όμορφης νεαρής κοπέλας, η οποία θα αναγκαστεί να παντρευτεί έναν κατά πολύ μεγαλύτερο πλούσιο κτηνοτρόφο, στην επαρχιακή Πολωνία των αρχών του 20ού αιώνα. «Μέσα από την ιστορία της Γιάγκνα, βλέπουμε πρακτικά τη ζωή ενός ολόκληρου χωριού στη διάρκεια ενός χρόνου. Η αφήγηση έχει επικό χαρακτήρα, αν και στον πυρήνα της υπάρχει βασικά ένα ερωτικό τρίγωνο –ή… τετράγωνο– πάθους και ζήλιας, ένα αρκετά παραδοσιακό δηλαδή δραματικό μοτίβο, που ταιριάζει στο σινεμά. Επιπλέον, έχουμε ένα “πλεονέκτημα”: όταν ο Ρέιμοντ περιγράφει, για παράδειγμα, μια καταιγίδα μέσα σε 3-4 σελίδες, εμείς μπορούμε να το κάνουμε μέσα από έναν μόνο πίνακα. Αλλωστε, εδώ δεν γυρίζουμε ντοκιμαντέρ για τη ζωή της υπαίθρου, αλλά επικεντρωνόμαστε σε αυτούς τους ξεχωριστούς χαρακτήρες με τρόπους που μας διεγείρουν καλλιτεχνικά», σημειώνει ο Χιου Βέλχμαν.
«Η διαδικασία μοιάζει αρκετά με το σύστημα που ακολουθούσε η Ντίσνεϊ για τα κινούμενα σχέδια τη δεκαετία του 1930, όταν όλα ζωγραφίζονταν στο χέρι», εξηγεί η Πολωνή κινηματογραφίστρια και εικαστικός.
Τι σημαίνει, όμως, «μέσα από έναν πίνακα»; Πώς ζωντανεύει ένα τέτοιο φιλμ; «Το πρώτο βήμα είναι να κινηματογραφήσουμε τους ηθοποιούς, πάνω-κάτω όπως συμβαίνει και σε μια κλασική ταινία. Μερικές φορές χρησιμοποιούμε την “πράσινη οθόνη” (σ.σ. για τα ειδικά εφέ) στο φόντο, ενώ άλλες γυρίζουμε σε φυσικό περιβάλλον. Επειτα επεξεργαζόμαστε τις εικόνες προσθέτοντας τα οπτικά εφέ που θέλουμε, πριν φτάσουμε στο μοντάζ. Εκεί οι επιλογές γίνονται πάρα πολύ προσεκτικά, διότι ξέρουμε πόσο πολύτιμα είναι –και τι δουλειά θα απαιτήσουν– τα καρέ που θα στείλουμε τελικά στους ζωγράφους. Εκείνοι θα δημιουργήσουν επάνω σε αυτά ξεχωριστές ελαιογραφίες, καθεμιά από τις οποίες περνάει από δικό μας καθημερινό έλεγχο και στο τέλος αποτελεί το πρότυπο για την κάθε σκηνή. Ακόμη 125 “ψηφιακοί ζωγράφοι” αναλαμβάνουν να συμπληρώσουν τα υπόλοιπα, τα ενδιάμεσα καρέ δηλαδή που χρειάζονται για να συμπληρωθεί μια ψηφίδα της αφήγησης – μια εκτενής σκηνή μπορεί να χρειαστεί και ένα χρόνο προκειμένου να ετοιμαστεί. Σε γενικές γραμμές, η διαδικασία μοιάζει αρκετά με το σύστημα που ακολουθούσε η Ντίσνεϊ για τα κινούμενα σχέδια τη δεκαετία του 1930, όταν όλα ζωγραφίζονταν στο χέρι», εξηγεί η Πολωνή κινηματογραφίστρια και εικαστικός.
Ο σύζυγός της από την άλλη στέκεται σε αυτό που θεωρεί ουσία της ιστορίας της Γιάγκνα, μιας κοπέλας η οποία αντιδρά σε ένα καταπιεστικό σύστημα, διεκδικώντας την ελευθερία της και πληρώνοντας τελικά το τίμημα.
«Θεωρητικά είναι μια πολωνική αφήγηση, η οποία όμως έχει οικουμενικό χαρακτήρα. Αυτή η γυναίκα διακρίνεται από ένα ελευθεριακό, καλλιτεχνικό πνεύμα, το οποίο αντιτίθεται στον υλισμό και στις προκαταλήψεις των συγχωριανών της, που επιβάλλονται από τις πατριαρχικές δομές και τη θρησκεία. Το ζήτημα είναι να αναρωτηθούμε: σήμερα, 120 χρόνια μετά, πόσο έχουμε αλλάξει; Ακόμη μας απασχολούν ζητήματα ανισότητας μεταξύ των φύλων, η απειλή της σεξουαλικής βίας κατά των γυναικών, η κοινωνική κατακραυγή σχετικά με τις σεξουαλικές επιλογές κ.ο.κ.», τονίζει.