ΑΧΛΑΜ ΜΟΣΤΑΓΑΝΜΙ
Η μνήμη του σώματος
μτφρ. Ελένη Καπετανάκη
εκδ. Καστανιώτης, 2023, σελ. 384
Βραβευμένο με το λογοτεχνικό μετάλλιο Ναγκίμπ Μαχφούζ και γραμμένο από την πιο επιδραστική συγγραφέα της Αλγερίας, την Αχλάμ Μοσταγάνμι, είναι ένα μυθιστόρημα-ποταμός για τον αγώνα της Αλγερίας κατά της ξένης κυριαρχίας, τον αγώνα για ανεξαρτησία και αυτοδιάθεση της χώρας και τη δημιουργία μιας συγκεκριμένης μεταεπαναστατικής κοινωνίας.
Στο πρώτο αυτό βιβλίο μιας τριλογίας, η γεννημένη στην Τύνιδα συγγραφέας υπογράφει με συγκλονιστικό τρόπο την ιστορία της σύγχρονης Αλγερίας επινοώντας παράλληλα έναν διάπυρο έρωτα, μια φλογερή σχέση ζωής, που σχοινοβατεί σε μια πόλη που χάθηκε, μιλώντας για ένα ιλιγγιώδες πάθος που ακροβατεί στο ορφικό μεταίχμιο της καταστροφής. Γράφει χαρακτηριστικά: «Μα το πάθος είναι ίλιγγος, είναι όταν στέκεσαι στο χείλος μιας αναπόφευκτης πτώσης, είναι το να αντικρίζεις τον κόσμο από την κορυφή του φόβου, είναι ένα φορτίο από αντικρουόμενες συγκινήσεις και συναισθήματα που σε σέρνουν στα βάθη και στα ύψη την ίδια στιγμή, καθώς η πτώση είναι πάντα πιο εύκολη από το να στέκεσαι πάνω σε τρεμάμενα πόδια».
Ωστόσο, ενώ κάποιος ανοίγοντας αυτό το βιβλίο θα έχει αρχικά την εντύπωση ότι πρόκειται να διαβάσει μια λυρικά γραμμένη ιστορία αγάπης, η οποία μοιάζει να καλύπτει τελικά κάθε άλλη πρόθεση της συγγραφέα, εντούτοις η πυρηνική ουσία του αναδεικνύει κυρίως τη σχέση του ανθρώπου με την απώλεια, την απώλεια της αγάπης, ακόμη και ενός χεριού, των ονείρων, μιας πόλης, ενός έθνους. Πρόκειται για μια ιστορία ανεκπλήρωτου έρωτα που εκφράζεται μέσα από τον σπαραγμό και τον πόνο.
Αυτό που αξίζει να επισημανθεί, όμως, είναι ότι η Μοσταγάνμι είναι η πρώτη Αλγερινή συγγραφέας η οποία γράφει μυθιστόρημα στην αραβική γλώσσα. Ως εκ τούτου, το έργο αυτό είναι ιδιαιτέρως σημαντικό για έναν ακόμη λόγο. Για τη φεμινιστική δήλωση αυτοδιάθεσης της συγγραφέα, η οποία γράφει, επί της ουσίας, μια πολιτική, κοινωνική και φεμινιστική ιστορία, συστήνοντας στο αναγνωστικό της κοινό την ανθρωπογεωγραφία του τόπου σε μια συγκεκριμένη ιστορική περίοδο. Το γεγονός αυτό από μόνο του είναι μεγάλης αξίας, καθώς αντιπαρατάσσει τη θέση μιας γυναίκας συγγραφέα σε έναν κόσμο όπου ο φεμινισμός δεν έχει αρχίσει ακόμη να βρίσκει τη θέση του.
Ενα μυθιστόρημα-ποταμός για τη σχέση του ανθρώπου με την απώλεια, την απώλεια της αγάπης, ακόμη και ενός χεριού, των ονείρων, μιας πόλης, ενός έθνους.
Ο Χάλιντ είναι ένας άνθρωπος ο οποίος υπήρξε μαχητής της επανάστασης κατά της Γαλλίας για την ανεξαρτησία στην Αλγερία. Καθώς η ζωή στην πατρίδα του είναι περιορισμένη εξαιτίας της διαφθοράς που υπάρχει. Εχει αποφασίσει την αυτοεξορία και τις τελευταίες δύο δεκαετίες ζει στη Γαλλία. Αν και έχει χάσει το ένα του χέρι έχει γίνει ένας διάσημος ζωγράφος. Οταν στην έκθεση έργων του που διοργανώνεται βλέπει ξανά τη Χαγιάτ, κόρη του παλιού του διοικητή και αντικείμενο του πιο παθιασμένου του έρωτα, ο Χάλιντ θα νιώσει την ανάγκη να επιστρέψει στο παρελθόν, να κλείσει τους ανοιχτούς του λογαριασμούς με ό,τι τον συντάραξε για να προχωρήσει με όλα όσα λαχταράει η ψυχή του.
Ωστόσο, οι δικές της επιλογές θα καθορίσουν το μέλλον. Η επιστροφή του στην Κωνσταντίνη θα του αποκαλύψει μια πόλη χωρίς ψυχή, μια πόλη που κανείς δεν μπορεί να κάνει όνειρα για τη ζωή του, σκοτεινή και συνθλιπτική για κάθε είδους υπαρκτική ιδεολογία, μια πόλη στερημένη χρωμάτων, όπως γράφει, υπονοώντας τη βαθιά έλλειψη κοινωνικού και πολιτικού προσανατολισμού.
Συνδυάζοντας στοιχεία από την παράδοση της Αλγερίας και χρησιμοποιώντας μια ποιητική, εξαιρετικά εκλεπτυσμένη, γλωσσική αισθητική, με πολλές μεταφορές και παρομοιώσεις, που ίσως κάποιοι αναγνώστες να τις βρουν υπερβολικές, το συγκεκριμένο μυθιστόρημα αποτελεί μια αλληγορία για τη μοίρα της Αλγερίας, για το πεπρωμένο ενός ολόκληρου κόσμου, για το δικαίωμα της επιλογής, για τον διαχρονικό πόθο του ανθρώπου για ελευθερία και τους αγώνες του για να την κατακτήσει. Ενα κείμενο για τη λειτουργία της μνήμης και την προσωπική, ερωτική, κοινωνική και εν τέλει εθνική αυτοδιάθεση, για το δικαίωμα στην ανεξαρτησία και την αναγέννηση.
Η μετάφραση από την αραβική γλώσσα της Ελένης Καπετανάκη δίνει ένα ρέον ελληνικό κείμενο και διατηρεί την αφηγηματική ατμόσφαιρα.