Στην ανασκαφή ενός ναυαγίου της πρώιμης βυζαντινής περιόδου (5ος – 6ος αιώνας μ.Χ.) στο ακρωτήριο Ασπρος Κάβος, επικεντρώθηκε η ενάλια αρχαιολογική έρευνα στο Αρχιπέλαγος των Φούρνων, που διεξάγεται από το Πανεπιστήμιο της Θεσσαλίας και την Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων του ΥΠΠΟ.
Οι έρευνες έγιναν σε μία από τις δυσπρόσιτες περιοχές των Φούρνων, σε έντονα επικλινή, αμμώδη βυθό και σε βάθος 43-49 μέτρων, και το υπουργείο Πολιτισμού έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα φωτογραφίες από την υποβρύχια αρχαιολογική σκαπάνη.
Το ναυάγιο αυτό ανασκάπτεται συστηματικά από το 2021 και διερευνάται εντατικά, λόγω του «εξαιρετικά ενδιαφέροντος ετερογενούς φορτίου που φέρει». Μέχρι στιγμής έχουν καταγραφεί οκτώ διαφορετικοί τύποι αμφορέων, που προέρχονται από την Κριμαία, τη Σινώπη και την Ηράκλεια του Πόντου, στη Μαύρη Θάλασσα, καθώς και από το Αιγαίο και ένα φορτίο επιτραπέζιας κεραμικής, από την περιοχή της Φώκαιας της Μ. Ασίας.
Η έρευνα του 2023 επικεντρώθηκε στον περιφερειακό καθαρισμό της ρηχότερης πλευράς του ναυαγίου από τις αποθέσεις άμμου, στα δυτικά, προκειμένου να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο των κατολισθήσεων στον χώρο του ναυαγίου, λόγω της έντονης κλίσης του βυθού.
Κατά τη διάρκεια της έρευνας, η οποία αντιμετώπισε πολλαπλές δυσκολίες, λόγω αντίξοων καιρικών συνθηκών, στο πρώτο δεκαπενθήμερο του Σεπτεμβρίου πραγματοποιήθηκαν 170 ομαδικές καταδύσεις και απομακρύνθηκαν 15 περίπου κυβικά μέτρα επιχώσεων, αποκαλύπτοντας μία εκτενή διασπορά φορτίου στη ρηχή πλευρά του ναυαγίου, κυρίως από συστοιχίες πινακίων. Η διασπορά των ευρημάτων στον βυθό φαίνεται να υποδηλώνει μία μερική απώλεια φορτίου, πριν το πλοίο βυθιστεί και καταλήξει στην τελική θέση απόθεσης, στη ζώνη των 40-50 μέτρων.
Η ανελκυσθείσα επιτραπέζια κεραμική υπήρξε ιδιαίτερα διαφωτιστική, ως προς την ακριβέστερη χρονολογική ένταξη του ναυαγίου, που μπορεί πλέον με ασφάλεια να χρονολογηθεί μεταξύ των ετών 480 και 520 μ.Χ., πιθανότατα επί των ετών του αυτοκράτορα Αναστασίου Α ́ (491 – 518 μ.Χ.), γνωστού από τις ιστοριογραφικές πηγές, κυρίως, για τις φορολογικές και νομισματικές του μεταρρυθμίσεις, που ενίσχυσαν τα ταμεία του κράτους και επέτρεψαν την επεκτατική πολιτική των αυτοκρατόρων του 6ου αιώνα.
Παράλληλα με την ανασκαφή στο ναυάγιο, πραγματοποιήθηκαν ανελκύσεις ευρημάτων από τρία ακόμα ναυάγια του αρχιπελάγους των Φούρνων, τα οποία προορίζονται για τη μουσειακή τους έκθεση στο υπό σύσταση Αρχαιολογικό Μουσείο των Φούρνων. Στα ευρήματα αυτά συμπεριλαμβάνονται ένας γιγάντιος στύπος άγκυρας αρχαϊκών χρόνων και αμφορείς από ναυάγια του 6ου αι. π.Χ. και 7ου και 8ου αι. μ.Χ.
Μία εξίσου σημαντική παράμετρος της έρευνας ήταν η εκπαίδευση εννέα προπτυχιακών και μεταπτυχιακών φοιτητών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στις μεθόδους και πρακτικές της ενάλιας αρχαιολογίας, αποκομίζοντας σημαντική εμπειρία για την επαγγελματική κατάρτιση και μετέπειτα εξέλιξή τους. Τη γενική διεύθυνση της έρευνας είχε ο επίκουρος καθηγητής ενάλιας αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας Γιώργος Κουτσουφλάκης και ο αρχαιολόγος της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων Διονύσιος Ευαγγελιστής. Την έρευνα πλαισίωσε προσωπικό 30 δυτών από διαφορετικές ειδικότητες (αρχαιολόγοι, αρχιτέκτονες, συντηρητές αρχαιοτήτων, επαγγελματίες δύτες, φωτογράφοι, φοιτητές).
Η έρευνα υποστηρίχτηκε οικονομικά, υλικοτεχνικά και με ανθρώπινο δυναμικό από τον Δήμο Φούρνων/Κορσεών, τη Γενική Γραμματεία Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής, το Καθίδρυμα «Κορσεαί» και τις εταιρείες Hellenic Seaways, Seiko Japan, Scubapro USA και Σκλαβενίτης Ικαρίας – Γ. Τσούνης. Θερμές ευχαριστίες οφείλονται στον δήμαρχο Φούρνων – Κορσεών Δημήτριο Καρύδη και στον γενικό γραμματέα Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής Μανώλη Κουτουλάκη.