ΟΛΓΑ Χ. ΘΕΜΕΛΗ
Παιδιά χαμένα στην κατάθεση
εκδ. Τόπος, 2023
σελ. 330
«Το πρόβλημα του Κακού είναι ότι αν σε αγγίξει, σε μετατρέπει σε ένοχο». Ο ανήλικος ήρωας του Μανουέλ Βίλας στο αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα «Ορδέσα», συνοψίζει σε μία φράση το εσωτερικό «ολοκαύτωμα» που βιώνουν τα παιδιά – θύματα σεξουαλικής κακοποίησης όταν, παραβιασμένα συνήθως από έναν πολύ κοντινό τους άνθρωπο, εισέρχονται σε μια άβυσσο ενοχής, φόβου, ντροπής και στίγματος. «Τα θύματα είναι πάντα ασυγχώρητα, με άλλα λόγια ευκαταφρόνητα. Ο κόσμος αγαπά τους ήρωες, όχι τα θύματα».
Παρά τις πολύκροτες υποθέσεις που έρχονται στη δημοσιότητα, τα εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας εις βάρος παιδιών εξακολουθούν να αποτελούν την κατ’ εξοχήν αφανή εγκληματικότητα. Οσα μαθαίνουμε από την ειδησεογραφία και τις στατιστικές είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου – τα περισσότερα θα παραμείνουν μυστικά ανείπωτα. Γιατί οι ασύμμετρες σχέσεις που αναπτύσσονται ανάμεσα στα πρόσωπα εξουσίας και τα παιδιά ευνοούν την κατάχρηση, τον εκβιασμό, τον εκφοβισμό και τον χειρισμό. Αλλά και γιατί όταν αποφασιστεί η αποκάλυψη, οι ανήλικοι εγκλωβίζονται μέσα σε δαιδαλώδεις, πολύχρονες διαδικασίες, με αναρίθμητες καταθέσεις της τραυματικής τους εμπειρίας, που συχνά ματαιώνουν κάθε προσπάθεια ανάδειξης της αλήθειας.
Ενας χρήσιμος οδηγός
Πώς μπορεί ένας επαγγελματίας να λάβει την κατάθεση ενός παιδιού με τρόπο αξιόπιστο και χωρίς να το επανατραυματίσει; Η διεθνής επιστημονική κοινότητα, έπειτα από 40 χρόνια έρευνας στο πεδίο της διερεύνησης ισχυρισμών σεξουαλικής κακοποίησης με τη λήψη δικανικών συνεντεύξεων, έχει θεσμοθετήσει ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 τις καλές εκείνες πρακτικές οι οποίες, αφενός προστατεύουν την ανηλικότητα από την πιθανή σύνθλιψή της μέσα στα γρανάζια του ποινικού μηχανισμού, αφετέρου οδηγούν με μεγαλύτερη ασφάλεια στην αλήθεια.
Στο βιβλίο της «Παιδιά χαμένα στην κατάθεση», η εγκληματολογική ψυχολόγος Ολγα Θεμελή, κάνοντας μια ενδελεχή ανασκόπηση των διαθέσιμων μελετών, παραθέτει πολύτιμα επιστημονικά ευρήματα που φωτίζουν τις τεχνικές της αποπλάνησης και τους ρόλους του θύτη και του θύματος, πέρα από τα κραταιά στερεότυπα, ενώ μέσα από πραγματικά παραδείγματα αναδεικνύει τις βέλτιστες πρακτικές που μπορούν να ακολουθήσουν οι επαγγελματίες του πεδίου.
«Σκαπανείς»
Η συνηθέστερη φύση των εγκλημάτων (ασελγείς πράξεις) και το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί έως την αποκάλυψη καθιστούν τα ιατροδικαστικά ευρήματα εξαιρετικά σπάνια (4%). Συχνά, το μόνο αποδεικτικό στοιχείο είναι ο λόγος του παιδιού όπως αποτυπώνεται στην κατάθεσή του. Η λήψη της με τη χρήση ενός δομημένου δικανικού πρωτοκόλλου είναι, όπως σημειώνει η συγγραφέας, μια «τέχνη» που απαιτεί από τον επαγγελματία να γίνει ένας επιδέξιος «σκαπανέας», ο οποίος θα πρέπει να γνωρίζει το πώς θα καταδυθεί στα σκοτάδια ώστε να εξορύξει το σημαντικό. Γι’ αυτό η ειδική διά βίου εκπαίδευση, σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα, κρίνεται απαραίτητη συνθήκη. Οπως και η άμβλυνση των προκαταλήψεων και των στερεοτύπων που συνοδεύουν τα ζητήματα αυτά.
Οι πολύωρες καταθέσεις αποθαρρύνουν, στιγματίζουν και επανατραυματίζουν. Τα θύματα μετανιώνουν, νιώθουν προδομένα.
Τα παιδιά δεν είναι εξ ορισμού αναξιόπιστοι μάρτυρες, όπως ευρέως πιστεύεται. Σειρά μελετών έχει δείξει ότι σπάνια ψεύδονται για τη γενετήσια παραβίασή τους (κάτω του 5%). Αντιθέτως, πολύ συχνά την αποκρύπτουν φοβούμενα όσα θα ακολουθήσουν. Τα ερευνητικά δεδομένα υποδεικνύουν ότι τα παιδιά που απαντούν συχνότερα «δεν ξέρω» παρέχουν πιο ακριβείς πληροφορίες. Ομοίως, τα παιδιά με αληθείς ισχυρισμούς σπάνια εκφράζουν τα συναισθήματά τους όταν καταθέτουν μέσα σε δικαστικές αίθουσες. Παρ’ όλα αυτά, οι μη συναισθηματικά φορτισμένες καταθέσεις συχνά εκλαμβάνονται ως μη αξιόπιστες από ενόρκους και επαγγελματίες του συστήματος ποινικής δικαιοσύνης.
Με τη δόμηση μιας σχέσης εμπιστοσύνης, τον κατευνασμό του άγχους μέσα σε χώρους φιλικούς, την ενθάρρυνση της ελεύθερης αφήγησης, την αποφυγή κλειστού τύπου ερωτήσεων και ερωτημάτων που ενοχοποιούν (γιατί δεν μίλησες;), ακόμη και παιδιά πολύ μικρής ηλικίας μπορούν να αφηγηθούν με αξιοπιστία τα γεγονότα. Ομως, οι πολύωρες επαναλαμβανόμενες καταθέσεις σε χώρους ακατάλληλους, από μη ειδικά εκπαιδευμένους επαγγελματίες σύμφωνα με το θεσπισμένο από την ελληνική πολιτεία δικανικό πρωτόκολλο (ΦΕΚ Β 2238/10.6.2019), αποθαρρύνουν, στιγματίζουν και επανατραυματίζουν. Τα θύματα μετανιώνουν για την όποια προσπάθεια έκαναν, νιώθοντας βαθιά προδομένα. Και η ανάκληση των αρχικών κατηγοριών φαίνεται να αποτελεί για εκείνα την ασφαλέστερη επιλογή.