Ο πρώτος ποπ σταρ του ποδοσφαίρου

Ενα εξαιρετικό γκράφικ νόβελ για τον Τζορτζ Μπεστ, που δεν κοιμόταν ποτέ, γιατί δεν τον άφηναν η μπάλα και οι γυναίκες

3' 29" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

VINCENT DULUC, FLORENT CALVEZ
George Best, ο πέμπτος Μπητλ
μτφρ. Γιάννης Ανδρέου
εκδ. Δίαυλος, 2023
σελ. 88

«Είμαι ανταγωνιστικός, θέλω να είμαι ο καλύτερος, κανείς να μη σκοράρει περισσότερο από μένα, να μην πίνει περισσότερο από μένα, να μην έχει περισσότερες γυναίκες από μένα…». Η παραπάνω δήλωση αποδίδεται στον Τζορτζ Μπεστ, τον ποδοσφαιριστή για τον οποίο ο σερ Αλεξ Φέργκιουσον είχε πει πως υπήρξε «ο σπουδαιότερος». Πράγματι, ο Βορειοϊρλανδός άσος έλαμψε σαν χρυσός θεός σε μια εποχή που η βρετανική εργατική τάξη έβγαινε από το σκοτάδι του πολέμου και δημιουργούσε μια πολύχρωμη νέα κουλτούρα, με τους δικούς της αγίους και ήρωες. Και ο Μπεστ ήταν ένας από αυτούς – τόσο λαοφιλής, τόσο αντιπροσωπευτικός του παλμού της εποχής του, που βαφτίστηκε «ο πέμπτος Μπητλ». Σε ομώνυμη νουβέλα που κυκλοφόρησε στη Γαλλία το 2014 («George Best, le Cinquieme Beatles»), ο κορυφαίος Γάλλος αθλητικογράφος Βενσάν Ντιλίκ προσφέρει ένα πορτρέτο όχι μόνο του Μπεστ, αλλά και των βρετανικών «swinging ’60s».

Ο πρώτος ποπ σταρ του ποδοσφαίρου-1

«Ηταν ο πρώτος ποπ σταρ του ποδοσφαίρου. Οι στοχαστές εκείνη την εποχή έλεγαν ότι οι Μπητλς έκαναν τη μουσική και ο Τζορτζ Μπεστ τη χορογραφία. Εγινε θρύλος γιατί σταμάτησε να παίζει ποδόσφαιρο υψηλού επιπέδου στα 27 του, χωρίς να ενδιαφέρεται για άλλες κατακτήσεις, γιατί οι περισσότεροι από αυτούς που τον είδαν ήταν πεπεισμένοι ότι ήταν ο σπουδαιότερος, γιατί κανείς δεν τόλμησε ποτέ, ούτε πριν ούτε μετά, να ζει και να καίγεται όπως αυτός», γράφει παθιασμένα ο Ντιλίκ.

Με βάση αυτό το φορτισμένο συναισθηματικά πρωτότυπο υλικό δημιουργήθηκε, το 2022, στη Γαλλία ένα γκράφικ νόβελ με τον τίτλο-λογοπαίγνιο «George Best, Twist and Shoot», έκδοση ενός πρωταγωνιστή του χώρου, των εκδόσεων Dalcourt, του τρίτου μεγαλύτερου οίκου γαλλοβελγικών κόμικς στον κόσμο με κυκλοφορία περίπου 500 άλμπουμ τον χρόνο. Πρόσφατα, οι εκδόσεις Δίαυλος έφεραν το άλμπουμ και στα εγχώρια βιβλιοπωλεία, σε μια ελληνόφωνη έκδοση με μετάφραση του Γιάννη Ανδρέου και έναν συγκινητικό επίλογο από τον έμπειρο αθλητικογράφο Μάκη Διόγο.

Τα σκίτσα υπογράφονται από τον Φλοράν Καλβέζ, έναν εικονογράφο χαμηλών τόνων από τη Βρετάνη, ο οποίος έχει περγαμηνές και ως σεναριογράφος. Εδώ συνεργάζεται με έναν άλλο συντοπίτη του, τον Κριστόφ Γκορέ, που εδώ και 22 χρόνια υπογράφει σενάρια με το ψευδώνυμο «Kris» για μεγάλη σειρά από επιτυχημένα γκράφικ νόβελ του ιστορικού οίκου Futuropolis.

Η αυλαία στο δράμα ανοίγει αυτοβιογραφικά, με τον συγγραφέα να μας γυρίζει πίσω στον χειμώνα του 1974 και στο ανατολικό Λονδίνο, όπου είχε βρεθεί στα δώδεκά του φιλοξενούμενος μιας αγγλικής οικογένειας. Τα σκοτεινά καρέ και τα εξίσου σκοτεινά λόγια αποδίδουν πιστά μια τυπική σκηνή σε ένα μικροαστικό σπίτι της βροχερής Αγγλίας, όπου όλη η οικογένεια κάθεται στο σαλόνι, λουσμένη από το απόκοσμο φως της ασπρόμαυρης τηλεόρασης, και μαθαίνει πως ο Μπεστ κρεμάει τα παπούτσια του.

Ο Βορειοϊρλανδός άσος έλαμψε σαν χρυσός θεός σε μια εποχή που η βρετανική εργατική τάξη έβγαινε από το σκοτάδι του πολέμου – Από το 1963 έως το 1974 έγινε «συνώνυμο» της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.

«Εκείνο το Σαββατόβραδο τον χειμώνα του 1974, με μια ξένη οικογένεια, στην άκρη του καναπέ, μπροστά από μια τζαμαρία χωρίς κουρτίνα, η τηλεόραση ανακοίνωσε το τέλος μιας εποχής», εξιστορεί δραματικά ο Ντιλίκ, έχοντας ταυτίσει εξαρχής τον ήρωα με την εποχή του. Οπως γράφει, «η Αγγλία είχε αρχίσει να τον νοσταλγεί ενώ ήταν ακόμα εκεί. (…) Είχε δει τη δική της αντανάκλαση στον καθρέφτη των υπερβολών, των αυτοκαταστροφών και των γαλάζιων ματιών, αυτού του όμορφου μελαχρινού που δεν κοιμόταν ποτέ, γιατί τα κορίτσια δεν τον άφηναν να κοιμηθεί».

Γυρνώντας πίσω στο 1958, για να μνημονεύσει το αεροπορικό δυστύχημα που στοίχισε τη ζωή σε οκτώ παίκτες της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ (του συλλόγου με τον οποίο συνδέθηκε ο Μπεστ για έντεκα χρόνια, από το 1963 έως το 1974), για να περάσει μέσα από την άνοδο και την κορύφωση και να καταλήξει στο πικρό τέλος του 2005, το άλμπουμ χτίζει σταθερά μια γκρίζα, μελαγχολική ατμόσφαιρα.

Ακόμη και όταν το Λονδίνο ζει ξέφρενα και ο κεντρικός ήρωας πετάει στον ουρανό, κάτι στα λόγια του Ντιλίκ και στα σκίτσα του Καλβέζ φέρνει μια γαλλική ευαισθησία (υπαρξιακή, πολιτισμική ή αμιγώς ποδοσφαιρική) σε μια ιστορία απολύτως βρετανική. Το «George Best, ο πέμπτος Μπητλ», πέραν μιας ευκαιρίας για τους νεότερους να μάθουν ποιος ήταν ο «πρώτος σελέμπριτι» της μπάλας μέσα από ένα εξαιρετικό γκράφικ νόβελ, είναι ακόμη μια μαρτυρία της διαχρονικής γοητείας που ασκεί στη Γαλλία το νησί βόρεια της Μάγχης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT