Έρευνα: Πώς θα αγαπήσουν τα παιδιά το βιβλίο;

Έρευνα: Πώς θα αγαπήσουν τα παιδιά το βιβλίο;

Η προτροπή για ανάγνωση δεν αρκεί – Kαθοριστικά τα πρώτα έξι χρόνια της ζωής τους, σύμφωνα με έρευνα του ΟΣΔΕΛ

3' 30" χρόνος ανάγνωσης

Το μορφωτικό επίπεδο των γονέων καθορίζει τη σχέση των παιδιών με την ανάγνωση, επηρεάζοντας μεταξύ άλλων τον αριθμό των εξωσχολικών βιβλίων που διαβάζουν, τον βαθμό στον οποίο τα προτιμούν από τις οθόνες, αλλά και το χρηστικό ή αισθητικά προσανατολισμένο περιεχόμενό τους, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Οργανισμού Συλλογικής Διαχείρισης Εργων του Λόγου (ΟΣΔΕΛ) με τίτλο «Παιδί και ανάγνωση», που παρουσιάστηκε χθες από τον επιστημονικό της υπεύθυνο, καθηγητή Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, Νίκο Παναγιωτόπουλο.

Έρευνα: Πώς θα αγαπήσουν τα παιδιά το βιβλίο;-1

Οπως έδειξε ο κ. Παναγιωτόπουλος, η καθοριστική περίοδος που φαίνεται να ορίζει την τροχιά της αναγνωστικής πρακτικής των παιδιών είναι η ηλικία των 6-7 χρόνων, με τις ηλικίες 8-10 ετών και 11-12 ετών να ακολουθούν. Ανεξαρτήτως ηλικίας, τα παιδιά γονιών με ανώτερη μόρφωση έχουν στενότερη σχέση με την ανάγνωση, καθώς διαβάζουν πάνω από 10 βιβλία τον χρόνο σε ποσοστό 25,4% (έναντι 11,6% για τα παιδιά γονιών χωρίς ανώτερη μόρφωση), περισσότερη παιδική λογοτεχνία (46,1% έναντι 40,6%), ενώ δανείζονται συχνότερα βιβλία από φίλους ή συγγενείς (38% έναντι 25%) και εκτίθενται λιγότερο σε οθόνες (λιγότερο από μία ώρα για το 63,1% των παιδιών γονέων ανώτερης μόρφωσης, έναντι 49,7%). Επίσης, οι γονείς ανώτερης μόρφωσης αγοράζουν συχνότερα βιβλία στα παιδιά τους (2,75 κατά μέσον όρο έναντι 2,42 σε κλίμακα κατάταξης πέντε βαθμών) και μιλούν μαζί τους γι’ αυτά περισσότερο (2,73 έναντι 2,48). Οσο για τους λόγους ανάγνωσης, η διασκέδαση έρχεται πρώτη με 68,7% στην ηλικία 6-7 ετών, ενώ στα μεγαλύτερα παιδιά (11-12) το ποσοστό μειώνεται στο 45,7%.

Τα παιδιά γονιών με ανώτερη μόρφωση έχουν καλύτερη σχέση, καθώς διαβάζουν πάνω από 10 βιβλία τον χρόνο, σε ποσοστό 25,4%.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει και το εύρημα ότι η επιλογή παιδικών αναγνωσμάτων δεν αποτελεί βασική ενασχόληση για τους λιγότερο εξοικειωμένους με την ανάγνωση γονείς, που προέρχονται κυρίως από λαϊκές τάξεις, με αποτέλεσμα τα παιδιά τους να επιλέγουν συνήθως τυχαία ή μόνα τους τι θα διαβάσουν. Σε κάθε περίπτωση, η επιλογή βιβλίων σε αυτά τα κοινωνικά στρώματα γίνεται συχνά με κριτήρια εκπαίδευσης και επίλυσης προβλημάτων σε καταστάσεις της καθημερινότητας, τη στιγμή που οι γονείς με ισχυρό πολιτισμικό κεφάλαιο θεωρούν αφελή τη διδακτική και ηθικοπλαστική παιδική λογοτεχνία, η επιλογή της οποίας οφείλει να γίνεται και με κριτήρια αισθητικής και ευχαρίστησης.

Συμπερασματικά, όπως είπε ο καθηγητής Νίκος Παναγιωτόπουλος, «το παιδί αρχίζει και μαθαίνει, αποκτά τη διάθεση, τη συνήθεια της ανάγνωσης, όταν κατοικεί σε ένα περιβάλλον εντός του οποίου “κατοικείται” και το ίδιο το παιδί από το βιβλίο». Η στείρα προτροπή για ανάγνωση δεν αρκεί αν δεν υπάρχει μια συνθήκη όπου το βιβλίο είναι «προέκταση ενός σύμπαντος που το θεωρεί ως κάτι φυσικό – και όσο πιο φυσικό είναι, τόσο πιο φυσικά θα ενσωματωθεί ως ανάγκη».

Ως προς αυτό, είναι ενδεικτικό και το δεδομένο ότι τα παιδιά γονέων ανώτερης μόρφωσης τους βλέπουν περισσότερο να διαβάζουν (82,8% έναντι 72,9%), μια ανισότητα που, όπως και οι προηγούμενες, δεν λαμβάνεται υπόψη από το εκπαιδευτικό σύστημα ή από φορείς που προωθούν δράσεις φιλαναγνωσίας κατορθώνοντας απλώς «να προσηλυτίσουν τους προσηλυτισμένους». Ειδικά το σχολείο «αντιλαμβάνεται και διαχειρίζεται τα παιδιά ως ίσα, παράγοντας άνισα αποτελέσματα», ανέφερε ο κ. Παναγιωτόπουλος, εξηγώντας ότι πρέπει να γίνει κατανοητό ότι δεν διαθέτουν όλοι τα ίδια «μπαγκάζια» όσον αφορά π.χ. τη γλώσσα, η σχολική εκδοχή της οποίας είναι ενίοτε απομακρυσμένη από τις γλώσσες που ομιλούνται στα διάφορα κοινωνικά στρώματα.

Έρευνα: Πώς θα αγαπήσουν τα παιδιά το βιβλίο;-2
Οταν το βιβλίο είναι «προέκταση ενός σύμπαντος που το θεωρεί το παιδί ως κάτι φυσικό, τόσο πιο φυσικά θα ενσωματωθεί ως ανάγκη», αναφέρει ο επιστημονικός υπεύθυνος της έρευνας, Νίκος Παναγιωτόπουλος. [shutterstock]

Βασισμένη σε 500 ερωτηματολόγια που συμπληρώθηκαν από γονείς μαθητών, σε 100 εις βάθος συνεντεύξεις με ενηλίκους και σε 16 εθνογραφικές παρατηρήσεις σε οικογένειες, η έρευνα του ΟΣΔΕΛ περιλαμβάνει προτάσεις μεταρρύθμισης του δημοτικού σχολείου, όπως η έμφαση σε ασκήσεις έκφρασης της σκέψης των παιδιών, η δημιουργία ειδικά καταρτισμένου σώματος βοηθών εκπαίδευσης που θα κάνουν φροντιστηριακού τύπου αναγνωστική μελέτη, οι συμπληρωματικές εκπαιδεύσεις ανάκτησης και επανόρθωσης της αναγνωστικής ικανότητας, η στελέχωση κάθε σχολείου με το ίδιο ποσοστό διδασκόντων με διαφορετικά προσόντα και με παροχή του ίδιου πολιτιστικού εξοπλισμού κ.ά. Το αίτημα για άμβλυνση των αναγνωστικών ανισοτήτων των παιδιών, υπογράμμισε ο κ. Παναγιωτόπουλος, θα έχει δημοκρατικά αποτελέσματα, αλλά και οικονομικά, καθώς σύμφωνα με προηγούμενη έρευνα του ΟΣΔΕΛ η ανάγνωση συμβάλλει στην ατομική και συλλογική κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη.

Τα αποτελέσματα της έρευνας θα παρουσιαστούν στο κοινό τη Δευτέρα 22 Απριλίου, στο Ολύμπια Δημοτικό Μουσικό Θέατρο «Μαρία Κάλλας».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT