Το τελευταίο μυθιστόρημα του Πολ Οστερ

Το τελευταίο μυθιστόρημα του Πολ Οστερ

5' 35" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Εως και λίγο καιρό πριν από τον θάνατό του από καρκίνο του πνεύμονα, στα εβδομήντα επτά του, ο Πολ Οστερ παρέμενε ιδιαίτερα παραγωγικός και δημιουργικός. Ας δούμε λίγο την πρόσφατη βιβλιογραφία του έτσι όπως παρουσιάστηκε στη χώρα μας.

Τον Μάιο του 2023, κυκλοφορεί ένα ογκωδέστατο βιογραφικό χρονικό (μιλάμε για 1.184 σελίδες), το «Φλεγόμενο αγόρι», για τη ζωή και το έργο του Αμερικανού δημοσιογράφου και συγγραφέα Στίβεν Κρέιν (μτφρ.: Ιωάννα Ηλιάδη, εκδ. Μεταίχμιο). Δεν πρόκειται για τυπική βιογραφία. Ο Οστερ γράφει ως μυθιστοριογράφος, αν και εδώ έσκυψε πάνω από το υλικό του (και) σαν ερευνητής. Ο περιπετειώδης, τυχοδιωκτικός Κρέιν πέθανε στα είκοσι εννέα του, ωστόσο, έζησε μια ζωή πλήρη, συχνά ακραία, και υπήρξε δαιμόνιος γραφιάς. Ο Κρέιν είχε καλύψει ως ανταποκριτής και τον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο του 1897. Με το έργο του επηρέασε πολλούς μεταγενέστερους Αμερικανούς πεζογράφους· ένας από αυτούς ήταν ο Πολ Οστερ.

Είχε προηγηθεί τον Ιούνιο του 2022 ένα άλλο «τούβλο», το μυθιστόρημα «4 3 2 1» (μτφρ. Μαρία Ξυλούρη, εκδ. Μεταίχμιο, σελ. 1224), που ήταν και υποψήφιο για το Μπούκερ. Ενδεχομένως, η απόπειρα του Οστερ να γράψει το δικό του «μεγάλο αμερικανικό μυθιστόρημα», δομημένο πάνω στη ζωή του εν πολλοίς αλλά εξακτινώνοντας την πλοκή σε τέσσερις διαφορετικές εκδοχές ζωής, σαν σε παράλληλα σύμπαντα. Εχει, πάντως, θεωρηθεί αριστούργημα από κριτική και κοινό.

Τον Φεβρουάριο που μας πέρασε, είδαμε να κυκλοφορεί, πάλι από τις εκδόσεις Μεταίχμιο και σε μετάφραση της Ιωάννας Ηλιάδη, ένα ακόμα μη μυθοπλαστικό έργο του: το «Αιματοβαμμένο έθνος». Ενα σύντομο αυτή τη φορά (172 σελίδες) αφηγηματικό δοκίμιο για την τραυματική σχέση της Αμερικής με τα όπλα, που εκκινεί από ένα προσωπικό, οικογενειακό τραύμα του ίδιου του Οστερ.

Τέλος, εκκρεμεί ένα ακόμα βιβλίο του Οστερ να εκδοθεί στα ελληνικά, το οποίο είναι μυθιστόρημα (το 18ο του) και το λογοτεχνικό κύκνειο άσμα του: το «Μπαουμγκάρτνερ», που είναι το όνομα του κεντρικού χαρακτήρα. Σε Αμερική και Βρετανία κυκλοφόρησε τον Νοέμβριο του 2023 και μεταφράζεται ήδη σε δέκα και περισσότερες γλώσσες.

Ο Σάι Μπαουμγκάρτνερ, στα 71 του, καθηγητής φιλοσοφίας με ειδίκευση στη φαινομενολογία, με την αγαπημένη του γυναίκα πρόωρα νεκρή εδώ και σχεδόν μια δεκαετία, αναμένει να πάρει τη σύνταξή του οπότε η μνήμη του στροβιλίζεται στα περασμένα. Σύμφωνα με την ενημέρωση που έρχεται από το εξωτερικό, μα και από τις εκδόσεις Μεταίχμιο, είναι ένα «μυθιστόρημα για την αγάπη, τη μνήμη και το πένθος. Αν και το μυθιστόρημα δεν έχει τον σαρωτικό, επικό χαρακτήρα του “4321”, είναι ένα υπέροχο δείγμα οστερικής βιρτουοζιτέ, με πολλές συγκινητικές και στοχαστικές στιγμές». Κεντρικό ερώτημα μοιάζει να είναι αυτό: Γιατί θυμόμαστε ορισμένες στιγμές και ξεχνάμε άλλες;

Το βιβλίο βρίσκεται στη διαδικασία της παραγωγής (από τις εκδόσεις Μεταίχμιο) και αναμένεται να κυκλοφορήσει τον προσεχή Σεπτέμβριο, και πάλι σε μετάφραση της Ιωάννας Ηλιάδη.

Η «Κ» προδημοσιεύει κατ’ αποκλειστικότητα ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα. Κλείνοντας, να πούμε ότι στις 21 Απριλίου του 2020 η «Κ» είχε προδημοσιεύσει ένα ακόμα –εκτενές τότε– απόσπασμα (σε μετάφραση της Μαρίας Ξυλούρη) από το υπό έκδοση και στην Αμερική βιβλίο με τον τίτλο «Οι λύκοι του Στάνισλαβ».

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ

« Ο Μπαουμγκάρτνερ βλέπει αυτό το όνειρο, και μέσα του κάτι αρχίζει να αλλάζει. Εχει πλήρη επίγνωση ότι το αποσυνδεδεμένο τηλέφωνο δεν χτύπησε, ότι δεν άκουσε στα αυτιά του τη φωνή της Αννας, ότι οι νεκροί δεν συνεχίζουν να ζουν σε μια κατάσταση ενσυνείδητης ανυπαρξίας, κι όμως, όσο μη πραγματικό κι αν ήταν το περιεχόμενο του ονείρου, εκείνος το βίωσε ως πραγματική εμπειρία, και τα πράγματα που έζησε ενόσω κοιμόταν τη νύχτα εκείνη δεν έχουν σβηστεί απ’ τις σκέψεις του όπως σβήνουν και χάνονται τα περισσότερα όνειρα. Εχουν περάσει από τότε έξι μέρες, ένα σύντομο διάστημα, μα ο Μπαουμγκάρτνερ νιώθει λες και κάτι τον έχει ωθήσει προς έναν καινούργιο εσωτερικό χώρο, ότι οι συνθήκες της ζωής του έχουν μεταβληθεί. Δεν είναι πλέον παγιδευμένος σε έναν τυφλό υπόγειο θάλαμο παρά βρίσκεται κάπου πάνω από την επιφάνεια του εδάφους, ακόμη εγκλωβισμένος σε ένα δωμάτιο, ίσως, όμως τουλάχιστον τούτο εδώ έχει ένα παράθυρο με κάγκελα στην κορυφή του εξωτερικού τοίχου, κάτι που σημαίνει ότι κατά τη διάρκεια της ημέρας το φως μπαίνει μέσα, και αν εκείνος τεντωθεί στο πάτωμα και γείρει το κεφάλι του στη σωστή γωνία, μπορεί να κοιτάξει ψηλά και να παρατηρήσει τα σύννεφα έτσι όπως περνούν από μπροστά του στον ουρανό. Πόση δύναμη έχει η φαντασία, λέει από μέσα του. Ή, πολύ απλά, τα όνειρα. Με τον ίδιο τρόπο που ένας άνθρωπος μπορεί να μεταμορφωθεί από τα φανταστικά γεγονότα που περιγράφονται σε ένα μυθοπλαστικό έργο, ο Μπαουμγκάρτνερ έχει μεταμορφωθεί από την ιστορία που αφηγήθηκε ο ίδιος στον εαυτό του μέσα στο όνειρο. Κι αν το τυφλό δωμάτιο έχει τώρα ένα παράθυρο, γιατί να μην έρθει μια μέρα στο όχι και τόσο μακρινό μέλλον που τα κάγκελα θα έχουν εξαφανιστεί και εκείνος θα μπορεί επιτέλους να συρθεί έξω στον καθαρό αέρα.

Είναι ένα «μυθιστόρημα για την αγάπη, τη μνήμη και το πένθος», λένε οι –φειδωλές– πηγές, «με πολλές συγκινητικές και στοχαστικές στιγμές».

Θα ήταν παράλογο να πιστεύει ότι οι σκέψεις του κρατούν την Αννα σε κάποια άυλη, αιθερική μεταθανάτια ζωή, ότι απλώς με το να παραμένει ζωντανός πάνω στη γη τής επιτρέπει να διατηρεί επαφή μαζί του από το υποατομικό της φυλάκιο στο Απέραντο Πουθενά, δεδομένου όμως ότι δημιουργός τούτων των παραλογισμών είναι αυτός ο ίδιος, δεν μπορεί να τους απορρίψει δίχως δεύτερη σκέψη, ούτε να υποκριθεί ότι δεν του έχουν προσφέρει μια δόση ψυχικής ανακούφισης, διότι γεγονός είναι ότι η επαφή του με την Αννα δεν διακόπηκε ποτέ από την ημέρα του πνιγμού της και μετά, και αν τώρα ο Μπαουμγκάρτνερ έχει πλάσει έναν εναλλακτικό κόσμο μέσα στον οποίο εκείνη γνωρίζει ότι τη συλλογίζεται, τον νιώθει να τη συλλογίζεται και είναι σε θέση να συλλογιστεί το ότι τη συλλογίζεται, ποιος μπορεί να πει ότι δεν υπάρχει κάποια αλήθεια σε αυτό; Οχι επιστημονική αλήθεια, ίσως, όχι μια επαληθεύσιμη αλήθεια, αλλά μια συναισθηματική αλήθεια, μακροπρόθεσμα το μόνο που μετράει […]. Ο Σ.Τ. Μπαουμγκάρτνερ […], αγαπητό μέλος του διδακτικού προσωπικού του Πανεπιστημίου Πρίνστον τα τελευταία τριάντα τέσσερα χρόνια, ένας ηλικιωμένος φαινομενολόγος που έχει περάσει τη ζωή του στην επικράτεια του απτού, ένας μοναχικός ταξιδιώτης χωμένος μέχρι τα μπούνια στους μυστηριώδεις, οντολογικούς βάλτους της ανθρώπινης αντίληψης, έχει ανακαλύψει τελικά τη θρησκεία […].

Εξι μέρες μετά, τα κάγκελα εξαφανίζονται από το παράθυρο. Προτού καν σκεφτεί έναν τρόπο να σκαρφαλώσει και να στριμώξει το κορμί του μέσα απ’ το άνοιγμα, οι τοίχοι του δωματίου έχουν κι αυτοί εξαφανιστεί, και διαπιστώνει ότι στέκεται έξω ελεύθερος. Βρίσκεται σε ένα λιβάδι κάπου καταμεσής μιας υπαίθρου, χωρίς σπίτια ή τηλεφωνικούς στύλους ή άλλα ίχνη ανθρώπινης παρουσίας όσο φτάνει το μάτι. Παντού γύρω του χορτάρι που του φτάνει ως το γόνατο, και στον γκρίζο ουρανό από πάνω του πυκνώνουν βαριά ολοένα και σκοτεινότερα σύννεφα. Επίκειται βροχή από λεπτό σε λεπτό. Ο Μπαουμγκάρτνερ χώνει τα χέρια στις τσέπες του και αρχίζει να περπατάει. »

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT