Τα ελληνοτουρκικά και η κλιματική κρίση

Τα ελληνοτουρκικά και η κλιματική κρίση

Μια σχεδόν ανεπίλυτη διένεξη υπό ένα νέο πρίσμα

4' 17" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΑΝΔΡΕΑΣ ΣΤΕΡΓΙΟΥ
Η ελληνοτουρκική διένεξη στο Αιγαίο – Αντίσταση στο μέλλον
Μτφρ.: Γιώργος Χρηστίδης
εκδ.: Κριτική, 2023, σελ. 249

Η διένεξη στο Αιγαίο με τις πολλαπλές συνιστώσες της είναι το κύριο σημείο τριβής μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, δηλητηριάζει τις σχέσεις τους επί δύο γενεές και έχει επανειλημμένως οδηγήσει σε εξάρσεις έντασης. Ειδικότερα για την Ελλάδα η διένεξη και η διαχείρισή της αποτελούν κεντρική μέριμνα της εθνικής εξωτερικής πολιτικής και στρατηγικής. Εύλογος είναι, επομένως, ο σχετικά μακρύς κατάλογος μελετών γι’ αυτήν. Στον κατάλογο ήλθε να προστεθεί το βιβλίο «Η ελληνοτουρκική διένεξη στο Αιγαίο – Αντίσταση στο μέλλον», του ιστορικού και πολιτικού επιστήμονα Ανδρέα Στεργίου, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας. Το βιβλίο, που είναι μετάφραση της αγγλικής ομότιτλης έκδοσης (2022), συνιστά μια ευπρόσδεκτη προσθήκη για αρκετούς λόγους.

Τα ελληνοτουρκικά και η κλιματική κρίση-1Συχνά οι αναλύσεις για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και τη διαφορά στο Αιγαίο τείνουν να είναι πολυσέλιδες και δύσπεπτες για το μέσο αναγνωστικό κοινό. Η μελέτη αυτή είναι και περιεκτική και πραγματεύεται με εύστοχο τρόπο το θέμα της. Προσφέρει μια πλήρη, κατά το δυνατόν, ξεκάθαρη και συγκροτημένη επισκόπηση της εξέλιξης της διένεξης από τις απαρχές της στη δεκαετία του 1970 μέχρι και σήμερα, σε επιμελημένο αλλά απλό λόγο, που δεν απαιτεί αποκρυπτογράφηση από τον μη ειδικό σε θέματα ανάλυσης διεθνούς πολιτικής.

Επιπλέον, φωτίζει ευσύνοπτα τις νομικές διαστάσεις της επιχειρηματολογίας της κάθε πλευράς και, έτσι, επιτρέπει στον αναγνώστη να αντιληφθεί τη δυσκολία επίτευξης συμφωνίας μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, ως προς τις εκκρεμούσες ανάμεσά τους νομικές διαφορές. Ο συγγραφέας, αναγνωρίζοντας τη σοβαρότητα του μεγέθους του «εξ ανατολών κινδύνου», αφιερώνει επίσης ένα πλήρες κεφάλαιο, γραμμένο με ακαδημαϊκή νηφαλιότητα, στην παρουσίαση του «δυναμικού, διεκδικητικού στρατηγικού προσανατολισμού, που έχει επίκεντρο… και μια εκβιαστική διπλωματία» (σελ. 154) της Τουρκίας κατά την περίοδο του ΑΚΡ στην εξουσία. Πέραν των παραπάνω, η μελέτη του Στεργίου έχει ενδιαφέρον, επειδή επιχειρεί να θέσει τις ελληνοτουρκικές σχέσεις στο ευρύτερο πλαίσιο της επίκαιρης συζήτησης για την κλιματική αλλαγή.

Ο συγγραφέας θεωρεί ότι η ελληνοτουρκική διένεξη είναι σχεδόν ανεπίλυτη, λόγω της αγεφύρωτης διάστασης απόψεων Ελλήνων και Τούρκων ως προς τα επιμέρους ζητήματα που τη συνθέτουν. Ωστόσο, αφού –όπως σημειώνει– οι δύο χώρες είναι υποχρεωμένες να συνυπάρξουν σε μια περιοχή που θα βιώσει ολέθριες συνέπειες λόγω της κλιματικής αλλαγής, υπάρχει η ανάγκη, εκατέρωθεν, αλλαγής του πρίσματος θέασης των διμερών σχέσεων. Αυτή η προσέγγιση του καθηγητή Στεργίου εκφράζει μια νέα θεώρηση στην ανάλυση των διεθνών σχέσεων, που δίνει έμφαση σε αποκαλυπτικά σενάρια περιβαλλοντικής κρίσης και προβάλλει την αναγκαιότητα διαμόρφωσης εθνικής πολιτικής, λαμβάνοντας σοβαρά υπόψη τις οικολογικές εξαρτήσεις των συστημάτων του πλανήτη.

Μια πλήρης, ξεκάθαρη και συγκροτημένη επισκόπηση της εξέλιξης της διένεξης από τις απαρχές της στη δεκαετία του 1970.

Υπό το φως προβλέψεων, σύμφωνα με τις οποίες η περιοχή της Μεσογείου θα πληγεί δριμύτατα, με αποτέλεσμα δραματικές κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες, ο Στεργίου επιχειρηματολογεί ότι επιβάλλεται ένα νέο υπόδειγμα σχέσης μεταξύ των δύο χωρών. Με λίγα λόγια, αυτές πρέπει να ξεπεράσουν το σύνδρομο της αντιπαλότητας και να επιδιώξουν τη συνεργασία μέσω της ανάληψης κοινών πρωτοβουλιών στον ενεργειακό και γενικότερα περιβαλλοντικό τομέα, ώστε να διασφαλίσουν την επιβίωσή τους μπροστά σε έναν υπαρξιακό κίνδυνο τον οποίο καμία από τις δύο δεν δύναται να αντιμετωπίσει από μόνη της.

Ο Στεργίου δεν παραγνωρίζει τους ποικίλους περιορισμούς στην άσκηση μιας τέτοιας προσέγγισης. Οπως χαρακτηριστικά αναφέρει, ο γεωπολιτικός ανταγωνισμός, οι παραδοσιακές ανησυχίες ασφάλειας, η δυσπιστία και εχθρότητα για την απέναντι πλευρά, που συναντάται τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Τουρκία, δεν θα πάψουν να υφίστανται. Αλλά, όπως υποστηρίζει, η συνεργασία δεν αποτελεί επιλογή, επιβάλλεται από την ανάγκη της επιβίωσης. Επομένως, όσο γρηγορότερα αυτό γίνει αντιληπτό από την Αθήνα και την Αγκυρα τόσο αποτελεσματικότερη θα είναι η από κοινού αντίσταση στις επερχόμενες καταστροφές. Αποφυγή μιας τέτοιας συνεργασίας, για τον Στεργίου, συνιστά, όπως δηλώνει και ο τίτλος του βιβλίου, «Αντίσταση στο μέλλον».

Πρόκειται για μια ενδιαφέρουσα θέση η οποία καθόλου δεν προϋποθέτει ή οδηγεί στην ανάγκη σύναψης «μιας συμφωνίας κοινής διαχείρισης ή συγκυριαρχίας» στο Αιγαίο, την οποία ο συγγραφέας υποστηρίζει, αν και φευγαλέα, ως καλύτερο μέσο εξυπηρέτησης των συμφερόντων των δύο χωρών (σελ. 230). Ωστόσο, ο τόμος και η πρόταση που προβάλλει θα κέρδιζαν ίσως σε πληρότητα, εάν η σχετική συζήτηση για τη σύνδεση κλίματος και εθνικής ασφάλειας είχε περισσότερο αναπτυχθεί. Η εκτίμηση ότι η επερχόμενη κλιματική κρίση συνιστά έναν πολλαπλασιαστή απειλών και θέτει σε άμεσο κίνδυνο την ασφάλεια των κρατών, ακόμη και την ίδια τους την κυριαρχία, προσελκύει επιστημονικό και πολιτικό ενδιαφέρον σε διεθνές επίπεδο, αλλά στο ευρύτερο κοινό δεν είναι τόσο γνωστή.

Συμπερασματικά, το βιβλίο δεν προτείνει λύσεις αναφορικώς με τη διένεξη στο Αιγαίο, άλλωστε δεν έχει τέτοια αξίωση. Η προσφορά του έγκειται στο ότι, αφενός, σε περίπου 150 σελίδες γίνεται μια επιμελής και ουσιαστική παρουσίαση των στοιχείων που συνιστούν το πλέγμα της ελληνοτουρκικής διαφοράς και, αφετέρου, επιδιώκει να στρέψει τη συζήτηση για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις σε μια διαφορετική κατεύθυνση, έναντι νέων δεδομένων που υπερβαίνουν τις παραδοσιακές παραμέτρους διαμόρφωσης εξωτερικής πολιτικής. Ανεξάρτητα από το μέτρο ευρύτερης αποδοχής της θεωρητικής προσέγγισης, που εστιάζει στους κινδύνους για τα κράτη ως αποτέλεσμα της κλιματικής αλλαγής, η θέση του Στεργίου να επιδιωχθεί ελληνοτουρκική συνεργασία με στόχο τον περιορισμό των εν δυνάμει καταστροφικών επιπτώσεων της επερχόμενης κλιματικής κρίσης είναι άξια προσοχής και συζήτησης.

*Η κ. Εκάβη Αθανασοπούλου είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια Διεθνών Σχέσεων στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του ΕΚΠΑ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT