Κριτικοί και κριτική των social media

Εκδόσεις και συγγραφείς στα χρόνια της πλατφόρμας

4' 6" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η επικράτηση των social media σε έναν αγώνα που κανείς δεν περίμενε ότι θα δοθεί, μπορεί μεν να έκλεψε, και να εξακολουθεί να κλέβει καθημερινά, πολύ από τον χρόνο μας –τη μόνη μας όντως περιουσία–, να δυσκολεύει τη συγκέντρωσή μας και να είναι ο υπ’ αριθμόν ένα παράγοντας της βραχείας ικανότητας συγκέντρωσης της προσοχής όλων μας, αλλά να που έχει βοηθήσει το βιβλίο, κάτι που μάλλον δεν περίμεναν πολλοί αρχικά.

Ανθρωποι που ποτέ δεν θα σκέφτονταν καν να πάνε σε μία λέσχη ανάγνωσης συμμετέχουν με ζήλο εδώ και χρόνια σε δύο και τρεις ταυτόχρονα –δεν έχει σημασία που είναι διαδικτυακές· άλλωστε, συχνά οι περισσότερες διοργανώνουν και συναντήσεις σε βιβλιοκαφέ και αλλού–, ενώ είναι ενεργά μέλη και σε πολλές βιβλιοφιλικές ομάδες. Ποτέ πριν δεν μπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο, καθώς δεν υπήρχαν οι τεχνικές δυνατότητες.

Το βιβλίο –και όχι ένας συγγραφέας της μόδας–, από μοναχική απασχόληση, έγινε ένα trend. Οι νέοι τίτλοι διαδίδονται αυθημερόν, σαν φωτιά σε ξερόχορτα: και λέγοντας αυθημερόν εννοούμε την ημέρα που απλώς «αποκαλύπτεται» το εξώφυλλό τους, έναν ολόκληρο μήνα πριν φτάσει καν στα βιβλιοπωλεία. Σχεδόν μία εικοσαετία τώρα, οι νέες εκδόσεις δεν σχολιάζονται σε «λογοτεχνικές» συντροφιές ή παρεμπιπτόντως, ανάμεσα σε άλλα θέματα, σε παρέες, αλλά στο Facebook, στο Χ (Twitter) και πλέον και στο TikTok, δημόσια, με μεγάλη και ποικίλη παρουσία κόσμου, με ζέση, ένταση, συχνά και με θυμό, με αντεγκλήσεις και πάθος. Και με φανερή αγάπη για το αντικείμενο. Και, ξαναλέμε, από πολλούς. Κι αυτό είναι καλό.

Αναρτήσεις «ακολούθων»

Το ίδιο γίνεται και με τους συγγραφείς. Οχι όλους, αλλά αρκετούς. Οι φανατικοί αναγνώστες τους, οι «φαν», τους μνημονεύουν από ανάρτηση σε ανάρτηση, γράφουν επαίνους ή και διθυράμβους για τα καινούργια τους βιβλία –μάλιστα, τα κείμενά τους αυτά, με όλη τους την ακραία υπερβολή, διαβάζονται από πολλαπλάσιους αναγνώστες, και δυνάμει αγοραστές, σε σχέση με μία κριτική παρουσίαση στις σελίδες ενός λογοτεχνικού περιοδικού– και ανταλλάσσουν απόψεις με τρίτους, προσπαθώντας να μεταδώσουν το πάθος τους σε όσους τους ακολουθούν. Κι αυτό είναι επίσης καλό.

Το βιβλίο δεν αφορά ομάδες, μας αφορά όλους. Είναι απόλαυση και ανάγκη.

Υποκατέστησε αυτή η εξωστρεφής, συχνά λαχανιασμένη και με ενθουσιώδη μάτια προσέγγιση τις σελίδες λογοτεχνικής κριτικής των εφημερίδων; Μεγάλη κουβέντα, που γίνεται συχνά και στον Τύπο και σε συζητήσεις και μελέτες αλλού. Νομίζουμε πως δεν την υποκατέστησε, αλλά ότι προστέθηκε σε αυτήν, ή ότι υπάρχει παράλληλα με αυτήν. Οι αναγνώστες των εφημερίδων μειώνονται παγκοσμίως ούτως ή άλλως, αλλά το κύρος τους δεν έχει αμβλυνθεί. Και δεν πιστεύουμε ότι οι εφημερίδες είπαν την τελευταία τους λέξη – όχι. Αυτό που πιστεύουμε το είπαμε ήδη: η διαδικτυακή «ερασιτεχνική» κριτική απευθύνεται σε ένα διευρυμένο κοινό. Σε πολύ περισσότερο κόσμο.

Ενα καλογραμμένο κείμενο στην πλατφόρμα Goodreads μπορεί να διαβαστεί από πραγματικά πολλούς ανθρώπους σε κάθε γωνιά της Γης. Στα κατεξοχήν μέσα κοινωνικής δικτύωσης, πάλι, θα διαβαστεί από το οικείο κοινό του καθενός. Σημασία, νομίζουμε, έχει να γίνεται αυτή η συζήτηση. Να φαίνεται πως το βιβλίο είναι κομμάτι της ζωής –όπως πράγματι είναι– και όχι κάτι που αφορά μία ομάδα ανθρώπων. Το βιβλίο δεν αφορά ομάδες, μας αφορά όλους. Το βιβλίο είναι απόλαυση και ανάγκη.

Μια κριτική που μπορεί να γίνει είναι ότι, φύσει, τα ΜΚΔ είναι λαϊκά, μαζικά. Και οι μάζες κάποτε συμπεριφέρονται με τρόπους αγελαίους. Από αυτά μπορούν να γεννηθούν λαϊκιστικά κόμματα (οι Ανεξάρτητοι Ελληνες, επί παραδείγματι, έτσι απέκτησαν οπαδική βάση), «ακτιβιστικά» κινήματα κάθε λογής (όπως των «Αγανακτισμένων», των «Δεν Πληρώνω», και άλλων λιγότερο ή περισσότερο επικίνδυνων) ή να διαδοθούν τοξικές θεωρίες συνωμοσίας και παραπληροφόρησης (το είδαμε επί πανδημίας: πόσοι άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους επειδή πείστηκαν ότι «το εμβόλιο σκοτώνει», ότι είναι μέσο παρακολούθησης και διάφορα άλλα…) ή πολιτικής χειραγώγησης (η Ρωσία είναι πρωταθλήτρια στο είδος).

Τα «λαϊκά»

Ως εκ τούτου, είναι και το κατάλληλο πεδίο για να ανθήσουν και «λαϊκά» βιβλία. Δεν εννοούμε εύπεπτα, ή «ροζ», ή «ελαφρά». Τέτοια υπήρχαν πάντα, και μάλιστα είναι οι αιμοδότες της αγοράς. Εννοούμε βιβλία που διαφορετικά πολύ δύσκολα θα εκδίδονταν, ασχέτως τού εάν είναι εντέλει καλά ή όχι. Θα αναφέρουμε δύο μόνο παραδείγματα, αν και υπάρχουν περισσότερα. (1) Βιβλία συντεθειμένα, αίφνης, από αναρτήσεις στο Facebook. Μοιάζουν συνήθως με τα εγχειρίδια εκλαϊκευμένης επιστήμης, αν και δεν είναι τέτοια. Κάποια έχουν γίνει μπεστ-σέλερ. Και (2) βιβλία –μυθιστορήματα κυρίως– ανθρώπων που έχουν μια καλή, μεθοδικά φτιαγμένη, «επαγγελματική» παρουσία στο Διαδίκτυο, πράγμα όχι εύκολο, και, υποστηριζόμενοι από μία γερή βάση αληθινών και fake «ακολούθων» που γράφουν αληθινούς ή fake επαίνους, δεν καταφέρνουν απλώς να εκδώσουν το βιβλίο τους, αλλά ίσως έχουν –και κάποτε πράγματι έχουν– μία επίσης καλή πορεία στα βιβλιοπωλεία.

Κανείς δεν μπορεί να ξέρει αν τα βιβλία αυτά φέρνουν περισσότερο κόσμο στα βιβλιοπωλεία, κόσμο που ένα ποσοστό του θα ξαναέρθει σε αυτά, ή αν τον σέρνουν απλώς για να αγοράσει αυτό ή εκείνο το βιβλίο, που ίσως διαβαστεί, ίσως πάλι και όχι. Ενδεχομένως να συμβαίνει το δεύτερο κυρίως. Σημεία των καιρών; Ναι. Μα η δύναμη του Διαδικτύου και των ΜΚΔ είναι και θα παραμείνει μεγάλη. Και μόνο το φαινόμενο «Βιβλία τού TikTok» θα αρκούσε για να το καταλάβουμε.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT