Εκδόθηκε το 1991 και, εκτός από τον προσωπικό απολογισμό της ηρωίδας του, της 32χρονης Ρέας Φραντζή, που μετά τον χωρισμό της ταξιδεύει στην Πάτμο αναζητώντας τον εαυτό της και το νόημα των πραγμάτων, σκιαγραφούσε και το πορτρέτο μιας Ελλάδας που είχε αφεθεί στην αναζήτηση μιας υποχρεωτικής υλικής ευημερίας, χάνοντας το κέντρο της. Ομως τριάντα χρόνια μετά, η «Γραμμή του ορίζοντος» (εκδ. Εστία) του Χρήστου Βακαλόπουλου συγκινεί και τους νεότερους αναγνώστες.
«Και στη δική μου γενιά υπάρχει η αίσθηση ότι δεν είναι εύκολο να ορίσουμε την ταυτότητά μας σε σχέση και με την ταυτότητα της χώρας», λέει στην «Κ» ο 29χρονος Γιώργος Παύλου που σκηνοθετεί την ομώνυμη παράσταση στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου. «Υπάρχει η αίσθηση ότι όλα έχουν φτιαχτεί βιαστικά, ερήμην μας, και είναι σαν να βρήκαμε τα πράγματα αρκετά κατεστραμμένα. Ας πούμε η Αθήνα έχει τσιμεντωθεί τόσο που διαπιστώνουμε ότι δεν μπορεί να αλλάξει. Σε κάνει να θέλεις να φύγεις μακριά. Και είναι ένα μόνο παράδειγμα από όσα έχουν συμβεί στην Ελλάδα τα τελευταία πενήντα χρόνια».
Από τη σελίδα στη σκηνή
Ερωτώμενος αν η ανυπαρξία διαλόγων στο μυθιστόρημα επιλύεται πειραματικά, ο σκηνοθέτης απαντά ότι «σε κάθε σκηνή υπάρχει και θα έπρεπε να υπάρχει το στοιχείο του πειραματισμού» και συμπληρώνει ότι οι ηθοποιοί εκφράζουν τις ενίοτε αντικρουόμενες φωνές του μυθιστορήματος, ώστε να προκύψει η δραματουργική σύγκρουση και να αποτυπωθεί ότι όλοι ευθύνονται «για την ύψωση του τόπου μας σε μια φαντασιακή χώρα, όπου όλοι θέλουν να ζήσουν…». Φαντασιακή χώρα; Δηλαδή; «Εχει να κάνει με τις προβολές μας», εξηγεί ο σκηνοθέτης. «Ο καθένας ζει στη χώρα που νομίζει, η Ελλάδα είναι για εκείνον κάτι διαφορετικό και πιστεύει ότι το ίδιο είναι και για τον άλλον. Εχουμε κάνει τόσες προβολές σε αυτό το έθνος, που ενίοτε είμαστε εκτός πραγματικότητας: από το ότι είμαστε συνεχιστές των αρχαίων και έχουμε διδάξει πολιτισμό σε όλο τον πλανήτη, μέχρι το ότι ζούμε στην ομορφότερη χώρα του κόσμου, ενώ ο βασικός μισθός δεν καλύπτει ούτε το νοίκι».
Σε κάθε εποχή υπάρχουν άνθρωποι που αισθάνονται εγκλωβισμένοι και θέλουν να φύγουν μακριά ώστε να κρατήσουν αναλλοίωτο κάτι δικό τους.
«Παλιά υπήρχαν τρία μέρη στον κόσμο· η Kυψέλη, η Eλλάδα και ο πλανήτης Γη», γράφει ο Βακαλόπουλος, για να προσθέσει ότι αυτή η τριμερής κατανόηση του κόσμου έχει αντικατασταθεί από το «παγκόσμιο χωριό» που, καθότι ασυναγώνιστο, ισοπέδωσε το μικρό και το μαγικό. Η διαφήμιση στη δεκαετία του ’80 ορίζει εντονότερα πώς να είναι κάποιος όμορφος και ευτυχισμένος. Και οι τουρίστες έρχονται στην Ελλάδα σαν στρατός, που κατακτά έναν τόπο φωτογραφίζοντάς τον. Πώς αφορούν όλα αυτά τη γενιά του Παύλου;
«Σε κάθε εποχή υπάρχουν άνθρωποι που αισθάνονται εγκλωβισμένοι και θέλουν να φύγουν μακριά ώστε να κρατήσουν αναλλοίωτο κάτι δικό τους. Το παρατηρώ και σε συνομηλίκους μου: να μην μπορούμε να αντεπεξέλθουμε στον καταιγισμό της εικόνας και της πληροφορίας και να μοιάζουμε πάντα λίγοι μπροστά στην ταχύτητα με την οποία κινείται ο κόσμος», λέει και συμπληρώνει: «Κανείς δεν θα μπορούσε τότε να σκεφτεί ότι θα υπήρχαν τόσα airbnb που δεν μπορούμε να ζήσουμε και ότι το κέντρο της Αθήνας θα έχει γεμίσει μπεργκεράδικα. Στην Πάτμο, όπου πήγα για την έρευνά μου, ένιωθα ότι δεν υπάρχουν μαγαζιά και ξενοδοχεία για εμένα, ούτε ένα λάιφσταϊλ που να μπορώ να αντέξω».
Απόφοιτος της Δραματικής Σχολής του ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας και αριστούχος του Τμήματος Σκηνοθεσίας της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου, πιστεύει ότι η δουλειά του σκηνοθέτη «είναι μια επιστήμη που πρέπει κάπως να τη διδαχθείς». Ο δικός του στόχος ήταν να κατανοήσει τη σκηνοθετική μεθοδολογία που κατέχει κανείς όταν βρίσκεται έξω από τη θεατρική σκηνή. Πλέον λέει ότι η σκηνοθεσία προϋποθέτει και γνώσεις υποκριτικής, εικαστικών, μουσικής και ψυχολογίας, αποτελώντας τελικά «ένα συνδυασμό πραγμάτων που διαρκώς ανανεώνονται και στα οποία ίσως ποτέ δεν μπορεί κανείς να είναι επαρκής και πλήρης».
Θεατρικές ομάδες
Η πίστη του στις θεατρικές ομάδες είναι ακλόνητη. Μια τέτοια είναι και οι «Who Am I To», με τους οποίους ο Γιώργος Παύλου έχει ανεβάσει το «Πάμε Στοίχημα;» (ένα έργο που διατρέχει την τελευταία 20ετία της ελληνικής ιστορίας μέσα από το πρίσμα του τζόγου) και που επόμενη δουλειά τους θα είναι η παράσταση «Πλιτς-πλατς-πλουτς, ένα κοκτέιλ κερασμένο από τους εργαζόμενους στον τουρισμό», στο πλαίσιο του «Oλη η Ελλάδα ένας πολιτισμός».
Ο σκηνοθέτης εκτιμά ότι οι θεατρικές ομάδες είναι περισσότερες από ποτέ, όμως παραμένουν εν πολλοίς αόρατες. «Είναι πολύ δύσκολο μια ομάδα ανθρώπων», καταλήγει ο Γιώργος Παύλου, «να δημιουργήσει έναν θεατρικό πυρήνα, να έχει την ταυτότητά της και να διαθέτει έναν συγκεκριμένο χώρο όπου οι θεατές θα ξέρουν ότι θα δουν κάτι με το δικό του στίγμα. Αυτός είναι ένας μεγάλος στόχος, όχι να βρεθούμε κάποιοι για να είμαστε μαζί και να κάνουμε κάτι».