ΚΑΝΝΕΣ – ΑΠΟΣΤΟΛΗ. Καλοί οι λαμπεροί πρωταγωνιστές της «Furiosa», σπουδαίος φυσικά και ο Φράνσις Φορντ Κόπολα, ο οποίος στα 85 του συνεχίζει να κυνηγά το κινηματογραφικό του όραμα με το «Megalopolis», ωστόσο από χθες το 77ο Φεστιβάλ Καννών κινείται σε ρυθμούς Γιώργου Λάνθιμου. Φρέσκος ακόμη από τη μεγάλη επιτυχία του «Poor Things», ο Ελληνας κινηματογραφιστής το βράδυ της Παρασκευής παρουσίασε τις «Ιστορίες καλοσύνης», ένα καινούργιο φιλμ, με το οποίο φιλοδοξεί να διακριθεί ξανά στην Κρουαζέτ έπειτα από τον προ 15ετίας «Κυνόδοντα».
Οπως τότε έτσι και τώρα, έχει συνοδοιπόρο στο σενάριο τον Ευθύμη Φιλίππου, ο οποίος παντρεύει ξανά την τολμηρά σουρεαλιστική ματιά του με τη σήμα κατατεθέν σκηνοθετική αισθητική του Λάνθιμου. Τρεις διαφορετικές ιστορίες, με διαφορετικούς χαρακτήρες, ερμηνεύονται από τους ίδιους πρωταγωνιστές. Η πρώτη έχει να κάνει με την εξουσία και την εξάρτηση, η δεύτερη με την αγάπη και την απώλεια, ενώ στην τρίτη, βασική θεματική είναι η θρησκεία. Βέβαια, επειδή μιλάμε για Λάνθιμο (και Φιλίππου) όλα αυτά αποδίδονται μέσα από αλληγορίες, τραβηγμένες στα άκρα και αρκούντως αλλόκοτες, αλλά αρκετά ευδιάκριτες ως προς τις προθέσεις τους.
Κατά τα λοιπά, το περιβάλλον είναι οικείο: μπόλικο μαύρο χιούμορ, κάποιες σοκαριστικές εικόνες, βία και σεξ κατά κανόνα αποκομμένα από το συναισθηματικό τους συγκείμενο. Ιδιοφυείς παρατηρήσεις, απολαυστικές στιγμές, απροσδόκητοι διάλογοι και παιχνίδι με το μυαλό του θεατή, ίσως σε μεγαλύτερο βαθμό από παλιότερες ταινίες. Η δουλειά της κάμερας είναι επίσης λιγότερο «παρεμβατική», δίχως τους ευρυγώνιους φακούς και τα δραματικά κοντράστ που είχαμε στην «Ευνοούμενη» και στο «Poor Things». Αντιθέτως, περισσότερο ενδιαφέρον έχει το μοντάζ του Γιώργου Μαυροψαρίδη με (πολύ) σύντομα φλας μπακ και επαναλήψεις, να μοιάζουν με μικρά deja vu.
Ολα τα παραπάνω εμποτίζονται, φυσικά, από τις ερμηνείες του εξαιρετικού καστ, με πρώτους την Εμα Στόουν και τον Τζέσι Πλίμονς: και οι δύο μεταμορφώνονται από τη μία ιστορία στην άλλη και συχνά κρατούν το ενδιαφέρον, εκεί όπου κάποιοι πλατειασμοί μπορούν ίσως να κουράσουν τον θεατή. Δίπλα τους σε επίσης υψηλό επίπεδο και ο Γουίλεμ Νταφόε με τη Μάργκαρετ Κουάλι. Σε γενικές γραμμές θα λέγαμε ότι ο Γιώργος Λάνθιμος επιβεβαιώνει και εδώ ότι είναι ένας δημιουργός στο απόγειο των δυνάμεών του. Η συγκεκριμένη ταινία δεν έχει πιθανότατα τη δυναμική του «Poor Things» και είναι λιγότερο προσβάσιμη για το ευρύ κοινό, ωστόσο, δείχνει έναν καλλιτέχνη (και μια ομάδα γύρω του) με μεγάλη αυτοπεποίθηση και όρεξη για πειραματισμό. Στην Ελλάδα θα τη δούμε σύντομα, στις 30 Μαΐου.
Κοινωνικός ρεαλισμός
Πέρα από τις «Ιστορίες καλοσύνης», δεν υπάρχουν (προς το παρόν) πολλές ταινίες που να έχουν κάνει μεγάλο «θόρυβο» στο διαγωνιστικό τμήμα του Φεστιβάλ. Μερικές, βέβαια, δεν αποκλείεται καθόλου να διεκδικήσουν κάποιο βραβείο, με πρώτη το «Bird» της Αντρεα Αρνολντ. Η Βρετανίδα κινηματογραφίστρια, που έγινε γνωστή πριν από 15 χρόνια, περίπου, με το εξαιρετικό «Fish Tank», έχει φανερά παραλάβει τη δάδα του σύγχρονου κοινωνικού ρεαλισμού από δημιουργούς όπως ο συμπατριώτης της Κεν Λόουτς. Το αποδεικνύει και η τελευταία της ταινία, εκεί όπου η 12χρονη Μπέιλι μεγαλώνει μαζί με τον νεαρό πατέρα και τον αδελφό της σε κάποιο φτωχικό προάστιο του Κεντ. Παραμελημένη και έχοντας να αντιμετωπίσει προβλήματα δυσανάλογα με την ηλικία της, η μικρή θα βρει καταφύγιο στην παρέα του Μπερντ, ενός παράξενου άνδρα με συνήθειες… πουλιού. Η Αρνολντ επιστρατεύει την παιδική φαντασία και την αθωότητα ως ασπίδα απέναντι στη σκληρή πραγματικότητα του περιθωρίου της Δύσης, εκεί όπου οι άνθρωποι γεννιούνται, ζουν και πεθαίνουν, θαρρείς, σε ένα παράλληλο σύμπαν.
Νεαρή είναι και η πρωταγωνίστρια του «Wild Diamond» της Αγκάτ Ρίντινγκερ. Η 19χρονη Λιάν ντύνεται και βάφεται όσο πιο γυαλιστερά μπορεί, έχοντας όνειρο να γίνει «κάποια» μέσω της συμμετοχής της σε ένα επιτυχημένο ριάλιτι. Η γενιά Ζ, με την εξάρτηση από τα σόσιαλ μίντια και τη σχεδόν παθολογική ανάγκη της για προσοχή, μπαίνει εδώ στο μικροσκόπιο ενός φιλμ ενηλικίωσης που ξεχωρίζει για την ειλικρινή ματιά του καθώς και για τη γενναία ερμηνεία της πρωταγωνίστριας, Μαλού Κεμπιζί. Γυναίκα –όπως και η μεγάλη πλειοψηφία στο φετινό διαγωνιστικό– είναι και η ηρωίδα στο «The Girl with the Needle» του Σουηδού Μάγκνους βον Χορν. Η ιστορία μιας κοπέλας της εργατικής τάξης την επαύριον του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου προκάλεσε ανάμεικτες αντιδράσεις, κάποιες πολύ θετικές και άλλες αρνητικές, σε όσους την παρακολούθησαν, κυρίως λόγω της πολύ σκληρής εικονοποιίας της. Στους Ελληνες θύμισε σίγουρα τη «Φόνισσα», με την πρόσφατη ταινία της Εύας Νάθενα ωστόσο να είναι μάλλον καλύτερη.