«Δεν αρκεί να έχεις ταλέντο, πρέπει να είσαι και Ούγγρος», είχε δηλώσει κάποτε ο Ρόμπερτ Κάπα, και η έκθεση στη Βουδαπέστη με 32 Ούγγρους φωτογράφους το αποδεικνύει.
Σε ανάκριση του FBI τη δεκαετία του ’50, ο κορυφαίος φωτορεπόρτερ Ρόμπερτ Κάπα απάντησε ότι το φωτορεπορτάζ ήταν ότι πιο κοντινό στη δημοσιογραφία για κάποιον που δεν μπορούσε να μιλήσει αγγλικά, ενώ ο αδελφός του, Κορνέλ Κάπα, επίσης φωτορεπόρτερ και ιδρυτής του Διεθνούς Κέντρου Φωτογραφίας στη Νέα Υόρκη, παραδεχόταν ότι ο λόγος που ασχολήθηκε με τη φωτογραφία ήταν πως γεννήθηκε σε μια μικρή χώρα τη γλώσσα της οποίας δεν καταλάβαινε κανείς.
«Η φωτογραφία ήταν η μόνη δουλειά που μπορούσαν να κάνουν οι εμιγκρέδες που δεν μπορούσαν να επικοινωνήσουν αλλιώς», ανέφερε και η Ουγγαρέζα φωτογράφος Ατα Καντό, σύγχρονη των Κάπα και Κερτέζ, σε συνέντευξή της. «Και η μόνη που έτρεφε την επιθυμία τους για δημιουργικότητα», συμπληρώνει ο Αλεξ Νίεργες, διευθυντής του Virginia Museum of Fine Arts και επιμελητής μαζί με τον Πίτερ Μπάκι, διευθυντή του Μουσείου Φωτογραφίας της Ουγγαρίας, στην έκθεση «Kertész, Moholy-Nagy, Capa… Hungarian Photographers in America (1914-1989)». Η έκθεση, η οποία φιλοξενείται στον γ΄ όροφο του Μουσείου Καλών Τεχνών της Βουδαπέστης, παρουσιάζει 170 έργα από 32 Ούγγρους φωτογράφους οι οποίοι μετανάστευσαν στην Αμερική, συμβάλλοντας ο καθένας στη σύνδεση του φωτογραφικού μέσου με μοντέρνες τεχνικές και θέματα.
Το 1931, το βρετανικό περιοδικό Modern Photography συντάσσει μια λίστα με τους εκατό σημαντικότερους φωτογράφους στον κόσμο. Οι εννέα από αυτούς είχαν γεννηθεί στην Ουγγαρία, οι περισσότεροι από κάθε άλλο έθνος. Οι Ούγγροι ιστορικοί και κριτικοί τέχνης δεν δέχονταν, ωστόσο, με ενθουσιασμό αυτήν τη διάκριση. Το 1950, ο ιστορικός φωτογραφίας Χεβενσί γράφει πως οι περιπτώσεις των Μπρασάι, Κερτέζ, Μόχολι-Νάγκι δεν έχουν καμία σχέση με την ουγγρική παράδοση. Προς επίρρωση αυτών, ο τεχνοκριτικός Λάζλο Μπέκε σχολιάζει τη δεκαετία του ’80 πώς οι επιδραστικοί αυτοί φωτογράφοι ήταν Ούγγροι μόνο κατ’ όνομα. «Απέκτησαν διεθνή φήμη σε ξένη γη, με ξένο εξοπλισμό και υλικά, με ξένα θέματα και αλλότριο τρόπο σκέψης». Οι δύο επιμελητές επιχειρούν να πουν ότι αυτό δεν είναι αλήθεια και ξεκινούν την έκθεση με τα πρώιμα έργα καλλιτεχνών όπως ο Αντρέ Κερτέζ, ο Μάρτιν Μουνκάσι, ο Φέρεντς Μπέρκο, ο Φράνσις Χάαρ, αποδεικνύοντας πως η ιδέα και οι εικόνες της χώρας τους ήταν που πρώτες διαμόρφωσαν το βλέμμα τους.
Από τη Βουδαπέστη, η έκθεση μας μεταφέρει πρώτα στο Βερολίνο, όπου πολλοί Ούγγροι κατέφυγαν μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ανάμεσά τους και ο Ρόμπερτ Κάπα, ο οποίος εκεί πήρε την πρώτη του δουλειά, την κάλυψη της ομιλίας του Λέον Τρότσκι στην Κοπεγχάγη. Αναφορά γίνεται επίσης στο ρεύμα Μπαουχάους και στη συνεισφορά του Λάζλο Μόχολι-Νάγκι, μιας από τις εμβληματικές φυσιογνωμίες της σχολής στην πειραματική φωτογραφία, αλλά και του συμπατριώτη του Γκίοργκι Κέπες.
Στο Μουσείο Καλών Τεχνών της ουγγρικής πρωτεύουσας εκτίθενται 170 έργα από 32 διάσημους Ούγγρους φωτογράφους.
Ακολουθεί το Παρίσι, μία ακόμη επιλογή για πολλούς από τους Ούγγρους καλλιτέχνες πριν επιβιβαστούν στο καράβι για τη νέα ήπειρο. Πρώτος πηγαίνει ο Κερτέζ το 1925, ο οποίος δουλεύει με μια μικρή Leica, και ακολουθούν ο Μπρασάι, ο Ρόμπερτ Κάπα, ο Κορνέλ Κάπα, ο Λουσιέν Ενιέ, η εξαιρετική Αννα Μπάρνα –το αρχείο της οποίας βρέθηκε μέσα στο αρχείο του Κερτέζ–, η Ιλα. Πολλοί από αυτούς αποφάσισαν εκεί, στην Πόλη του Φωτός, όπου συνέβαιναν όλα, να δυτικοποιήσουν τα ονόματά τους. Ο πρώτος που το επιχείρησε, ώστε το όνομά του να μην ταλαιπωρεί τους συντάκτες ύλης στις εκδόσεις και στα πρακτορεία ήταν ο Εντρέ Ερνό Φρίντμαν. Τον Απρίλιο του 1936 γράφει στη μητέρα του: «Δουλεύω πια με νέο όνομα. Τώρα λέγομαι Ρόμπερτ Κάπα. Αισθάνομαι σαν να έχω γεννηθεί ξανά, αυτήν τη φορά, όμως, χωρίς να πονέσω κανέναν».
Στο κομμάτι της Αμερικής, η έκθεση οργανώνεται γεωγραφικά στις πόλεις όπου έδρασαν οι περισσότεροι: Νέα Υόρκη, Σικάγο, Λος Αντζελες, και θεματικά στις αρχιτεκτονικές λήψεις και φωτογραφίες δρόμου –καταγράφοντας τη φτώχεια, τις φυλετικές διακρίσεις, αλλά και τον νέο τρόπο ζωής–, στα πορτρέτα, στη φωτογραφία μόδας και στα film stills από το Χόλιγουντ. Γίνεται ιδιαίτερη μνεία στον Μάρτιν Μουνκάσι. Ο Ρίτσαρντ Αβεντον αναφέρεται σε αυτόν ως «πατέρα» της φωτογραφίας μόδας. Ξεκίνησε καλύπτοντας αθλητικά γεγονότα για μια ουγγρική εφημερίδα και συνέχισε με το φωτορεπορτάζ σε ευρεία γκάμα από θέματα. Το 1933, κάνοντας ένα editorial για το Harper’s Bazaar, θα αλλάξει τη φιλοσοφία γύρω από τη φωτογραφία μόδας.
Υπέροχα είναι και τα πορτρέτα όπως και οι φωτογραφίες χορού του Νίκολας Μαρέι – εραστή και φίλου της Φρίντα Κάλο. Η έκθεση κλείνει με τις προσωπογραφίες των σταρ του Χόλιγουντ. Τελευταία πριν από την έξοδο, ποζάρει η Μέριλιν Μονρόε με μαγιό. Τη φωτογραφία της έχει τραβήξει ο Αντρέ ντε Ντιένες το 1949. Ο Ούγγρος φωτογράφος την είχε γνωρίσει μερικά χρόνια νωρίτερα, όταν εκείνη ακόμη συστηνόταν ως Νόρμα Τζιν Μπέικερ. «Θα είσαι αυτή που θα φωτογραφηθεί περισσότερο από όλες. Και εγώ όταν μεγαλώσω θα γράφω ιστορίες για γυναίκες και για εσένα… Δεν ξέρω γιατί της τα είπα όλα αυτά, αλλά παραδόξως ό,τι της είπα, βγήκε».
Εως τις 25/8/2024, www.szepmuveszeti.hu.