ΚΑΝΝΕΣ – ΑΠΟΣΤΟΛΗ. Κυριακή βράδυ στις Κάννες ήταν η ώρα για το καθιερωμένο πάρτι στο ελληνικό περίπτερο. Ελληνες αλλά και ξένοι καλεσμένοι συναντήθηκαν για ποτά, ευχάριστη κουβέντα και μπόλικο χορό δίπλα στη θάλασσα· ας πούμε ότι οι Γερμανοί, μερικά περίπτερα παρακάτω, δεν φάνηκαν να γλεντούν τόσο στη δική τους εκδήλωση. Παρ’ όλα αυτά, υπήρχε και πρωινό ξύπνημα την επομένη για χάρη του Κέβιν Κόστνερ, ο οποίος παρουσίασε την πρώτη του σκηνοθετική δουλειά έπειτα από 20 χρόνια και το «Open Range». Το επικών διαστάσεων «Horizon: An American Saga» φιλοδοξεί, όπως μαρτυρεί και ο τίτλος του, να παρουσιάσει την ιστορία γέννησης της σύγχρονης Αμερικής, τοποθετημένο χρονικά λίγο πριν από τον αμερικανικό εμφύλιο.
Γουέστερν επί της ουσίας λοιπόν, και μάλιστα «παλαιάς κοπής», με το τρίωρο φιλμ να μοιάζει σε μεγάλο βαθμό βγαλμένο από τη δεκαετία του 1990. Μια ομάδα αποίκων στήνει τον οικισμό της στις όχθες ενός ποταμού. Επειτα από μια αιματηρή επίθεση των Απάτσι, οι ήρωες ακολουθούν διαφορετικούς δρόμους, «παίρνοντας» κι εμάς μαζί τους στα απέραντα λιβάδια της Μοντάνα και του Γουαϊόμινγκ. Ο σκηνοθέτης Κόστνερ στήνει μερικές εντυπωσιακές σκηνές δράσης, δίχως να κάνει οικονομία στη γραφική βία και στις επικές μουσικές· από την άλλη, ο σεναριογράφος Κόστνερ (μαζί με τον Τζον Μπερντ) δίνει ρεσιτάλ ανυπακοής στην πολιτική ορθότητα, και όχι ακριβώς με την καλή έννοια.
Ο τρόπος που παρουσιάζονται οι γηγενείς της Αμερικής, ο ρόλος των γυναικών και κυρίως εκείνος των υπερβολικά μάτσο ανδρικών χαρακτήρων –τον πιο ελκυστικό τον κρατάει για τον εαυτό του– είναι σχεδόν… μηνύσιμος, τουλάχιστον με τα σύγχρονα κινηματογραφικά πρότυπα. Αυτό όμως δεν είναι το χειρότερο, διότι η ταινία υποφέρει επίσης από έλλειψη ρυθμού, τον όποιο «σπάνε» οι μακρόσυρτοι διάλογοι, προκαλώντας συχνά αμηχανία, έως και γέλιο, δίχως όμως να είναι αυτή η επιδίωξη. Και να φανταστεί κανείς ότι μιλάμε μόνο για το πρώτο από τα μέρη της προαναγγελθείσας τριλογίας.
Το «Horizon» παρουσιάζεται εκτός συναγωνισμού στις Κάννες, εκεί όπου ούτε στο διαγωνιστικό τμήμα έχει ενθουσιάσει τρομερά κάποια ταινία μέχρι στιγμής, με τις «Ιστορίες καλοσύνης» του Γιώργου Λάνθιμου να βρίσκονται πάντως αρκετά ψηλά στις προτιμήσεις των κριτικών. Εμείς ξεχωρίσαμε ακόμη το «Cought by the Tides» του Ζία Ζανγκέ, ο οποίος αφηγείται, μέσα από ένα μελαγχολικό αντι-ρομάντζο, την ιστορία (και τη μεταμόρφωση) της Κίνας μέσα στις τελευταίες δύο δεκαετίες.
Ευπρόσδεκτα «φρέσκια» είναι και η πρόταση του Γάλλου Ζακ Οντιάρ με το «Emilia Perez», ένα υβρίδιο μεταξύ μαφιόζικου φιλμ και μεξικανικής… σαπουνόπερας, τυλιγμένο σε μιούζικαλ περιτύλιγμα: παράδοξος συνδυασμός που με έναν μαγικό τρόπο λειτουργεί. Η Κάρλα Σοφία Γκασκόν έχει θέσει σοβαρή υποψηφιότητα για το βραβείο α΄ γυναικείου ρόλου, ερμηνεύοντας την Εμίλια Πέρεζ, πρώην έμπορο ναρκωτικών, που έχει αλλάξει φύλο και ζωή, μέχρι που τα «χρέη» του παρελθόντος θα γυρίσουν για να τη στοιχειώσουν.
Τα βλέμματα, τέλος, έχει τραβήξει και το «Three Kilometeres to the End of the World» του Ρουμάνου Εμανουέλ Πάρβου, ο οποίος επιβεβαιώνει την ανοδική πορεία του σινεμά της χώρας του. Στο επίκεντρο εδώ βρίσκεται η ακραία συντηρητική ρουμανική επαρχία και η αντίδρασή της, κάπου ανάμεσα στον τρόμο και στην κωμωδία, όταν ο γκέι σεξουαλικός προσανατολισμός ενός νεαρού βγαίνει στη φόρα.