Η άγνωστη ρίψη του «Δισκοβόλου»

Ενας χρυσός Ολυμπιονίκης φτιαγμένος από μπρούντζο

7' 36" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Εκατό χρόνια πριν, στους Ολυμπιακούς Αγώνες των Παρισίων του 1924, ο «Δισκοβόλος» του Κώστα Δημητριάδη αποσπά το χρυσό μετάλλιο στην κατηγορία της γλυπτικής. Τη μεγάλη αυτή διάκριση την κέρδισε για λογαριασμό της Ελλάδας και το έργο του είχε επίσημη ονομασία «Discobole finlandais/Φινλανδός δισκοβόλος».

Ο Πιερ ντε Κουμπερτέν επεδίωκε να συνδέσει τους Αγώνες με το πνεύμα, αλλά ήταν από το 1912, στους Ολυμπιακούς της Στοκχόλμης, που υπήρξε η πρώτη θεσμοθέτηση καλλιτεχνικών μεταλλίων. Στο Παρίσι, με το Γκραν Παλαί να είναι εκθετήριο έργων τέχνης για τους Ολυμπιακούς του 1924, ο Κώστας Δημητριάδης, 45 ετών τότε, έρχεται στο επίκεντρο της δημοσιότητας. Ο «Δισκοβόλος», με μοντέλο τον Φινλανδό αθλητή Αρμάς Ταϊπάλε (1890-1976), είχε κερδίσει τον θαυμασμό ως ένα γλυπτό που αναδείκνυε το κλασικό ιδεώδες, το πνεύμα του ολυμπισμού και τις αναζητήσεις μιας νέας πλαστικότητας. «Στον “Δισκοβόλο” του, ο Δημητριάδης έχει επεξεργαστεί συστηματικά και αφομοιώσει σε ένα δικό του εικαστικό λεξιλόγιο τα μορφοπλαστικά διδάγματα του “Σκεπτόμενου” του Ροντέν», λέει η ιστορικός τέχνης Νικολέτα Τζάνη, που έχει εις βάθος μελετήσει την περίπτωση του Κώστα Δημητριάδη. «Ωστόσο, σε αντίθεση με το διάσημο γλυπτό, η απόδοση του μυϊκού συστήματος στο έργο του Δημητριάδη, απόλυτα δικαιολογημένη από την έκταση της συγκεκριμένης κίνησης του δισκοβόλου, που φέρνει το αθλητικό σώμα στα άκρα, είναι σχεδόν ρεαλιστική, ίσως ελαφρώς ιδεαλιστική, αλλά σε καμιά περίπτωση εξωπραγματική».

Το γλυπτό του Κώστα Δημητριάδη είχε κερδίσει το πρώτο καλλιτεχνικό μετάλλιο στους Αγώνες του Παρισιού το 1924 αναδεικνύοντας το κλασικό ιδεώδες και το πνεύμα του ολυμπισμού.

Ο «Δισκοβόλος», που οι Ελληνες γνωρίζουν από την περίοπτη θέση του απέναντι από το Παναθηναϊκό Στάδιο (στην Αθήνα τοποθετήθηκε στις 4 Δεκεμβρίου 1927) είναι ένα γλυπτό που εξαρχής είχε προκαλέσει τον θαυμασμό, γι’ αυτό και υπάρχουν αντίτυπά του (όλα πρωτότυπα, χυτημένα από την ίδια μήτρα, διευκρινίζει η κ. Τζάνη). Μετά τους Ολυμπιακούς του 1924, ένα μπρούντζινο αντίτυπο του «Δισκοβόλου» στήθηκε στη Νέα Υόρκη, όπου τοποθετήθηκε στο Σέντραλ Παρκ κοντά στο Μητροπολιτικό Μουσείο το 1926 (με ένα φύλλο συκής πλέον!). «Ηταν παραγγελία του Ελληνοαμερικανού εμπόρου καπνού Ερι (ή Ευριπίδη) Κεχαγιά και δωρεά στην πόλη της Νέας Υόρκης», μας πληροφορεί η κ. Τζάνη. «Σήμερα, έπειτα από πολλές μετακινήσεις και περιπέτειες, στέκει σε έναν ειδικά και πολύ πρόσφατα (πριν από ένα μήνα) διαμορφωμένο χώρο μπροστά στο Icahn Stadium στο Randall’s Island της Νέας Υόρκης, αφού πρώτα καθαρίστηκε και συντηρήθηκε».

Η άγνωστη ρίψη του «Δισκοβόλου»-1
Από την παρουσίαση του «Δισκοβόλου» στο Γκραν Παλαί, στους Ολυμπιακούς Αγώνες των Παρισίων το 1924. Ενα μικρότερο αντίτυπο εκτίθεται σήμερα στο Μουσείο του Λούβρου, στο πλαίσιο της έκθεσης «Ολυμπισμός». [ΑΡΧΕΙΟ Κ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ, ΣΥΛΛΟΓΗ ΚΑΤΙΑΣ ΙΑΚΩΒΙΔΟΥ ΚΑΙ ΓΙΑΝΝΗ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΥ]

Στην Αθήνα, ο «Δισκοβόλος» στήθηκε με πρωτοβουλία της επιτροπής των Ολυμπίων και του τότε προέδρου της Ι. Δ. Κυριακού, που αγωνιζόταν για τον εξωραϊσμό του περιβάλλοντος χώρου του Ζαππείου. Την πρόταση είχε αποδεχθεί ο δήμαρχος Αθηναίων Σπύρος Πάτσης, ο οποίος «απεκάλυψε το κεκαλυμμένον διά της κυανολεύκου άγαλμα υπό τα χειροκροτήματα των παρισταμένων».

Κατάταξη

Ο «Δισκοβόλος» είναι ένα έργο που ανήκει στη διεθνή ιστορία της τέχνης, συνδεόμενο με την ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων των νεότερων χρόνων. Αυτή την περίοδο παρουσιάζεται στο Λούβρο η έκθεση «Ολυμπισμός. Μια σύγχρονη επινόηση, μια αρχαία κληρονομιά» σε συνεργασία με τη Γαλλική Σχολή Αθηνών. Ανάμεσα στα εκθέματα υπάρχει και ένα μικρότερο σε ανάστημα αντίτυπο του «Δισκοβόλου», που η κ. Τζάνη εντόπισε στη Βίλα Κήρυλος (Villa Kérylos) στη Νότια Γαλλία. «Οι Χριστίνα Μητσοπούλου, Αλεξάντρ Φαρνού και Βιολέν Ζαμέ είναι οι επιμελητές της έκθεσης», λέει η Νικολέτα Τζάνη. «Προσκλήθηκα λοιπόν από τους επιμελητές να συμβάλω στην επιστημονική τεκμηρίωση εκείνου του τομέα της έκθεσης που αφορούσε τους καλλιτεχνικούς διαγωνισμούς των 8ων Ολυμπιακών του Παρισιού το 1924. Ασχολήθηκα με το χρυσό μετάλλιο του Κώστα Δημητριάδη. Χάρη σε αυτό το χρυσό μετάλλιο, το μοναδικό που κέρδισε η Ελλάδα σε εκείνους τους Ολυμπιακούς Αγώνες (1924), η χώρα κατετάγη τρίτη μετά τη Γαλλία και το Λουξεμβούργο στους καλλιτεχνικούς διαγωνισμούς και 25η ανάμεσα σε 45 χώρες στη γενική κατάταξη. Η συμβολή μου δεν περιορίστηκε μόνο στα κείμενα μέσα στην έκθεση, αλλά ένα σχετικό κείμενό μου δημοσιεύθηκε στον κατάλογο που πλαισιώνει την έκθεση και κυκλοφορεί από τις γαλλικές εκδόσεις Hazan».

Ο κορυφαίος Φινλανδός αθλητής που έγινε άγαλμα

«Ο Δημητριάδης για το έργο αυτό αξιοποίησε ως μοντέλο τον Φινλανδό ολυμπιονίκη δισκοβόλο Αρμάς Ρούντολφ Ταϊπάλε (Armas Rudolf Taipale)», μας λέει η Νικολέτα Τζάνη. «Το σώμα βρίσκεται σε συστροφή και σε πλήρη μυϊκή έκταση σαν τόξο τη στιγμή που ο αθλητής παίρνει θέση στη βαλβίδα για να εκκινήσει τη διαδικασία της ρίψης του δίσκου. Αν παρατηρήσει κανείς τη φορά του αγωνίσματος της σύγχρονης δισκοβολίας, θα αντιληφθεί πολύ γρήγορα ότι η κίνηση αυτή δεν αντιστοιχεί σε καμία φάση της. Κατά μιαν έννοια, λοιπόν, το έργο είναι κλασικιστικό, καθώς ο Δημητριάδης έλαβε υπ’ όψιν του την αρχαία δισκοβολία, γνωστή μέσα από αναπαραστάσεις αρχαίων αγγείων, νομισμάτων και αγαλμάτων, την οποία μετουσίωσε αρχετυπικά στο σώμα ενός αθλητή του 20ού αιώνα».

Η άγνωστη ρίψη του «Δισκοβόλου»-2
Ακριβές αντίτυπο του «Δισκοβόλου» στήθηκε στην Αθήνα το 1927. [ΝΙΚΟΣ ΚΟΚΚΑΛΙΑΣ]

Η άγνωστη ρίψη του «Δισκοβόλου»-3
Από κάθε γωνία, το γλυπτό παρουσιάζεται άρτιο. [ΝΙΚΟΣ ΚΟΚΚΑΛΙΑΣ]

Ο Αρμάς Ταϊπάλε είχε κερδίσει παγκόσμια φήμη στους Ολυμπιακούς του 1912, που είχαν διεξαχθεί στη Στοκχόλμη. Εκεί είχε επιτύχει την καλύτερη διεθνή εμφάνιση κατακτώντας δύο χρυσά μετάλλια στη δισκοβολία (με δύο χέρια και με το καλύτερο χέρι). Στους Ολυμπιακούς του 1920, στην Αμβέρσα, είχε κερδίσει το ασημένιο στη δισκοβολία. Το 1924, όταν ήταν ήδη 34 ετών, η επίδοσή του ήταν απογοητευτική καθώς κατέκτησε τη 12η θέση. Παρ’ όλα αυτά, η σωματική του διάπλαση ήταν εντυπωσιακή και οι επιδόσεις του δεν περιορίζονταν στη δισκοβολία, αλλά και στη σφαιροβολία, στην πάλη, όσο και στο ποδόσφαιρο. Στη Φινλανδία ήταν κορυφαίος και δημοφιλής.

Ο καλλιτέχνης έλαβε υπ’ όψιν του την αρχαία δισκοβολία, την οποία μετουσίωσε αρχετυπικά στο σώμα ενός αθλητή του 20ού αιώνα.

Ηδη, όμως, από το 1923 είχε μεταναστεύσει στις ΗΠΑ, όπου εργάστηκε ως επιχειρηματίας και δικηγόρος. Επέστρεψε στην πατρίδα του το 1974, δύο χρόνια πριν πεθάνει.

Η άγνωστη ρίψη του «Δισκοβόλου»-4
Μοντέλο για το γλυπτό ήταν ο Φινλανδός αθλητής Αρμάς Ταϊπάλε (1890-1976). [ΑΡΧΕΙΟ Κ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ, ΣΥΛΛΟΓΗ ΚΑΤΙΑΣ ΙΑΚΩΒΙΔΟΥ ΚΑΙ ΓΙΑΝΝΗ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΥ]

«Ο “Δισκοβόλος” του Κώστα Δημητριάδη για πολλούς λόγους αποτελεί ένα από τα σπουδαιότερα έργα της νεοελληνικής δημόσιας γλυπτικής», τονίζει η Νικολέτα Τζάνη. «Ο γλύπτης αυτός υπήρξε λάτρης της παρατήρησης και της ακρίβειας, συνεπής εργάτης στην απόδοση της αλήθειας και της αρμονίας των όγκων». Και το σώμα του Φινλανδού αθλητή, με την ελληνική κατατομή στο προφίλ, ήταν ένα εξαιρετικό πρότυπο. Είχε ύψος 1,91 και το βάρος του κυμαινόταν από 90 έως 95 κιλά. Διέθετε όλα τα προσόντα για τη δημιουργία ενός κλασικιστικού αγάλματος.

Το κλασικό πρότυπο του αθλητή όπως υπηρετείται και εξυμνείται από την τέχνη του Κώστα Δημητριάδη συμπλέει και με το ολυμπιακό πνεύμα, καθώς η αναβίωση των Αγώνων το 1896 συνδέεται όχι μόνο με τη διεθνή δικτύωση μέσω του αθλητισμού αλλά και με την ανάδειξη νέων κοινωνικών προτύπων μέσα από τον αθλητισμό και τις νέες ιδέες περί σωματικής ευεξίας, υγιεινής και σωματικής εξωστρέφειας. Ολες αυτές οι ιδέες κυριάρχησαν με την είσοδο του 20ού αιώνα και καλλιεργήθηκαν ευρέως με τη μεγάλη δημοσιότητα των Ολυμπιακών Αγώνων. Ο «Δισκοβόλος» των Αθηνών συμπλέει με τη διεθνή ιστορία της τέχνης και των ιδεών.

Ο «νέος Μύρων» που υπηρέτησε το ευρωπαϊκό ιδεώδες

«Στα δύσκολα χρόνια μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή και τις επιπτώσεις της στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας, η διεθνής επιτυχία του Δημητριάδη έγινε δεκτή με διθυραμβικά σχόλια», λέει η μελετήτρια του έργου του, Νικολέτα Τζάνη. «Αντιμετωπίστηκε περίπου ως εθνικός ήρωας, ενώ συνδέθηκε σχεδόν αυτόματα με τους γνωστούς γλύπτες της αρχαιοελληνικής παράδοσης, χαρακτηριζόμενος ως “νέος Μύρων” στον ελληνικό Τύπο και ως “άξιος συμπατριώτης του Πολυκλείτου και του Λυσίππου” στον γαλλικό. Ο Κώστας Δημητριάδης (1879-1943) ήταν ο πιο διάσημος διεθνώς Ελληνας γλύπτης στις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα. «Πρόκειται για έναν Ευρωπαίο καλλιτέχνη, εμβληματικό παράδειγμα του τρόπου που διαχρονικά και αδιάλειπτα γεφυρώνονται οι πολιτιστικές –και όχι μόνο– σχέσεις Ελλάδας – Γαλλίας», υπογραμμίζει η κ. Τζάνη, η οποία το 2012 υποστήριξε στο Πανεπιστήμιο του Στρασβούργου τρίτομη διδακτορική διατριβή με θέμα τη ζωή και το έργο του. «Η ολοκλήρωση του ευρωπαϊκού ιδεώδους μέσα από την περίπτωση ενός καλλιτέχνη που συνδύαζε την ελληνική καταγωγή και παιδεία με την ενεργή συμμετοχή του στη σύγχρονη γαλλική καλλιτεχνική πραγματικότητα εντασσόταν στους θεματικούς άξονες των διδακτορικών προγραμμάτων ενός γαλλικού πανεπιστημίου και πολύ περισσότερο του Πανεπιστημίου του Στρασβούργου, στην καρδιά της Ευρώπης. Εκτός αυτού, άσκησε σ’ εμένα ιδιαίτερη γοητεία το πλούσιο και συνάμα άγνωστο προσωπικό αρχείο του γλύπτη, το οποίο βρισκόταν διασκορπισμένο κυρίως σε Ελλάδα και Γαλλία, τόσο σε ιδρύματα όσο και σε ιδιωτικές συλλογές».

Η άγνωστη ρίψη του «Δισκοβόλου»-5
Ο γλύπτης Κώστας Δημητριάδης (1879-1943). [ΑΡΧΕΙΟ Κ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ, ΣΥΛΛΟΓΗ ΚΑΤΙΑΣ ΙΑΚΩΒΙΔΟΥ ΚΑΙ ΓΙΑΝΝΗ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΥ]

Ο Κώστας Δημητριάδης είχε σπουδάσει στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας, αλλά κυρίως έζησε στο Παρίσι, διατηρώντας ατελιέ και στις δύο πόλεις. Οπως λέει η κ. Τζάνη, για λίγα χρόνια διατηρούσε ατελιέ και στο Λονδίνο: «Από αυτά πέρασαν αρχηγοί κρατών και ανώτεροι θρησκευτικοί λειτουργοί, βασιλείς, πρωθυπουργοί και υπουργοί, επιχειρηματίες και τραπεζίτες, σπουδαίοι άνθρωποι των γραμμάτων και των τεχνών. Ο Δημητριάδης καθόρισε με τις παρεμβάσεις του τους ελληνικούς καλλιτεχνικούς κρατικούς θεσμούς αναλαμβάνοντας από το 1930 έως και τον θάνατό του τη διεύθυνση της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών, η οποία τη χρονιά εκείνη για πρώτη φορά λειτούργησε ως ανώτατο ίδρυμα. Σημαντική ήταν η στενή σχέση του καλλιτέχνη τόσο με τον μαικήνα του, τον διαβόητο έμπορο όπλων Μπαζίλ Ζαχάροφ, όσο και με τον μεγάλο πολιτικό άνδρα Ελευθέριο Βενιζέλο, σχέσεις που καθόρισαν τον ίδιο αλλά εμμέσως και την καλλιτεχνική ζωή της Ελλάδας του Μεσοπολέμου».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT