Με τούτα και μ’ εκείνα –αυτό σημαίνει αρκετά χρόνια εκτός του αρχικού χρονοδιαγράμματος– επιτέλους το Μουσείο Γαΐτη – Σίμωσι εγκαινιάζεται το φθινόπωρο, περίπου 100 χρόνια μετά τη γέννηση του καλλιτέχνη.
Σύμφωνα με την εταιρεία ΕuroMare που έχει αναλάβει τον συντονισμό του έργου από το 2020, τα επίσημα εγκαίνια θα γίνουν στις 14 Σεπτεμβρίου, και την ίδια μέρα διοργανώνεται ημερίδα αφιερωμένη στον διεθνή Ελληνα ζωγράφο, σε συντονισμό της Ειρήνης Οράτη, καλλιτεχνικής διευθύντριας του Ιδρύματος Κωστοπούλου που υποστηρίζει την εκδήλωση.
«Ο Γιάννης Γαΐτης ήταν Τηνιακός στην καταγωγή, αλλά έφτασε στην Ιο στα μέσα της δεκαετίας του 1960, σε μια δύσκολη εποχή για τον ίδιο, εξαιτίας της απώλειας των γονιών του», λένε στην «Κ» ο Χάρης Αντωνόπουλος, πρόεδρος του Δ.Σ. του νέου μουσείου, και ο ιστορικός τέχνης Γιάννης Μπόλης.
Οπως φαίνεται, η Ιος έχει τον τρόπο της να κρατάει κοντά της όσους την γνωρίζουν. Ο καλλιτέχνης την αγάπησε, και ξεκίνησε να χτίζει το σπίτι του με τα χέρια του, σε δικά του σχέδια. Μένοντας όλο και περισσότερο χρόνο εκεί –από τις αρχές του 1970 και μέχρι τον θάνατό του το 1984–, ουσιαστικά κατέστησε τον τόπο σημείο αναφοράς για το έργο του.
Ετσι εξηγείται και η επιθυμία της μοναχοκόρης του, Λορέττας Γαΐτη, αρχιτέκτονος και μουσειολόγου, να δημιουργηθεί ένα μουσείο προς τιμήν του πατέρα και της μητέρας της, της γλύπτριας Γαβριέλλας Σίμωσι, στην Ιο, για να φιλοξενήσει σημαντικό μέρος του έργου τους. Τα σχέδια ανήκουν στην ίδια και στον σύζυγό της Ζακ Σαρά, ενώ από τον Δήμο Ιητών παραχωρήθηκε οικόπεδο στην περιοχή Τσουκαλαριά, πάνω από την πλατεία των Μύλων, σε μια προνομιακή θέση με άπλετη θέα στο Αιγαίο.
Η αίθουσα του Γιάννη Γαΐτη θα φιλοξενεί 16 πίνακες και 31 κατασκευές από ζωγραφισμένο ξύλο, ενώ της Γαβριέλλας Σίμωσι 11 γλυπτά και 32 κολάζ.
Το μουσείο ξεκίνησε να κατασκευάζεται το 2007 σε συμφωνία με τον τότε δήμαρχο του νησιού Γιώργο Πουσσαίο, σε χρηματοδότηση από το ΥΠΠΟ μέσω ΕΣΠΑ, με την επίβλεψη της τεχνικής υπηρεσίας του Δήμου Ιου. Για διάφορους λόγους η εξέλιξή του «πάγωσε». Πλέον όμως το μουσείο έχει ολοκληρωθεί και μάλιστα με τις πιο σύγχρονες προδιαγραφές, παρά τις πολλές τεχνικές δυσκολίες που είχε ένα τέτοιο εγχείρημα τόσο μακριά από την Αθήνα.
«Πρόκειται για ένα καταπληκτικό πέτρινο κτίσμα συνδεδεμένο άρρηκτα με το έργο του καλλιτέχνη, ενώ παράλληλα σέβεται το φυσικό τοπίο και την αρχιτεκτονική του τόπου», σχολιάζει ο κ. Αντωνόπουλος. Με συνολική επιφάνεια κτιρίων περίπου 2.000 τ.μ., το περίφημο Γαϊτικό «Ανθρωπάκι» κοιτάζει από κάθε γωνιά του το κυκλαδίτικο τοπίο. Η αίθουσα που είναι αφιερωμένη στον Γαΐτη, θα φιλοξενεί 16 πίνακες (λάδια σε μουσαμά) και 31 κατασκευές από ζωγραφισμένο ξύλο.
«Πρόκειται για μεγάλες κατασκευές, τις οποίες άρχισε να δημιουργεί στα τέλη της δεκαετίας του ’60 και κυρίως τη δεκαετία του 1970. Τότε το διάσημο “ανθρωπάκι” του ζωντάνεψε και απέκτησε τρεις διαστάσεις», εξηγεί ο κ. Μπόλης. Οσο για τα λάδια, καλύπτουν όλη την πορεία της διαδρομής του καλλιτέχνη, από την αφαίρεση της δεκαετίας του ’50 έως την εμφάνιση της ανθρώπινης μορφής, η οποία κατέληξε να γίνει η τυπική ασπρόμαυρη φιγούρα με το ριγέ σακάκι, το μελόν καπέλο και το πρόσωπο-μάσκα, σύμβολο μιας μαζικής απρόσωπης κοινωνίας.
Ενδιαφέρουσα επίσης είναι η παρουσίαση του έργου της Γαβριέλλας Σίμωσι, στην οποία για πρώτη φορά δίνεται μόνιμος εκθεσιακός χώρος «για να φιλοξενήσει το σημαντικό αλλά παραγνωρισμένο έργο της», μας λέει ο κ. Μπόλης. Στο μουσείο, και στην αίθουσα που φέρει το όνομα της ίδιας, θα παρουσιάζονται 11 γλυπτά και 32 κολάζ με έντονο το υπερρεαλιστικό στοιχείο και χαρακτήρα βιωματικό.
Το μουσείο διαθέτει επίσης μια μικρότερη αίθουσα των «Φίλων καλλιτεχνών» που προορίζεται για περιοδικές εκθέσεις, και στον εξωτερικό χώρο ένα μικρό ανοιχτό αμφιθέατρο για εκδηλώσεις. Μετά τα εγκαίνια, το μουσείο θα παραμείνει ανοιχτό τουλάχιστον έως τον Οκτώβριο και αναμένεται να ανοίξει πάλι την άνοιξη του 2025.