1999, η χρονιά που αγάπησε το σινεμά

Στο κατώφλι του μιλένιουμ, η κεντρική κινηματογραφική βιομηχανία ήταν ακόμη πρόθυμη να πάρει σημαντικά ρίσκα, επενδύοντας σε τολμηρά πρότζεκτ και όχι σε «ασφαλή» σίκουελ, ριμέικ και… σύμπαντα

3' 38" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Την περασμένη εβδομάδα κυκλοφόρησε σε επανέκδοση στα αθηναϊκά θερινά το «Ghost Dog: Ο τρόπος των Σαμουράι», ένα καλτ διαμαντάκι από τη φιλμογραφία του Τζιμ Τζάρμους, ακριβώς 25 χρόνια μετά το αρχικό πέρασμά του από τις αίθουσες. Αν ρωτάτε εμάς, βέβαια, σε επανέκδοση θα έπρεπε να κυκλοφορήσει ολόκληρο το κινηματογραφικό 1999. Υπερβάλλουμε, όμως η αλήθεια είναι ότι δυόμισι δεκαετίες πριν οι πλανήτες του σινεμά συγχρονίστηκαν, παράγοντας μια από τις 2-3 σπουδαιότερες χρονιές στην ιστορία της Εβδομης Τέχνης.

Να ξεκινήσουμε… θεσμικά από τα βραβεία. Στα Οσκαρ του 2000 (εκεί τιμήθηκαν οι ταινίες του 1999), το βραβείο καλύτερης ταινίας πήγε στο «American Beauty» του Σαμ Μέντες. Ο Βρετανός σκηνοθέτης, μαζί με τον σεναριογράφο του, Αλαν Μπολ, παρέδωσαν μια απίθανη ανατομία –και κατεδάφιση– του μεσοαστικού αμερικανικού ονείρου, με έναν τρομερό και επίσης βραβευμένο με Οσκαρ Κέβιν Σπέισι στον πρωταγωνιστικό ρόλο.

1999, η χρονιά που αγάπησε το σινεμά-1
Από αριστερά, ο Τομ Χανκς, ο αείμνηστος Μάικλ Κλαρκ Ντάνκαν ως αγαθός γίγαντας και ο Ντέιβιντ Μορς στο «Πράσινο μίλι».

Συνυποψήφια στην ίδια κατηγορία ήταν δύο φιλμ που δεν ανήκουν απαραίτητα στο πάνθεον της παγκόσμιας κινηματογραφίας, είναι όμως σίγουρα από τα πιο κοσμαγάπητα: το «Πράσινο μίλι» του Φρανκ Ντάραμποντ και η «Εκτη αίσθηση» του Μ. Νάιτ Σιάμαλαν. Στο πρώτο, ο Τομ Χανκς, ως δεσμοφύλακας καταδικασμένων σε θάνατο, έρχεται αντιμέτωπος με το «θαύμα» ενός πολύ ξεχωριστού τροφίμου, τον οποίο υποδύεται ο αείμνηστος Μάικλ Κλαρκ Ντάνκαν. Τα χαρτομάντιλα δεν ήταν ποτέ αρκετά με αυτή την ταινία. Η «Εκτη αίσθηση», από την άλλη, μας σύστησε επί της ουσίας το ταλέντο του Σιάμαλαν, προσφέροντας παράλληλα ένα από τα πιο καθηλωτικά φινάλε που έχουμε δει ποτέ να αποτυπώνεται στο σελιλόιντ.

Η επανέκδοση του «Ghost Dog» του Τζιμ Τζάρμους μας γυρίζει σε μια «χρυσή» περίοδο γεμάτη σπουδαίες ταινίες.

Μιας και μιλήσαμε για σελιλόιντ και επομένως φιλμ, αξίζει να σημειωθεί άλλο ένα ορόσημο του 1999. Στην «Αόρατη απειλή» εκείνης της χρονιάς, ο σταθερά πρωτοπόρος Τζορτζ Λούκας επέστρεψε στο σύμπαν του «Πολέμου των Αστρων»· όσα απεικονίστηκαν εκεί εξόργισαν αρκετούς από τους φανατικούς του franchise, ωστόσο είναι σε αυτή την ταινία –σε ένα μέρος της για την ακρίβεια– που χρησιμοποιούνται για πρώτη φορά οι ψηφιακές κάμερες υψηλής ευκρίνειας, οι οποίες θα κυριαρχήσουν μέσα στην επόμενη δεκαετία αλλάζοντας για πάντα την κινηματογραφική αισθητική.

Πρωτοπόρο τεχνολογικά ήταν σίγουρα και το πρώτο «Matrix», το οποίο επίσης κυκλοφόρησε το 1999. Τα αδέλφια Γουατσόφσκι μάς έστειλαν στον αστερισμό του Νίο, της Τρίνιτι και του Μορφέα, ξεκινώντας όχι απλώς μια σειρά ταινιών, αλλά ένα θρύλο της ποπ κουλτούρας που μεγάλωσε γενιές, ενώ παράλληλα απεικόνισε ιδιοφυώς (και σχεδόν προφητικά) τη μετάβαση σε έναν σύγχρονο κόσμο απόλυτης παρακολούθησης, προχωρημένης τεχνητής νοημοσύνης και ελέγχου.

1999, η χρονιά που αγάπησε το σινεμά-2
Σκηνή από το «Fight Club» με τον Μπραντ Πιτ στο κέντρο ως Τάιλερ Ντέρντεν, από τους πιο εμβληματικούς χαρακτήρες του σινεμά.

Μοιάζει απίστευτο, όμως φθάνοντας έως εδώ δεν έχουμε ακόμη μιλήσει για τη σπουδαιότερη ίσως ταινία αυτής της ανεπανάληπτης χρονιάς, η οποία μάλιστα δεν απέσπασε παρά μία, άσημη, οσκαρική υποψηφιότητα, για εφέ ήχου. Το «Fight Club» του Ντέιβιντ Φίντσερ είναι ο απόλυτος κινηματογραφικός θρίαμβος, καμουφλαρισμένος με ποπ περιτύλιγμα. Βασισμένο στο επίσης ρηξικέλευθο, ομώνυμο μυθιστόρημα του Τσακ Πολάνικ, το φιλμ χρησιμοποιεί το όχημα μιας αυτοσχέδιας «λέσχης καβγά» προκειμένου να μιλήσει με ωμό τρόπο για τον σύγχρονο κόσμο των πολυεθνικών, των διαφημίσεων και των επίπλαστων αναγκών, που σε μεγάλο βαθμό καθορίζουν τις ζωές των ανθρώπων της Δύσης. Στις ερμηνείες, ο Μπραντ Πιτ δημιουργεί τον θρυλικό Τάιλερ Ντέρτεν, έχοντας δίπλα του τους εξαιρετικούς Εντουαρτ Νόρτον και Ελενα Μπόναμ Κάρτερ. Γενικώς φωτογραφία, μοντάζ, μουσική είναι όλα σε κορυφαίο επίπεδο, με τον Φίντσερ πίσω από την κάμερα να βρίσκεται στην καλύτερη φόρμα της καριέρας του.

Ο κατάλογος μπορεί να τραβήξει σε μάκρος. Το 1999 έφθασε επίσης στις αίθουσες το «Μάτια ερμητικά κλειστά», η τελευταία και μάλλον πιο παρεξηγημένη ταινία του μεγάλου Στάνλεϊ Κιούμπρικ· ο «Ταλαντούχος κύριος Ρίπλεϊ» του Αντονι Μινγκέλα· το «Μανόλια» του Πολ Τόμας Αντερσον· ο «Μύθος του ακέφαλου καβαλάρη» του Τιμ Μπάρτον· το εμβληματικό «The Blair Witch Project»· ακόμη και το πρώτο, απερίγραπτο, «American Pie».

Το ακόμη πιο ενδιαφέρον είναι ότι σχεδόν όλες οι παραπάνω ταινίες αποτελούν παραγωγές μεγάλων χολιγουντιανών στούντιο. Στο κατώφλι του μιλένιουμ, η κεντρική κινηματογραφική βιομηχανία ήταν ακόμη πρόθυμη να πάρει σημαντικά ρίσκα, επενδύοντας σε τολμηρά (για τα μέτρα της) πρότζεκτ και όχι σε «ασφαλή» σίκουελ, ριμέικ και… σύμπαντα. Οι ίδιες οι ταινίες πραγμάτωναν σε μεγάλο βαθμό το όραμα των δημιουργών τους, δίχως να περιορίζονται από τους κανόνες κάποιας στείρας –και όχι ουσιαστικής– πολιτικής ορθότητας. Απλώς δεν τις φτιάχνουν πια έτσι.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT