Ταξίδι στην παραμεθόριο της Δύσης και στα όρια του πολιτισμού

Ταξίδι στην παραμεθόριο της Δύσης και στα όρια του πολιτισμού

Ο Τοκβίλ παρατηρεί τον Αμερικανό πιονέρο, τον γαλλόφωνο Μιγά, τον Ινδιάνο. Είναι τα «εξόριστα μέλη της μεγάλης ανθρώπινης κοινωνίας»

2' 56" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ALEXIS DE Tocqueville
«Δύο εβδομάδες στο τελευταίο σύνορο»
μτφρ. Εφη Κορομηλά
επιμ. Δημήτρης Π. Σωτηρόπουλος
εκδ. Στερέωμα

«Ολα ήταν έτοιμα· ανεβήκαμε στα άλογα, διασχίσαμε στο αβαθές σημείο του το ποταμάκι […] και εισχωρήσαμε για τα καλά στις ερημιές […] Καθώς προχωρούσαμε τα τελευταία ίχνη του ανθρώπου εξαφανίστηκαν. Σύντομα […] είχαμε μπροστά μας το θέμα που αναζητούσαμε τόσο καιρό: το εσωτερικό ενός παρθένου δάσους».

Το 1831 o Αλέξις ντε Τοκβίλ (1805-1859) βρίσκεται στην Αμερική μαζί με τον φίλο του Γκιστάβ ντε Μπομόν. Σκοπός του ταξιδιού τους: η μελέτη του σωφρονιστικού συστήματος, της ποινικής δικαιοσύνης και του τρόπου λειτουργίας των δικαστηρίων στη νεαρή δημοκρατία.

Στη διάρκεια της παραμονής τους, οι Τοκβίλ και Μπομόν αποφασίζουν να επισκεφθούν τη ΒΑ πλευρά της λίμνης Μίσιγκαν: το πλέον απομακρυσμένο σημείο με Ευρωπαίους κατοίκους εκείνη την εποχή.

Το σχέδιο ενός ταξιδιού στην παραμεθόριο, ανάμεσα σε Ινδιάνους και Πιονιέρους, ποτάμια και αρχέγονα δάση, αρκούδες, κροταλίες και κουνούπια, αποδεικνύεται παράτολμο, περιπετειώδες, αλλά και αποκαλυπτικό. Αυτό το ταξίδι καταγράφει το «Δύο εβδομάδες στο τελευταίο σύνορο», το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Στερέωμα.

Σε αυτό το μικρό σε έκταση χρονικό, ο Τοκβίλ ακολουθεί τα βήματα του Σατωβριάνδου και του Κούπερ, προσφέροντάς μας μία –πλούσια σε χρώμα και συναίσθημα– διήγηση σε πρώτο πρόσωπο. Ο θαυμασμός εναλλάσσεται με τον φόβο απέναντι στην άγρια ομορφιά των αρχέγονων δασών σε αυτόν τον ερημότοπο: «Ξαναγύρισα στην όχθη του ρυακιού, όπου δεν άντεξα στον πειρασμό και στάθηκα λίγα λεπτά για να θαυμάσω τη μεγαλειώδη φρίκη εκείνου του μέρους». Ο υλικός κόσμος εμφανίζεται θηριώδης και μυσταγωγικός.

Ο Τοκβίλ αφήνει το βλέμμα του να περιπλανηθεί σε αυτόν τον ζωντανό, μα απόκοσμο ωκεανό του υπεραιώνιου δάσους. Θυμίζει τον οδοιπόρο στον πίνακα του Φρίντριχ (1818). Βρίσκεται στην άκρη του πολιτισμού, στο τελευταίο σύνορο, σε έναν τόπο αγνό κι έρημο: «τα πάντα γύρω σου επανέρχονται σε μία σιγαλιά τόσο βαθιά, μια ακινησία τόσο απόλυτη που η ψυχή αισθάνεται να τη διαπερνά ένα είδος θρησκευτικού δέους».

Εδώ το βλέμμα του φυσιογνώστη συνυπάρχει με την κριτική ματιά του ανθρωπολόγου. Ο Τοκβίλ βιογραφεί και αυτοβιογραφείται. Παρατηρεί τους ανθρωπότυπους που υλοποιούν αυτό το θηριώδες εγχείρημα στις εσχατιές του πολιτισμού: τον Αμερικανό πιονέρο, τον γαλλόφωνο Μιγά, τον Ινδιάνο. Είναι τα «εξόριστα μέλη της μεγάλης ανθρώπινης κοινωνίας» που συναντήθηκαν στην απεραντοσύνη του δάσους. Ο Γάλλος στοχαστής πασχίζει να τους κατανοήσει. Αναλύει τις κινήσεις, το βλέμμα, τον λόγο, τις στάσεις και τη συμπεριφορά τους. Ριζικά διαφορετικοί μεταξύ τους συμβιώνουν με καχυποψία και φόβο.

Για τον πιονέρο θα αναφέρει: «Η περπατησιά του είναι αργή και στητή, τα λόγια του μετρημένα και η όψη του αυστηρή. Η συνήθεια, μα προπαντός η περηφάνια έχει δώσει στο πρόσωπό του μια στωική σκληρότητα, την οποία διαψεύδουν οι πράξεις του».

Προμηνύοντας τη δύναμη και την οξύτητα των ιδεών που βρίσκει κανείς στο κορυφαίο πνευματικό του πόνημα για τη δημοκρατία στην Αμερική, ο Τοκβίλ ταξινομεί συμπεριφορές, αναλύει και επιδίδεται φευγαλέα, αλλά με εξαιρετική διαύγεια σε μια πρώτη καταγραφή των ειδοποιών γνωρισμάτων αυτής της νέας κουλτούρας: λατρεία των όπλων ως εργαλεία ασφάλειας και ελευθερίας, πίστη στον Θεό ο οποίος χαρίζει ζείδωρη ορμή, θέληση και επιμονή, επέκταση του υλικού πολιτισμού, εγωισμός αλλά και σύνδεση με την κοινότητα σε τοπικό επίπεδο.

Ο Τοκβίλ βρίσκει έναν χαμένο παράδεισο, μας προσφέρει ένα συναρπαστικό ταξίδι στα όρια της επικράτειας του πολιτισμού. Παραδίδεται στο ακατανίκητο κάλλος του, αλλά και προβλέπει την ήδη προδιαγεγραμμένη απώλειά του, πολύ πριν ο Θορώ σκεφτεί καν το Γουόλντεν και την καλύβα του Εμερσον. Αντιλαμβάνεται πλήρως τη βίαιη κίνηση του χρόνου, του ιμπεριαλισμού και της προόδου: σε «λίγα χρόνια αυτά τα αδιαπέραστα δάση θα έχουν πέσει, ο αχός του πολιτισμού και της βιομηχανίας θα σπάσει τη σιωπή του Σάγκινο».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT