Ο Παράδεισος είναι μια πισίνα

Η εμφάνιση μιας ρωγμής στον πυθμένα αρκεί για να μετατραπούν τα πάντα σε μια εφιαλτική Κόλαση αγωνίας

3' 41" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΤΖΟΥΛΙ ΟΤΣΟΥΚΑ
Κολυμπώντας
μτφρ.: Θωμάς Σκάσσης
εκδ. Πατάκη, 2023, σελ. 192

Η ζωή για την Τζούλι Οτσούκα χωρίζεται σε δύο ζωές: Στη ζωή του επάνω κόσμου, της καθημερινότητας, και σε εκείνη του κάτω κόσμου, στην υπόγεια πισίνα, με τους περιστασιακούς της κατοίκους, τους κολυμβητές.

Από την αρχή, η συγγραφέας δηλώνει με σιγουριά ότι υπάρχει για τον καθένα ένας παράδεισος, μιλώντας για λογαριασμό και των άλλων, όλων εκείνων που τον αποζητούν, ένας παράδεισος προορισμένος αποκλειστικά για κάποιους, για εκείνους που «γλιστρούν γαλήνια στο νερό, νιώθοντας ασφαλείς». Η αφηγήτρια, σε πρώτο πληθυντικό, μοιάζει να εκπροσωπεί εκείνη τη μυστική, ολιγομελή κοινότητα του νερού, που έχει αναπτύξει τους δικούς της κώδικες και τους δικούς της κανόνες, αφού μόνο εκεί, στις υδάτινες διαδρομές, στα αυλάκια υπερχείλισης και στους πλωτήρες, μπορούν να έχουν «μια αίσθηση άνεσης και τάξης που απουσιάζει από την επίγεια ζωή». Η δική τους, «μυστική Βαλχάλα» είναι ένα βραχύβιο βίωμα απέκδυσης από κάθε είδους ιδιότητα και κοινωνική κατηγοριοποίηση, «στην πισίνα είμαστε μόνο ένα από τα ακόλουθα τρία: κολυμβητές των γρήγορων διαδρομών, των διαδρόμων μεσαίας ταχύτητας ή αργοί».

Ενας λεπταίσθητος στοχασμός πάνω στα μικρά διαλείμματα της απώλειας μνήμης.

Τα μέλη της μυστικής λέσχης της πισίνας είναι οι σύγχρονοι Πρωτόπλαστοι, που με την απελευθερωτική δύναμη του νερού, επιπλέουν και μεταμορφώνονται σε όντα γοητευτικά, χωρίς ηλικία, χωρίς ρυτίδες, σε πλάσματα με δυνατότητες κι όχι ανίσχυρα από αδυναμίες και φόβους, όπως είναι στην επιφάνεια της γης. Στα πρώτα κεφάλαια αναρωτιόμαστε εάν πίσω από το «εμείς» κρύβεται η Οτσούκα ως μέλος αυτής της ιδιότυπης κάστας ανθρώπων, σίγουρα όμως η Αλις, η μετέπειτα μητέρα, που χάνει τη μνήμη της, ξεπροβάλλει από τις πρώτες σελίδες ως ένα ακόμη υδάτινο πλάσμα, προστατευμένο από τα δεινά της έξω από την πισίνα ζωής.

Αίφνης, η γαλήνη του κάτω κόσμου –ένας αντεστραμμένος συμβολισμός του κάτω κόσμου, η άνοδος στο «Κολυμπώντας» οδηγεί στην Κόλαση, η κάθοδος στην προσωπική νιρβάνα– διαταράσσεται από την εμφάνιση μιας ρωγμής στον πάτο της πισίνας. Η ιστορία της Οτσούκα πλέον αποκτά στοιχεία θρίλερ και ομαδικής παραίσθησης για την προέλευση αυτής της ρωγμής. Η συλλογική ευδαιμονία μετατρέπεται σε συλλογική αγωνία, η ρωγμή είναι το καμπανάκι, η προειδοποίηση ότι ο παράδεισος της πισίνας δέχθηκε επίθεση και παραδίνεται σταδιακά και ανέκκλητα στην ανηλεή πραγματικότητα της έξω, επάνω ζωής.

Η συγγραφέας, συνεχίζοντας την πετυχημένη δομική στρατηγική της εναλλαγής της απεύθυνσης στον αναγνώστη, στα επόμενα κεφάλαια, τα πλέον βουτηγμένα στην προσωπική δυστυχία, εστιάζει στη μία, στη μοναδική, στη Μητέρα, στην ανέμελη και χαριτωμένα ξεχασιάρα Αλις της πισίνας. Μια άλλη ρωγμή δείχνει τις απαρχές της στο μυαλό της Αλις. «Θυμάται ότι ό,τι θυμάται δεν είναι απαραίτητα αληθινό», η παραδοχή της κατάστασης της μητέρας αντικατοπτρίζει τη βασική συγγραφική παραδοχή, ότι η μνήμη δεν αποτελεί πιστή απεικόνιση μιας πρότερης συνθήκης, αλλά την ίδια τη μεταβαλλόμενη, ρευστή συνθήκη του συγγραφικού έργου.

«Belavista»

Στο κεφάλαιο με τον εύστοχα ειρωνικό τίτλο του ιδρύματος Belavista, η Οτσούκα μεταβαίνει σε ένα ψυχρό, απρόσωπο και κυνικό δεύτερο πρόσωπο, το οποίο συμβάλλει στη σκιαγράφηση ενός δυστοπικού περιβάλλοντος, όπου κάθε χειρονομία προς τον ασθενή, η παραμικρή φροντίδα, έχουν ένα κόστος. Η Αλις περιθάλπεται και η κόρη, όπως και οι συγγενείς και φίλοι, την επισκέπτονται, εισερχόμενοι στο ίδρυμα με ενοχές και αγωνία για το πώς θα την βρουν και αποχωρώντας με μια απατηλή αίσθηση «αγαθοεργίας». Ποιος θέλει να μένει για πολύ εκεί που φοβάται ότι μπορεί να καταλήξει;

Ο Παράδεισος είναι μια πισίνα-1Το κομμάτι με την περιγραφή του ιδρύματος λειτουργεί ως μια δυσοίωνη γέφυρα για την πλήρη κατάβαση στην κόλαση της προσωπικής αποσύνθεσης της μητέρας, όσο τα μικρά νήματα, που την ένωναν με τους αγαπημένους της, κόβονται και καταστρέφονται.

Ωστόσο, παρά τη σταδιακή φόρτιση, η Οτσούκα, ενώ παραθέτει αντικείμενα και συνδέσεις, που προκαλούν συγκίνηση, δεν καταφεύγει ούτε στιγμή σε συναισθηματικές εξάρσεις ή απότομες κλιμακώσεις. Το δράμα εκτυλίσσεται σαν μια ήρεμη βουτιά από εκείνες τις ημέρες στον χαμένο παράδεισο της υπόγειας πισίνας.

Στο φινάλε της ιστορίας, το πιο προσωπικό κεφάλαιο, το διαποτισμένο από την απελπισία της κόρης, επιβεβαιώνεται ότι το «Κολυμπώντας» δεν είναι ακόμη ένα βιβλίο για το δράμα της απώλειας μνήμης, αλλά πρωτίστως ένας λεπταίσθητος στοχασμός πάνω στα μικρά διαλείμματα της ζωής, όπου το μυαλό μαζεύει σαν σφουγγάρι ό,τι συμβαίνει: τις λυτρωτικές παύσεις των υδάτινων διαδρομών, τις ιστορίες, που φέρει ο καθένας –η Αλις έχει βιώσει εκτοπισμούς, ερωτικές απογοητεύσεις, αλλά και συζυγική τρυφερότητα, παιδιά, συνήθειες, αποφάσεις ή ξαφνικά ταξίδια–, τη στοργή, που καταπνίγεται συχνά και αποσιωπάται, αλλά τελικά ξεχύνεται ορμητικά μπροστά στον φόβο της απώλειας. Η μνήμη του άλλου, που χάνεται, συμπαρασύρει κι εμάς, όπως έχουμε αποτυπωθεί σε αυτήν και όπως ποτέ δεν θα υπάρξουμε ξανά. Κι αυτός είναι ένας μεγάλος φόβος.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT