Σπονδή στους θεούς της τραγωδίας

Εντυπωσίασε η «Ορέστεια» που παρουσίασε ο Θεόδωρος Τερζόπουλος στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου

3' 33" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αθηνά: Η υπόθεση είναι πολύ βαριά για να πιστεύει άνθρωπος ότι μπορεί να τη δικάσει.
Ορέστεια (458 π.X.)

Η αισχύλεια τριλογία («Αγαμέμνων», «Χοηφόροι», «Ευμενίδες») θέτει στον τραγικό πυρήνα της τον φαύλο κύκλο της εκδίκησης. Η Kλυταιμνήστρα τιμωρεί τον Αγαμέμνονα για τη θυσία της αγαπημένης της Ιφιγένειας, ο Ορέστης εκδικείται την Κλυταιμνήστρα για τον φόνο του πατέρα του και οι Ερινύες, αυτές οι «δυστυχισμένες κόρες της Νύχτας», απαιτούν τη «δίκη» του Ορέστη απειλώντας τους πολίτες της Αθήνας με ξηρασία, ατεκνία, λέπρα, φτώχεια και με «πληγές θανάσιμες» για όλους τους θνητούς. Η Αθηνά ως παντοδύναμη θεά δίνει τέλος στον κύκλο του αίματος. Δελεάζει τις Ερινύες με τιμές, υποσχόμενη «κάθε νομιμότητα», «έδρες» και ιερούς βωμούς, όπου οι πολίτες θα τις λατρεύουν ως προστάτιδες του γάμου. Μετατρέπει τις απωθητικές δαιμονικές θεότητες σε «Ευμενίδες» και συμφιλιώνει τις αντίπαλες δυνάμεις, προσφέροντας εύνοια στην πόλη.

Στην περίπτωση της «Ορέστειας», η παράσταση του Θεόδωρου Τερζόπουλου εντυπωσίασε ως σύνοψη της πολύχρονης δραματουργικής και σκηνοθετικής του έρευνας πάνω στους κώδικες του αρχαίου δράματος, ως εξαντλητική διεύρυνση των ορίων της μεθόδου του σωματικού θεάτρου, ως αποτύπωση της φορμαλιστικής του οπτικής με άξονα τη διαλεκτική σχέση δραματικού χώρου-χρόνου-προσώπου.

Εμβάθυνε ιδιαίτερα στο τρίτο μέρος της τραγωδίας και σκηνοθέτησε το έργο με βάση τις συντεταγμένες μιας σκηνικής τοπολογίας, ενός κύκλου με ακτίνες που ο ίδιος σκηνογράφησε και χρωμάτισε με εντυπωσιακούς φωτισμούς. Γεωμέτρησε τα σύνολα ενός επιβλητικού και εξαιρετικά δουλεμένου από τεχνική άποψη χορού, παραπέμποντας διαρκώς σε ένα είδος μυσταγωγίας. Ο Χορός της παράστασης είναι ένα σκηνικό επίτευγμα, εισέρχεται και αποχωρεί πάντοτε παραταγμένος και δομημένος σε αρμονικά σύνολα απόλυτα αιτιολογημένα.

Αλλωστε στη σκηνοθετική αντίληψη του Τερζόπουλου το σώμα του ηθοποιού πρωταγωνιστεί. Είναι ένα σώμα που πάλλεται, καθώς υποφέρει από τα δεινά της ανθρωπότητας, νοσεί, θεραπεύεται, βασανίζεται, λατρεύει και λατρεύεται, κραυγάζει και σιωπά. Επιστρέφει στην αρχέγονη κατάσταση ενός ζώου ή ενός πρωτόγονου ανθρώπου. Το σώμα-γλυπτό και μνημείο του ανθρώπινου πολιτισμού είναι κυρίαρχο στο σκηνοθετικό σύμπαν της «Ορέστειας», όπου ο θεατής βιώνει την ανακεφαλαίωση αυτής της αισθητικής αντίληψης του καλλιτέχνη για την τέχνη του θεάτρου.

Ο Τερζόπουλος αυτήν τη φορά εξάντλησε τα όρια της μεθόδου του και άφησε τον τραγικό λόγο να εκφραστεί στην ποιοτική μετάφραση της Ελένης Βαροπούλου, η οποία αντιμετώπισε τις νοηματικές διακυμάνσεις του πρωτότυπου κειμένου και διερεύνησε επί της ουσίας τα διαφορετικά και πολύπλοκα γλωσσικά του επίπεδα.

Δύο γραμμές

Ο σκηνοθέτης επεξεργάστηκε υφολογικά με αυστηρές σχηματοποιήσεις τους ανδρικούς ρόλους, ενώ αποδέσμευσε τους γυναικείους από το υπερβολικό στυλιζάρισμα με αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός χάσματος ανάμεσα στις δύο ερμηνευτικές γραμμές. Στυλιζαρισμένες, χωρίς ιδιοσυγκρασιακά περιγράμματα, οι ερμηνείες του Σάββα Στρούμπου (Αγαμέμνων), του Κώστα Κοντογεωργόπουλου (Ορέστης), του Νίκου Ντάση (Απόλλων) και του Δαυίδ Μαλτέζε (Αίγισθος).

Αντίθετα, εισχώρησε στη μορφή της Κασσάνδρας, στον ρόλο της οποίας η Εβελυν Ασουάντ κατέθεσε μία ερμηνεία διαφοροποιημένη από το εγκεφαλικό και ορθολογικό ύφος του Τερζόπουλου, ιδίως στη σκηνή που τραγουδά στα αραβικά ένα αυτοσχέδιο θρηνητικό τραγούδι-μοιρολόι όχι μόνο των θυμάτων της βίας του πολέμου, αλλά και του ολέθριου ταξιδιού της προσφυγιάς. Η Σοφία Χιλλ ως Κλυταιμνήστρα διασχίζει τον Χορό αρπάζοντας από τα μαλλιά τα μέλη του, διαλέγεται με το σώμα του Χορού, σχολιάζει και ειρωνεύεται, συχνά πληθωρική ως προς την εκδήλωση μιας νεανικής φρεσκάδας που δεν συνάδει με το δραματικό βάρος του ρόλου της συζυγοκτόνου βασίλισσας.

Η Αγλαΐα Παππά είναι μια Αθηνά που επιχειρηματολογεί με κύρος και δυναμισμό. Εγκαινιάζει τον θεσμό της δικαιοσύνης, εισάγει τη δίκη ως μέσο εκδίκασης υποθέσεων φόνου και απευθυνόμενη στους πολίτες της Αττικής από τον λόφο του Αρείου Πάγου αναφωνεί: «Ποιος θνητός που δεν φοβάται παραμένει δίκαιος;». Στις «Ευμενίδες» η Αθηνά πρωταγωνιστεί ως δρων πρόσωπο και όχι ως από μηχανής θεός. Συμμετέχει με τη διπλή ψήφο της στη δίκη του Ορέστη και αθωώνει τον μητροκτόνο, επιβάλλοντας κατά κάποιο τρόπο το δίκαιο ως θεά.

«Ποιος θνητός που δεν φοβάται παραμένει δίκαιος;» λέει η Αθηνά απευθυνόμενη στους πολίτες.

Στην «Ορέστεια» συντελείται ουσιαστικά το τέλος της θεϊκής μοίρας και η αρχή της ανθρώπινης δικαιοσύνης.

Εγκλήματα χωρίς τιμωρία

Στο φινάλε της παράστασης προστίθεται από τον σκηνοθέτη ένα «welcome» στον σύγχρονο κόσμο της νέας τάξης πραγμάτων, στον νέο κόσμο των πολεμικών εστιών, του χρηματιστηρίου των οπλικών συστημάτων, της ανόδου των εθνικιστικών κομμάτων, της κρίσης των δημοκρατικών αξιών στην Ευρώπη. Μία κατακλείδα έντονης κριτικής διάστασης όσον αφορά τη λειτουργία της δημοκρατίας σήμερα. Το έγκλημα του Ορέστη αθωώνεται όπως άλλωστε και τόσα άλλα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.

*Η κ. Ρέα Γρηγορίου είναι διδάκτωρ Ιστορίας – Δραματολογίας ΑΠΘ.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT