Το φεστιβάλ της «Μικράς Αγγλίας»

Ο Παντελής Βούλγαρης μιλάει για το φεστιβάλ της Ανδρου, που γίνεται 10 ετών, για τις ταινίες του και το ελληνικό σινεμά

6' 30" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Κάθε επιτυχημένο φεστιβάλ χρειάζεται δύο, βασικά, πράγματα: τους ανθρώπους και τη στέγη του. Πριν από δέκα χρόνια, το 2015, ολοκληρώθηκε στη Χώρα της Ανδρου η κατασκευή του Ανοιχτού Θεάτρου, μια δωρεά του Αλκιβιάδη Τάττου, ο οποίος ταυτόχρονα εμπνεύστηκε και οραματίστηκε αυτό που έμελλε να γίνει το Διεθνές Φεστιβάλ Ανδρου. Χρειαζόταν βέβαια και ένας καλλιτεχνικός διευθυντής, ο οποίος μάλιστα αποφασίστηκε να μην είναι Ανδριώτης. Δεν επρόκειτο πάντως για… ξένο, αφού ο Παντελής Βούλγαρης έχει χρόνιο δεσμό και αγάπη που μετρά πάνω από τρεις δεκαετίες με το νησί των Κυκλάδων.

«Εγώ είμαι νησιώτης στην καταγωγή (από Σάμο και Νάξο), δίχως όμως να έχω γνωρίσει ποτέ καλά αυτά τα νησιά. Στην Ανδρο πήγαμε πριν από πολλά χρόνια με την Ιωάννα (σ.σ. Καρυστιάνη) και τα παιδιά και σιγά σιγά κολλήσαμε. Αργότερα δεθήκαμε ακόμα περισσότερο όταν κάναμε εκεί τη “Μικρά Αγγλία”, μπήκαμε ακόμα περισσότερο στον τόπο, στο τι σημαίνει θάλασσα, ναυτοσύνη. Το 2015 μου πρότειναν να αναλάβω την καλλιτεχνική διεύθυνση και ξεκινήσαμε να στήνουμε το φεστιβάλ. Είναι νομίζω μια ωραία διοργάνωση και κοντά στην Αθήνα, κάτι που βολεύει περισσότερο και τους καλλιτέχνες που έρχονται. Επίσης το θέατρο είναι φανταστικό, με εγκαταστάσεις άρτιες που εκπλήσσουν όλους όσους παίζουν εκεί», μου λέει ο Παντελής Βούλγαρης, καθισμένος στο σκιερό γραφείο του σπιτιού του, στο Πολύδροσο.

Δέκα χρόνια τώρα, το Φεστιβάλ Ανδρου έχει φιλοξενήσει πάνω από 300 καταξιωμένους καλλιτέχνες σε περισσότερες από 150 εκδηλώσεις όλων των ειδών: θεατρικές παραστάσεις, συναυλίες, κινηματογράφος κ.ο.κ. Το φετινό πρόγραμμα είναι και πάλι πλούσιο, αρχής γενομένης από την προσεχή Κυριακή 28 Ιουλίου, με μια συναυλία του Γεράσιμου Ανδρεάτου και της Φιλαρμονικής Ορχήστρας Μουσικού Συλλόγου Ανδρου, με τίτλο «Στα ίδια μέρη θα ξαναβρεθούμε…». Μέσα στον επόμενο μήνα (μέχρι 25 Αυγούστου) οι επισκέπτες του φεστιβάλ θα απολαύσουν, μεταξύ άλλων, τον Γιάννη Αγγελάκα και τους 100°C (3/8), τις «Ικέτιδες» του Αισχύλου σε σκηνοθεσία της Μαριάννας Κάλμπαρη (7/8), τις Δήμητρα Γαλάνη και Παυλίνα Βουλγαράκη (11/8), το «Μια άλλη Θήβα» του Σέρχιο Μπλάνκο σε σκηνοθεσία του Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου (17/8) και τους «Ορνιθες» του Αριστοφάνη σε σκηνοθεσία Αρη Μπινιάρη (23/8).

Το φεστιβάλ της «Μικράς Αγγλίας»-1
Συναυλία του Μουσικού Συλλόγου Ανδρου. «Προσπαθούμε το φεστιβάλ να εκπροσωπεί και την ντόπια δημιουργία», σημειώνει ο Παντελής Βούλγαρης. [ΜΑΡΙΑ ΛΑΜΠΡΙΑΔΟΥ]

«Προσπαθούμε το φεστιβάλ να καλύπτει όλο το καλλιτεχνικό φάσμα και ταυτόχρονα να εκπροσωπεί και την ντόπια δημιουργία. Δεχόμαστε πολλές προτάσεις από τοπικά συγκροτήματα, ενώ υπάρχουν και δύο θεατρικά σχήματα που συμμετέχουν σε σταθερή βάση. Γενικώς η τοπική κοινωνία είναι κοντά στη διοργάνωση, απλώς τα τελευταία χρόνια έρχονται και περισσότεροι τουρίστες».

Κινηματογράφος

Φυσικά, με τον Παντελή Βούλγαρη επικεφαλής, δεν γίνεται να λείπει το σινεμά. Στις 4-5 Αυγούστου θα προβληθούν στην Κινηματογραφική Λέσχη Ανδρου ταινίες μικρού μήκους από νέους Ελληνες δημιουργούς, ενώ στις 9/8 θα ακολουθήσει δεύτερο σύνολο φιλμ, αυτή τη φορά προερχόμενων από τα τρία κορυφαία φεστιβάλ του κόσμου (Κάννες, Βενετία, Βερολίνο). «Η αλήθεια είναι ότι το σινεμά είναι σχετικά πρόσφατη προσθήκη στο φεστιβάλ. Πιστεύω ότι οι μικρού μήκους ταινίες είναι πιο ταιριαστές σε μια τέτοια διοργάνωση, που δεν είναι αμιγώς κινηματογραφική, γιατί έτσι μπορεί να πάρει κανείς γεύση από διαφορετικές τάσεις και δημιουργούς του σημερινού σινεμά. Κι εγώ από τις μικρού μήκους ξεκίνησα, ο “Τζίμης ο Τίγρης” ήταν που μου άνοιξε τον δρόμο», παρατηρεί ο κ. Βούλγαρης.

«Προσπαθούμε το φεστιβάλ να καλύπτει όλο το καλλιτεχνικό φάσμα. Δεχόμαστε προτάσεις από τοπικά συγκροτήματα, ενώ υπάρχουν και δύο θεατρικά σχήματα που συμμετέχουν σε σταθερή βάση».

Η τελευταία ατάκα προκαλεί την επόμενη ερώτηση που (μοιραία) ξεφεύγει από τα του φεστιβάλ και έχει να κάνει με αυτό το κινηματογραφικό κάλεσμα, στο οποίο εκείνος ανταποκρίθηκε πριν από τόσες δεκαετίες. «Στη γειτονιά που μέναμε στα Πατήσια, υπήρχε το θερινό σινεμά “Ηλέκτρα”, δυο δρόμους παραπάνω από το σπίτι μας. Ο θόρυβος της μηχανής προβολής ακουγόταν έως εκεί κι εγώ έβγαινα και φώναζα ότι άρχισε ο κινηματογράφος και τρέχαμε όλα τα παιδιά να δούμε. Αυτή είναι η μαγεία της εικόνας. Κάποια μέρα κοντά στο σπίτι μας γινόταν κι ένα γύρισμα και θυμάμαι ότι μου έκανε μεγάλη εντύπωση. Κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα».

Το φεστιβάλ της «Μικράς Αγγλίας»-2
Ο Π. Βούλγαρης θεωρεί πως «η κινηματογραφική παιδεία είναι πολύ σημαντικό πράγμα» και ερωτηθείς σχετικά με το ποια ταινία του θα ήθελε να διδάσκεται, απαντά: «Νομίζω οι τελευταίες τρεις ταινίες (σ.σ. “Ψυχή βαθιά”, “Μικρά Αγγλία”, “Το τελευταίο σημείωμα”), που έχουν ιστορικό – πολιτικό περιεχόμενο». [ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΒΟΥΛΓΑΡΗ]

Τι έχει όμως να πει ο Παντελής Βούλγαρης για το σινεμά τού σήμερα; Το παρακολουθεί; «Τα τελευταία χρόνια με την COVID σταμάτησα να παρακολουθώ», απαντά εκείνος, αφήνοντας να εννοηθεί ότι με τον όρο «σινεμά» αντιλαμβάνεται βασικά την προβολή στη σκοτεινή αίθουσα. Και συνεχίζει: «Η πανδημία νομίζω πήγε πίσω το παγκόσμιο κινηματογραφικό περιβάλλον, όμως τώρα έχει αρχίσει και κινείται ξανά. Η τηλεόραση επίσης έχει αλλάξει τρομερά, οι επιλογές είναι πια άπειρες εκεί, σε συνδυασμό με τις πελώριες οθόνες που είναι σχεδόν σαν να έχεις σινεμά μέσα στο σπίτι. Το μέλλον θα δείξει αν αυτό είναι πρόβλημα ή όχι».

Ο Λάνθιμος

Οταν η κουβέντα πηγαίνει και στον ελληνικό κινηματογράφο, αναπόφευκτα αναφέρεται το όνομα του Γιώργου Λάνθιμου, ο οποίος μπορεί να μη γυρίζει πλέον στη χώρα μας, ωστόσο άνοιξε ένα δρόμο με αρκετούς συνεχιστές. «Γίνεται σοβαρή προσπάθεια και από άλλους που βρίσκονται πάνω-κάτω στην ηλικία του Γιώργου, κι αυτό είναι πολύ θετικό. Είχαμε βρεθεί σε μια κοινή συνέντευξη όταν είχε κάνει την πρώτη του ταινία κι εγώ τότε μια δική μου και με είχε ρωτήσει με απορία γιατί επιμένω με τον πολιτικό κινηματογράφο – εκείνος είχε από νωρίς επιλέξει άλλο δρόμο. Είναι όμως σπουδαίος κινηματογραφιστής. Τον βοήθησε πολύ, όπως και εμένα, η διαφήμιση και έχει φτιάξει μια κινηματογραφική γλώσσα που ανοίγει δρόμους αισθητικά και θεματολογικά».

«Αρχικά σκόπευα το ‘‘Ολα είναι δρόμος’’ να τελειώνει με την ιστορία του Βέγγου, όμως ο Ντίνος Κατσουρίδης στο μοντάζ άλλαξε τη σειρά. ‘‘Αυτή με τα μπουζούκια δεν παίζεται, πρέπει να είναι στο τέλος’’, μου είπε».

Στο πρόσφατο βιβλίο του, με τίτλο «Cine-Theology», ο καθηγητής Δημήτρης Ουλής περιγράφει πώς μια σειρά από επιλεγμένες ταινίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως εκπαιδευτικό εργαλείο μέσα στη σχολική αίθουσα. Ποια δική του ταινία θα ήθελε ο Παντελής Βούλγαρης να δει να διδάσκεται; «Νομίζω ότι οι τελευταίες τρεις ταινίες (σ.σ. «Ψυχή βαθιά», «Μικρά Αγγλία», «Το τελευταίο σημείωμα»), που έχουν ιστορικό – πολιτικό περιεχόμενο, θα ήταν μάλλον πιο χρήσιμες. Γενικώς η κινηματογραφική παιδεία είναι πολύ σημαντικό πράγμα». Ειδικά το «Σημείωμα» και το «Ψυχή βαθιά» είναι ταινίες με τις οποίες είναι φανερά δεμένος, έχοντας μελετήσει και πάρα πολύ για τη δημιουργία τους – στο τέλος της κουβέντας μας επιμένει να μου δείξει την εκτενή βιβλιοθήκη του με έργα αποκλειστικά γύρω από τον Εμφύλιο. Οι τόμοι είναι αμέτρητοι.

Το «Βιετνάμ»

Παρ’ όλα αυτά, δεν μπορώ να μη ζητήσω να γυρίσουμε μερικά χρόνια νωρίτερα, στο «Ολα είναι δρόμος» (1998) –και συγκεκριμένα στη βινιέτα του «Βιετνάμ»–, ταινία που σήμερα αναπαράγεται ξανά και ξανά έχοντας γίνει μέρος της σύγχρονης ποπ κουλτούρας. «Για εμένα παραμένει μεγάλο ερωτηματικό. Εκείνη την εποχή είχα χρέη. Αφησα την οικογένεια στην Αθήνα και ανέβηκα στη Θεσσαλονίκη που ήταν πολιτιστική πρωτεύουσα, ψάχνοντας για δουλειές. Θυμάμαι ότι γύριζα τη γύρω επαρχία με το αυτοκίνητο και τα Σαββατοκύριακα, που επέστρεφα σπίτι, αφηγούμουν διάφορες ιστορίες στην Ιωάννα. Τότε εκείνη μου είπε: “Γιατί δεν τα κάνεις ταινία όλα αυτά;”. Παράλληλα διάβαζα πολύ Θεσσαλονικείς συγγραφείς, όπως ο Σκαμπαρδώνης, και κάπως έτσι γράφτηκαν οι τρεις ιστορίες. Αρχικά σκόπευα η ταινία να τελειώνει με την ιστορία του Βέγγου (σ.σ. “Η τελευταία νανόχηνα”), όμως ο Ντίνος Κατσουρίδης στο μοντάζ άλλαξε τη σειρά, γιατί όπως μου είπε “αυτή με τα μπουζούκια δεν παίζεται, πρέπει να είναι στο τέλος”. Ετσι προέκυψε, δεν θεωρούσα ότι θα έχει τόση δύναμη. Αυτό που συμβαίνει τα τελευταία χρόνια είναι κομμάτι της μαγείας του κινηματογράφου. Και η τελευταία σκηνή (σ.σ. το περίφημο “Ηλία ρίχ’ το”) ένα μονοπλάνο ήταν που γυρίστηκε με ελάχιστα μέσα. Είχα ρωτήσει τους ντόπιους για τον καιρό και μου είπαν ότι θα βρέξει την επομένη, οπότε λέω δεν θα κοιμηθούμε, θα κάνουμε πρόβες όλη νύχτα και το πρωί που άρχισε να χαράζει έγινε το πλάνο – μια και καλή. Ετσι κι αλλιώς δεν γινόταν να το ξαναχτίσουμε…» καταλήγει γελώντας ο Παντελής Βούλγαρης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT