Τζον Μάγιαλ: το τέλος μιας ιστορικής περιπλάνησης

Τζον Μάγιαλ: το τέλος μιας ιστορικής περιπλάνησης

Μέσα σε λίγα χρόνια, όλα τα κλαμπ στη Βρετανία έπαιζαν μπλουζ, όλα τα ροκ συγκροτήματα άκουγαν μπλουζ και για ένα διάστημα εκεί στα ’60s τα μπλουζ ήταν πιο δημοφιλή στο Λονδίνο από ό,τι στο Δέλτα του Μισισιπή!

4' 47" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο Τζον Μάγιαλ δεν ήταν ο καλύτερος τραγουδιστής στον κόσμο. Ελάχιστοι θα τον θυμούνται για τη δεξιοτεχνία του στα πλήκτρα, στη φυσαρμόνικα ή στην κιθάρα. Σίγουρα δεν ήταν ποτέ ιδιαίτερα φωτογενής. Μπορεί να έβγαζε ακόμα δίσκους (πιο πρόσφατο, το ανέλπιστα καλό άλμπουμ «The Sun Is Shining Down» προ διετίας), αλλά δεν απασχολούσε σχεδόν καθόλου τον μουσικό Τύπο ή τα ραδιόφωνα. Πόσοι, άλλωστε, σε τόσο προχωρημένη ηλικία καταφέρνουν κάτι τέτοιο;

Ο Τζον Μάγιαλ δεν χρειαζόταν να πεθάνει για να περάσει στην Ιστορία – ήταν ήδη ένας θρύλος, τόσο μεγάλος μάλιστα που πολλοί νόμιζαν ότι δεν βρισκόταν εν ζωή: πώς γίνεται ένας άνθρωπος που αναπνέει δίπλα μας να περιβάλλεται με τέτοιο θαυμασμό και δέος; Η απάντηση είναι απλή αλλά, στην υπερπληροφόρηση της εποχής μας, η απλότητα συχνά περνά απαρατήρητη: ο Τζον Μάγιαλ, ένας λευκός που γεννήθηκε το 1933 έξω από το Μάντσεστερ και πρόλαβε τους βομβαρδισμούς του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, μεγάλωσε σε ένα όχι πολύχρωμο και ιδιαίτερα χαρούμενο περιβάλλον, εκτίμησε τα μπλουζ όταν αυτά ακόμα ήταν η ξεχασμένη «φολκλόρ μουσική των νέγρων».

Μπορεί σήμερα ο Τζο Μποναμάσα να κάνει παγκόσμιες περιοδείες, ο Μπαράκ Ομπάμα να τραγουδάει το «Sweet Home Chicago» και τα μπλουζ να έχουν εκατομμύρια ακροατές ανά τον κόσμο, αλλά όταν ο έφηβος Τζον Μάγιαλ άκουγε στο δωμάτιό του Μπλάιντ Λέμον Τζέφερσον, Μπλάιντ Μπλέικ, Μπλάιντ Μπόι Φούλερ, σχεδόν κανείς δεν θυμόταν αυτούς τους μπλουζίστες – και σίγουρα απολύτως κανείς στην πατρίδα τους, την Αμερική.

Χρειάστηκε όλη εκείνη η έκρηξη της βρετανικής rhythm and blues σκηνής τη δεκαετία του ’60 ώστε ονόματα όπως Τζον Λι Χούκερ, Μάντι Γουότερς, Οτις Ρας και Ελμορ Τζέιμς να διαπιστώσουν ότι υπήρχε κοινό γι’ αυτούς, όχι στην ήπειρο που ζούσαν, αλλά σε ένα ευρωπαϊκό νησί! Ο Τζον Μάγιαλ, μαζί με τον Αλέξις Κόρνερ, ήταν οι δύο πρωτοπόροι αυτού του κινήματος, καθώς ο δεύτερος έπεισε τον πρώτο να εγκατασταθεί στο Λονδίνο, να εμφανίζεται σταθερά στο κλαμπ Marquee και να ανακηρυχθεί σε Νονό της μπλουζ σκηνής, αφού φρόντιζε στο συγκρότημά του, τους Bluesbreakers, να παίζουν μόνον οι καλύτεροι των καλυτέρων. Θέλετε ονόματα; Ο Ερικ Κλάπτον εγκατέλειψε τους επιτυχημένους Yardbirds για να παίξει δίπλα του – όταν εκείνος παραιτήθηκε (αρχικά για να έρθει διακοπές στην… Ελλάδα και στη συνέχεια για λογαριασμό των Cream), τον αντικατέστησε ο Πίτερ Γκριν που, μαζί με τον Μικ Φλίτγουντ και τον Τζον Μακβί, που επίσης έπαιζαν στους Bluesbreakers, έφτιαξε, με τη σειρά του, τους Fleetwood Mac.

Τη θέση του πήρε ο 17χρονος τότε Μικ Τέιλορ, που αργότερα θα αποδεχόταν την πρόσκληση των Rolling Stones να γίνει μόνιμο μέλος τους. Ακόμα και ο ντράμερ Ονσλεϊ Ντάνμπαρ, που χρόνια μετά γνώρισε τεράστια επιτυχία ως μέλος των Whitesnake, είχε παρελάσει από τις τάξεις τους. Οπως είχε δηλώσει και ο Μικ Τέιλορ, «αν ήθελες να παίξεις rhythm and blues, δεν υπήρχε άλλη επιλογή: έπρεπε να το κάνεις στο πλευρό του Τζον Μάγιαλ!».

Μέσα σε λίγα χρόνια, όλα τα κλαμπ στη Βρετανία έπαιζαν μπλουζ, όλα τα ροκ συγκροτήματα άκουγαν μπλουζ και οι θρυλικοί Αφροαμερικανοί μπλουζίστες εμφανίζονταν ζωντανά μπροστά στα λευκά ευρωπαϊκά ακροατήρια – για ένα διάστημα εκεί στα ’60s, τα μπλουζ ήταν πιο δημοφιλή στο Λονδίνο από ό,τι στο Δέλτα του Μισισιπή!

Παρόλο που είχε αναδείξει μια ντουζίνα μουσικούς που για τις επόμενες δεκαετίες θα κυριαρχούσαν παγκοσμίως, ο Τζον Μάγιαλ εξακολουθούσε να υπηρετεί το συγκεκριμένο ιδίωμα, αφού, όπως ισχυριζόταν, «δεν ξέρω ούτως ή άλλως να παίζω κάτι διαφορετικό».

Συνέχισε λοιπόν να ηχογραφεί δίσκους, κατά κανόνα καλούς, μετακόμισε στην Αμερική, αγοράζοντας σπίτι στο περίφημο Laurel Canyon, που όμως καταστράφηκε ολοσχερώς σε πυρκαγιά το 1979, κάνοντας στάχτη το πλούσιο αρχείο του Μάγιαλ, ο οποίος παραδόξως τότε δήλωνε περισσότερο λυπημένος «επειδή χάθηκε η σπάνια συλλογή πορνογραφικού υλικού του πατέρα μου» και, απτόητος, ξεκίνησε και πάλι τις παγκόσμιες περιοδείες. Επαιξε μέχρι και στην κομμουνιστική Ουγγαρία το 1986, σε μια εποχή που σχεδόν κανένας δυτικός καλλιτέχνης δεν έπαιζε πίσω από το Σιδηρούν Παραπέτασμα, εμφανίστηκε και στη χώρα μας τρεις φορές (πρώτη το 1986 και τελευταία το 1998) και δεν σταμάτησε να διαδίδει τα μπλουζ με παλιό και νέο υλικό, συστήνοντας νέα ταλέντα αλλά και επικουρούμενος από βετεράνους που δεν έχαναν ευκαιρία να υποβάλουν τα σέβη τους σε έναν άνθρωπο που για εξήντα ολόκληρα χρόνια δεν σταμάτησε ποτέ να παίζει τη μοναδική μουσική που αγάπησε. Προβλήματα υγείας τον υποχρέωσαν να ανακοινώσει (στα 88 του!) ότι θα σταματούσε τις περιοδείες και το οριστικό τέλος ήρθε τρία χρόνια αργότερα στο σπίτι του στην αγαπημένη του Καλιφόρνια, μακριά από τον βροχερό αγγλικό καιρό και τον γκρίζο ουρανό του Μάντσεστερ.

Ο άνθρωπος που υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία στην Κορέα, ο αυτοδίδακτος μουσικός που δεν έμαθε ποτέ να διαβάζει νότες, ο πατέρας έξι, παππούς επτά και προπάππους τεσσάρων παιδιών, ο μέντορας δεκάδων μουσικών που ήταν τουλάχιστον μία δεκαετία μικρότεροί του, χωρίς καμία υπερβολή, εξασφάλισε στα μπλουζ τη θέση που τους αξίζουν στην ιστορία της μουσικής, αφού κανείς δεν μπορεί να φανταστεί σχήματα όπως οι Rolling Stones, οι Led Zeppelin, οι Them, οι Free ή ακόμα και οι «δικοί μας» Socrates (ο Γιάννης Σπάθας δεν έκρυψε πότε ότι «με το άλμπουμ “Blues Breakers” του Τζον Μάγιαλ με τον Ερικ Κλάπτον ακούσαμε κάτι που δεν έμοιαζε με τίποτε άλλο μέχρι τότε – ήταν ο δίσκος που έκανε κάθε κιθαρίστα να παραγγείλει καινούργιο ενισχυτή και να κάνει ασταμάτητες πρόβες») αν δεν είχε προηγηθεί ο Μάγιαλ και η πρωτόγνωρη αφοσίωσή του.

Τι είναι, τελικά, τα μπλουζ; Ο λόγος στον ίδιο: «Τα μπλουζ είχαν ανέκαθεν να κάνουν με αυτή την ωμή ειλικρίνεια με την οποία εκφράζονται οι εμπειρίες της ζωής, μέσω της μουσικής και των στίχων. Τα μπλουζ είναι αυτό που μας συνδέει με την αληθινή ζωή. Για να είμαι ειλικρινής, δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποιος που μπορεί με ακρίβεια να δώσει τον ορισμό. Ξέρω όμως ότι δεν μπορώ να σταματήσω να παίζω τα μπλουζ…».

Και, με όλο αυτό το υλικό που άφησε πίσω του, κατά κάποιο τρόπο, όντως δεν θα σταματήσει ποτέ.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT