Βαθιά χαραγμένη στον νου και στην καρδιά του οπερατικού κοινού θα μείνει η «Τραβιάτα» που ζήσαμε το περασμένο Σάββατο στο Ηρώδειο. Ο ενθουσιασμός, ιδίως για τη Ναντίν Σιέρα που ερμήνευσε αξέχαστα τον ρόλο της Βιολέτας, ήταν τέτοιος που το κοινό δεν άντεχε να περιμένει τις τελευταίες νότες της ορχήστρας για να ξεσπάσει σε ακράτητο χειροκρότημα, κραυγές και ουρλιαχτά επευφημιών που εγώ τουλάχιστον, δεν έχω ξανακούσει ποτέ σ’ αυτόν τον χώρο.
Η καθηλωτική Σιέρα απέδειξε τρανταχτά γιατί έχει ήδη αναδειχθεί στην κορυφή του επαγγέλματός της. H υπέροχη λυρική φωνή της παρέμεινε γλυκιά και «κρεμώδης» ακόμη και στις πιο στρατοσφαιρικές κολορατούρες που απαιτεί η καμπαλέτα, την οποία τραγούδησε με σπάνια δυναμική ποικιλία και μαγευτικά «πιανίσιμι».
Στη Δεύτερη Πράξη απέδειξε αβίαστα ότι διαθέτει και όλο τον απαραίτητο φωνητικό όγκο για τη σπαρακτική φράση της Βιολέτας «Ama mi Alfredo» (Αγάπα με Αλφρέντο), που αποτελεί τη δραματική κορύφωση της όπερας και απαιτεί ακραία αισθηματική ένταση. Στην Τρίτη Πράξη, η οποία φωνητικά ανήκει στον τενόρο, μέσα από την ψυχολογικά διεισδυτική σκηνοθεσία του Κωνσταντίνου Ρήγου, η Σιέρα αντέδρασε στην εξευτελιστική συμπεριφορά του Αλφρέντο πιο συγκινητικά απ’ ό,τι θυμάμαι να έχω δει ποτέ…
Στην τελευταία Πράξη (εκτός από την αρχική παρουσία μιας μπαλαρίνας που, όπως στην αρχή της όπερας, δεν είμαι σίγουρη τι ακριβώς αντιπροσώπευε) ήταν πειστικά εύθραυστη και συγκινητική, αν και σκηνοθετικά πιο υπερκινητική απ’ ό,τι φαντάζεται κανείς μια γυναίκα στα πρόθυρα του θανάτου. Η έξτρα ενέργεια πρέπει να ξεσπάσει μόνο με την είδηση της άφιξης και εμφάνισης του Αλφρέντο. Το μόνο ψεγάδι (για ν’ αποδείξω ότι δεν έχασα τα αντικειμενικά μου κριτήρια μέσα στον ενθουσιασμό) ήταν ότι δεν ακουγόταν επαρκώς όταν διάβαζε το γράμμα του πατέρα του Αλφρέντο που απαγγέλλεται πριν το τελευταίο ξέσπασμα «e tardi» (είναι αργά).
Ο Αλφρέντο του Ιταλοβρετανού Φρέντι ντε Τομάζο ήταν επίσης πολύ ικανοποιητικός και φωνητικά και δραματικά. Η φωνή του έχει ωραιότατο τίμπρο και είναι δυνατή και στεντόρεια –ίσως πλέον πιο πολύ απ’ ό,τι χρειάζεται αυτός ο ελαφρύς λυρικός ρόλος– και απέδωσε λαμπρά τη μουσική ιδίως της Τρίτης και της Τέταρτης Πράξης. Πολύ καλός ηθοποιός, ιδιαίτερα συγκλονιστικός στην εξαιρετικά σκηνοθετημένη σκηνή με τον μπαμπά του, Ζερμόν.
Ως μπαμπάς Ζερμόν, ο δικός μας Δημήτρης Πλατανιάς κι αυτός με φωνή πολύ ευρύτερη απ’ ό,τι απαιτεί ο ρόλος, τον οποίον απέδωσε πειστικότατα φωνητικά αλλά και δραματικά, πράγμα στο οποίο συνέβαλε πολύ η σκηνοθεσία του Ρήγου, βοηθώντας τον να εκφράσει τη σταδιακή αλλαγή στάσης του Ζερμόν όταν ανακαλύπτει τα πραγματικά αισθήματα της Βιολέτας για τον γιο του. Επίσης, στη σκηνή με τον τελευταίο, στην πάλη μεταξύ της μέριμνας για το μέλλον της κόρης του και της στοργής για τον γιο του με του οποίου τον πόνο συμπάσχει σταδιακά, αφού τον έχει προηγουμένως χαστουκίσει… Στην Τρίτη Πράξη, επιβλητικός όταν εισέβαλε στη φιέστα για να προλάβει την ανάδραση του γιου του, την οποία έχει σωστά προβλέψει.
Η εντυπωσιακή σκηνοθεσία και σκηνογραφία του Κωνσταντίνου Ρήγου, την οποία έβλεπα για πρώτη φορά, έκανε εξαιρετική χρήση του χώρου, με δύο τετράγωνα, αιωρούμενα δωμάτια στις δύο άκρες της σκηνής –οι ιδιωτικοί χώροι, αριστερά το δωμάτιο της Βιολέτας και δεξιά η ερωτική τους φωλιά στην εξοχή– και στο κέντρο οι δημόσιοι χώροι για τα πάρτι και την είσοδο του σπιτιού της Βιολέτας. Εντονη, εντυπωσιακά χορογραφημένη η παρουσία του μπαλέτου της ΕΛΣ με θαυμάσια κοστούμια της Ιωάννας Τσάμη – όχι μόνο για τους χορευτές αλλά και για την καθ’ όλα εξαιρετική χορωδία τού Αγαθάγγελου Γεωργακάτου και για τους τραγουδιστές, με πρωταγωνιστές τα υπέροχα φορέματα και το νεγκλιζέ της Βιολέτας.
Η ορχήστρα στα καλύτερά της υπό τον άσο γι’ αυτό το ρεπερτόριο Ιταλό μαέστρο Τζόρτζιο Μοράντι έστεψε επάξια αυτή τη μαγική, απολαυστική παράσταση.