Η σπάνια εμφάνιση του Κωνσταντίνου Καρύδη στην Αθήνα

Η σπάνια εμφάνιση του Κωνσταντίνου Καρύδη στην Αθήνα

Αρκετά ιδιαίτερη ήταν η συναυλία που πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα «Χρήστος Δ. Λαμπράκης» στις 20 Απριλίου. Σε μια από τις σπάνιες εμφανίσεις του στην Αθήνα, ο αρχιμουσικός Κωνσταντίνος Καρύδης διηύθυνε την Ορχήστρα Δωματίου της Ευρώπης σε ένα ιδιότυπο πρόγραμμα

2' 21" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αρκετά ιδιαίτερη ήταν η συναυλία που πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα «Χρήστος Δ. Λαμπράκης» στις 20 Απριλίου. Σε μια από τις σπάνιες εμφανίσεις του στην Αθήνα, ο αρχιμουσικός Κωνσταντίνος Καρύδης διηύθυνε την Ορχήστρα Δωματίου της Ευρώπης σε ένα ιδιότυπο πρόγραμμα. Καθένα από τα δύο μέρη της βραδιάς περιλάμβανε από ένα μείζον έργο του Μπετόβεν: στο πρώτο μισό κυριάρχησε το Τέταρτο Κοντσέρτο για πιάνο με σολίστ τον Καναδό Γιαν Λισέτσκι, ενώ στο δεύτερο μισό το κεντρικό έργο ήταν η Τέταρτη Συμφωνία του Γερμανού συνθέτη.

Των δύο αυτών συνθέσεων προτάχθηκαν έργα τα οποία στην πράξη λειτούργησαν ως «εισαγωγές». Στο πρώτο μισό ακούστηκε αρχικά το «Πρελούδιο στη μνήμη του Σοστακόβιτς», ένα έργο για δύο βιολιά του Αλφρεντ Σνίτκε. Ακολούθησαν, χωρίς παύση, πρώτα το «Αντάτζιο για ορχήστρα εγχόρδων» από την καντάτα «Πέρσες» του Περικλή Κούκου, ο οποίος υπήρξε δάσκαλος του Καρύδη και, στη συνέχεια, τα «Δύο κομμάτια για οκτέτο εγχόρδων» του Σοστακόβιτς, σε μεταγραφή του ίδιου του Καρύδη. Η μουσική περνούσε χωρίς ανάσα από το ένα έργο στο άλλο, μην επιτρέποντας στον ακροατή να εκτιμήσει καθένα από αυτά ξεχωριστά. Υποθέτει κανείς ότι πρόθεση του αρχιμουσικού ήταν από τις τρεις αυτές πολύ διαφορετικές συνθέσεις να δημιουργήσει ένα εισαγωγικό περιβάλλον, μια ατμόσφαιρα πριν από το έργο του Μπετόβεν. Αντιστοίχως, μετά το διάλειμμα ακούστηκε ένα από τα «Τρία σύντομα κομμάτια» του Τσαρλς Αϊβς, ο «Υμνος». Χωρίς ανάσα ακολούθησε η Τέταρτη Συμφωνία του Μπετόβεν. Ενδεχομένως άδικο για τον Αϊβς, ο οποίος υποβιβάστηκε σε εισαγωγή του Μπετόβεν, αλλά άδικο και για τον Μπετόβεν, του οποίου το έργο κρίθηκε ότι είχε ανάγκη εκτενέστερης εισαγωγής.

Καθένα από τα δύο μέρη της βραδιάς περιλάμβανε από ένα μείζον έργο του Μπετόβεν.

Στο πρώτο μέρος, μετά το Κοντσέρτο, ο αρχιμουσικός θέλησε να ελέγξει ακόμα και τον αυθορμητισμό του πιανίστα. Ετσι, αντί να του επιτραπεί κάποιο δικής του επιλογής σύντομο εκτός προγράμματος έργο, το πρόγραμμα προέβλεπε γι’ αυτόν το Τρίτο Πρελούδιο του Σοστακόβιτς, το οποίο λειτούργησε ως «ανκόρ». Στο δεύτερο μέρος, τη Συμφωνία ακολούθησαν οι «Πέντε ελληνικοί χοροί για ορχήστρα εγχόρδων» του Νίκου Σκαλκώτα.

Ολα αυτά θα μπορούσαν να λειτουργήσουν έως και αποτρεπτικά, εάν δεν υποστηρίζονταν από το ξεχωριστό ταλέντο του Κωνσταντίνου Καρύδη. Ιδιαίτερα στα πολυπαιγμένα έργα του Μπετόβεν, ο Ελληνας αρχιμουσικός έδωσε ξεχωριστή δύναμη και ορμή μέσα από σβέλτες και καλά υπολογισμένες ταχύτητες, οι οποίες αναδείκνυαν το πάθος της μουσικής. Η προσοχή σε διάφορες λεπτομέρειες εμπλούτιζε τη διαμόρφωση των φράσεων και ανανέωνε το ενδιαφέρον για τη γνώριμη μουσική. Οι πολύ καλές συνεισφορές των ξύλινων πνευστών ολοκλήρωσαν τη θετική εικόνα.

Νευρώδης και έντονα δραματικός υπήρξε ο Λισέτσκι στο Κοντσέρτο. Βοήθησε και η υποδειγματική δεξιοτεχνία του, η οποία διασφάλιζε την καθαρότητα ακόμα και στα εδάφια με την πιο πυκνή γραφή. Ευχάριστη ήταν, τέλος, η προσεγμένη απόδοση των «Χορών» του Σκαλκώτα, όπως ευχάριστο είναι ότι ο αρχιμουσικός παρουσίασε δύο ελληνικά έργα στο πρόγραμμά του, δηλώνοντας την ταυτότητά του και υποστηρίζοντας επί ίσοις όροις την ελληνική μουσική. Δεν συμβαίνει συχνά.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT