Όταν φεύγει από τη ζωή κάποιος μεγάλος του σινεμά συνήθως απαριθμούμε βραβεία και διακρίσεις. Εμβληματικούς χαρακτήρες –αν ήταν ηθοποιός–, που δίχως εκείνον δεν θα είχαν χτιστεί ποτέ. Στην πραγματικότητα, ο Αλέν Ντελόν, ο οποίος πέρασε οριστικά στην αιωνιότητα το περασμένο Σάββατο 18 Αυγούστου στα 88 του χρόνια, δεν εμπίπτει στη συγκεκριμένη κατηγορία αλλά σε μια άλλη, πιο «αποκλειστική»: ήταν ίσως ο ωραιότερος άνδρας που έχει εμφανιστεί ποτέ μπροστά από την κινηματογραφική κάμερα. Αυτή η απίθανη, σχεδόν εξώκοσμη ομορφιά, σαν ευχή και κατάρα, τον βοήθησε προφανώς να αναδειχθεί στο απόλυτο ανδρικό σύμβολο αισθησιασμού κατά τις δεκαετίες του 1960 και του 1970, με το όνομά του να γίνεται κυριολεκτικά παροιμιώδες· από την άλλη, μοιραία τον περιέβαλλε με μια μόνιμη αποστασιοποίηση, η οποία όσο περνούσαν τα χρόνια γινόταν όλο και πιο έντονη.
«Δεν φοβάμαι τον θάνατο. Εζησα και αγάπησα πολύ. Εχω δει τα πάντα και έχω βιώσει τα πάντα. Eτσι κι αλλιώς, δεν μου αρέσει πια αυτός ο κόσμος. Oλα είναι ψεύτικα και χωρίς νόημα. Ο κόσμος ενδιαφέρεται μόνο για ανόητα πράγματα, όπως η εξωτερική εμφάνιση και τα χρήματα. Οπότε ο θάνατος θα είναι για μένα μια ανακούφιση. Οταν πεθάνω, θα πεθάνω γεμάτος από τη ζωή που έζησα», είχε δηλώσει ο ίδιος. Κι αλήθεια την έζησε. Γυναίκες, σινεμά, αποθέωση και καταδίκη, αμφιλεγόμενες επιλογές και μια σταθερή, σχεδόν απαιτητική αναζήτηση της αγάπης. «Θέλω να με αγαπούν, όπως εγώ αγαπώ τον εαυτό μου».
Ο κινηματογράφος θα τον ανακαλύψει στα τέλη της δεκαετίας του 1950, με τον πρώτο του σημαντικό ρόλο στο «Quand la femme s’en mele» του Ιβ Αλεγκρέτ. Ο μύθος ωστόσο θα αρχίσει να χτίζεται λίγο αργότερα, το 1960, με το «Γυμνοί στον ήλιο», εκεί όπου ο Ντελόν έβαλε τη «μάσκα» του Τομ Ρίπλεϊ, μεταφέροντας στην οθόνη τον διάσημο χαρακτήρα της Πατρίσια Χάισμιθ. Η τελευταία τον λάτρευε, ίσως γιατί κάτι παρόμοιο είχε στο μυαλό της όταν έπλαθε τον ακαταμάχητα γοητευτικό και επικίνδυνα απαθή, σαν αρπακτικό, ήρωά της. Την ίδια χρονιά και δεύτερος ρόλος-σταθμός: υποδύεται τον ομώνυμο χαρακτήρα στο αριστούργημα «Ο Ρόκο και τα αδέλφια του» του Λουκίνο Βισκόντι – εδώ ο Ντελόν είναι συγκινητικός ως ανιδιοτελής αδελφός που θυσιάζεται για τους αγαπημένους του και καταλήγει να στραπατσάρει το υπέροχο πρόσωπό του στο ρινγκ της πυγμαχίας.
Ηταν ίσως ο ωραιότερος άνδρας που έχει εμφανιστεί ποτέ μπροστά από την κινηματογραφική κάμερα.
Με τον Βισκόντι συνεργάστηκαν ξανά το 1963 στον επικό «Γατόπαρδο», όπου ο Ντελόν υποδύθηκε τον Τανκρέντι, κληρονόμο του πρίγκιπα Ντι Σαλίνα του Μπαρτ Λάνκαστερ. Γενικώς την περίοδο όπου στο Παρίσι και στη Γαλλία ευρύτερα συντελείται η κινηματογραφική κοσμογονία της νουβέλ βαγκ, εκείνος γυρίζει με τους Ιταλούς μοντερνιστές –καταραμένος εραστής και στην «Εκλειψη» του Μικελάντζελο Αντονιόνι– ή γίνεται είδωλο του γαλλικού νουάρ, κυρίως με τις ταινίες του Ζαν-Πιερ Μελβίλ όπως ο θρυλικός «Σαμουράι» – η ομολογουμένως εύγλωττη ελληνική του μετάφραση ως «Ο δολοφόνος με το αγγελικό πρόσωπο» περικλείει σίγουρα και μια διάσταση της ντελονικής κινηματογραφικής περσόνας.
Ενα από τα χαρακτηριστικά του ήταν πως έμοιαζε να μεταφέρει στην οθόνη ένα μεγάλο μέρος του ίδιου του εαυτού του.
Ισως, βέβαια, είναι λίγο άδικο να μιλάμε για «περσόνα». Ενα από τα χαρακτηριστικά του ηθοποιού Αλέν Ντελόν ήταν πως έμοιαζε να μεταφέρει στην οθόνη ένα μεγάλο μέρος του ίδιου του εαυτού του. Τι να πει κανείς για την «Πισίνα» του Ζακ Ντερέ; Σε αυτή την απόλυτη έκφραση ομορφιάς της Εβδομης Τέχνης, ο Ντελόν συναντά την (πρώην σύντροφό του) Ρόμι Σνάιντερ, τον Μορίς Ρονέ και τη νεαρή Τζέιν Μπίρκιν με φόντο μια πολυτελή βίλα στη Γαλλική Ριβιέρα. Η ερωτική ένταση, ο αισθησιασμός, αλλά και η σκοτεινιά που γεννιέται (ειρωνικά) κάτω από τον εκτυφλωτικό ήλιο καθρεφτίζονται στη βαθυγάλαζη ματιά του Ντελόν, καθώς ο ήρωάς του παρασύρεται όλο και περισσότερο από τη σαρκική επιθυμία.
Οι όμορφες γυναίκες ήταν, φυσικά, στο πλευρό του Αλέν Ντελόν και στην πραγματική ζωή, αποτελώντας υλικό ατελείωτων δημοσιευμάτων και κυνηγητών με τους παπαράτσι. Το ίδιο και οι αμφιλεγόμενες τοποθετήσεις, από τη στήριξη στον Ζαν-Μαρί Λεπέν μέχρι τις πιο πρόσφατες ρατσιστικές, ομοφοβικές, σεξιστικές δηλώσεις. Εκείνα που απουσίαζαν, αντιθέτως, ήταν τα μεγάλα βραβεία, τα οποία του απονεμήθηκαν τελικά σε Κάννες και Βερολίνο ως τιμητικά για το σύνολο της καριέρας του. Από την άλλη, ο Αλέν Ντελόν δύσκολα μπορεί να χαρακτηριστεί καλός ή μέτριος ηθοποιός-άνθρωπος. Ηταν απλώς μαγνητικός.
ΝΑΝΑ ΜΟΥΣΧΟΥΡΗ
Ερμηνεύτρια
Πίστευε πολύ σε αυτό που έκανε
Στις αρχές της δεκαετίας του 1960, ο κόσμος στην Ελλάδα μιλούσε για τον Αλέν Ντελόν που είχε παίξει στο «Ο Ρόκο και τα αδέλφια του» μαζί με την Κατίνα Παξινού. Είχε έρθει κιόλας στη χώρα μας για μια άλλη ταινία που γύριζαν με τον Μπελμοντό. Εγώ, ωστόσο, τον γνώρισα λίγο καιρό αργότερα στην Ελβετία, μια βραδιά που τραγουδούσα σε ένα κέντρο. Αφού τελείωσε η παράσταση ζήτησε να με δει, γνωριστήκαμε και καθίσαμε με φίλους για ένα ποτό.
Επειτα, στο Παρίσι, τον γνώρισα ακόμη καλύτερα, ήμασταν σε κοινές παρέες με τον Μισέλ Πικολί και τον Μπελμοντό. Μου ήταν εξαιρετικά συμπαθής και τον θεωρούσα φίλο μου, παρόλο που δεν βλεπόμασταν πολύ συχνά. Θυμάμαι ότι συνήθιζε να με πειράζει για την ηλικία μου, γιατί είμαι ένα χρόνο μεγαλύτερη από εκείνον.
Οι καλλιτέχνες έχουν έναν ιδιαίτερο κώδικα επικοινωνίας μεταξύ τους, ανταλλάσσουν τις αγωνίες, τις ελπίδες τους. Αρκετά χρόνια αργότερα, κάναμε μαζί και μια μουσική συνεργασία σε ένα παλιό γαλλικό τραγούδι. Εκείνος είχε τότε τραγουδήσει με τη Δαλιδά και του ζήτησα να κάνουμε ένα ανάλογο ντουέτο· φάνηκε έκπληκτος, όμως δέχτηκε αμέσως.
Προσωπικά τον θαύμαζα πολύ και ως καλλιτέχνη. Γύρισε από την Ινδοκίνα και τον ανακάλυψαν κυριολεκτικά στον δρόμο, τον είδαν και είπαν «με αυτό το πρόσωπο πρέπει να γίνεις ηθοποιός». Και πώς θα μπορούσαν να πουν κάτι άλλο; Φυσικά, τελειότητα δεν υπάρχει, όμως δούλευε σκληρά και, κυρίως, πίστευε πολύ σε αυτό που έκανε και έτσι έπειθε και το κοινό. Επαιζε σαν να παίζει τον εαυτό του και κατάφερνε να ταυτιστεί με τον ρόλο. Αυτό είναι μεγάλο προσόν για έναν καλλιτέχνη. Εγώ είχα τη χαρά να μεγαλώσω μέσα στον κινηματογράφο, παρόλο που δεν έπαιξα η ίδια. Οι ηθοποιοί ήταν πάντα σύμβολα για εμένα. Τώρα πια έχουν «φύγει» ο Πικολί, ο Μπελμοντό και ο Ντελόν, άνθρωποι που με τράβηξαν σε αυτό τον χώρο. Είναι βαριές οι απώλειες, αλλά η αγάπη που πήραν και έδωσαν όλοι αυτοί –σίγουρα και ο Ντελόν– μένει.
ΚΩΣΤΑΣ ΓΑΒΡΑΣ
Σκηνοθέτης
Ήταν σαν πρίγκιπας του σινεμά
Θυμάμαι πώς γνωριστήκαμε με τον Αλέν Ντελόν. Είχα γράψει το σενάριο για την ταινία «Mr. Klein» έχοντας στο μυαλό μου τον Μπελμοντό ως πρωταγωνιστή, αλλά η ταινία δεν προχώρησε. Ερχεται λοιπόν ο Ντελόν και αγοράζει τα δικαιώματα της ταινίας για να την κάνει ο ίδιος και μου έδινε πλήρη ελευθερία να αλλάξω όπως θέλω το σενάριο. Του απάντησα, όμως, ότι δεν θα μπορούσα να προχωρήσω, θα ήταν άδικο για τον Μπελμοντό. Κάπως έτσι γνωριστήκαμε. Δεν συνεργαστήκαμε τότε, αλλά διατηρήσαμε καλή σχέση. Ηταν απίθανος ηθοποιός, αυτοδίδακτος, είχε μεγάλο ταλέντο. Επαιζε όλους τους ρόλους με τον εαυτό του. Δεν έκανε αυτό που συνηθίζουν άλλοι ηθοποιοί, να μπαίνουν σε ένα λαβύρινθο πνευματικό και ψυχικό για να ψάξουν τον ρόλο τους.
Ο Ντελόν συνήθιζε να λέει ότι μπαίνει στον δικό του λαβύρινθο. Επίσης έπαιζε θετικούς και αρνητικούς ρόλους, και τον καλό και τον κακό στις ταινίες. Δεν έκανε μόνο θετικούς ρόλους, όπως κάνουν ορισμένοι ηθοποιοί όταν φτάσουν σε ένα επίπεδο. Και νομίζω ότι αυτό άρεσε στο κοινό. Τον ενδιέφεραν οι ρόλοι, δεν το έκανε μόνο για την καριέρα του.
Προερχόταν από μια χαμηλή κοινωνικά οικογένεια, αλλά κατέφερε να εξελιχθεί μέσα από το σινεμά. Δεν τα κατάφεραν το ίδιο άλλοι της γενιάς του που ξεκίνησαν με τον ίδιο τρόπο. Εκείνος ήταν πασίγνωστος πέρα από τη Γαλλία και την Ευρώπη. Εγινε κάτι σαν πρίγκιπας στο σινεμά, είχε και έναν τέτοιο χαρακτήρα, τον βοηθούσε και η εξωτερική του εμφάνιση.
Συζητήσαμε πολλές φορές μήπως κάνουμε μια ταινία μαζί, αλλά δεν έβρισκα μια ιδέα, μια ιστορία, που να ταίριαζε σε εκείνον. Εκανε πολλές καλές ταινίες, αλλά εγώ ξεχωρίζω το φιλμ «Ο Ρόκο και τα αδέλφια του», του Βισκόντι. Εκεί ανακαλύψαμε τότε έναν καινούργιο, εκρηκτικό ηθοποιό που δεν έμοιαζε με τους άλλους.