Η «Πηνελόπη» του Γκαμπριέλ Φορέ για πρώτη φορά στην Ελλάδα

Η «Πηνελόπη» του Γκαμπριέλ Φορέ για πρώτη φορά στην Ελλάδα

Σε πανελλήνια πρώτη παρουσιάστηκε η όπερα «Πηνελόπη» του Γκαμπριέλ Φορέ στις 23 Μαΐου στο θέατρο Ολύμπια από τον ΟΠΑΝΔΑ σε συνεργασία με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών

2' 18" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σε πανελλήνια πρώτη παρουσιάστηκε η όπερα «Πηνελόπη» του Γκαμπριέλ Φορέ στις 23 Μαΐου στο θέατρο Ολύμπια από τον ΟΠΑΝΔΑ σε συνεργασία με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών. Το έργο δόθηκε σε συναυλιακή μορφή για μία και μόνη βραδιά. Τους μονωδούς, την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών και τη Χορωδία του Δήμου Αθηναίων (σε διδασκαλία του Σταύρου Μπερή) διηύθυνε ο Γάλλος αρχιμουσικός Πιερ Ντιμουσό.

Η «Πηνελόπη» πρωτοπαρουσιάστηκε στο Μόντε Κάρλο το 1913, αλλά έγινε κυρίως γνωστή μετά την παρουσίασή της στο Παρίσι λίγους μήνες αργότερα. Ενας από τους λόγους για τους οποίους το έργο παρουσιάζεται μάλλον σπάνια είναι η πολύ περιορισμένη σκηνική του δράση. Το ποιητικό κείμενο του Ρενέ Φοσουά ασχολείται κυρίως –και εκτενώς– με τα συναισθήματα της Πηνελόπης που ασφυκτιά στο περιβάλλον των μνηστήρων, καθώς αναμένει τον Οδυσσέα. Στη φωνητική γραφή κυριαρχεί η εκτενής μελοποιημένη απαγγελία του ποιητικού κειμένου, ενώ η ορχήστρα αναλαμβάνει να αποδώσει τις διαθέσεις, τα περιγραφόμενα συναισθήματα και την έντασή τους.

Η τεχνική των εξαγγελτικών θεμάτων, όπως τη συναντά κανείς στα μουσικά δράματα του Βάγκνερ, αξιοποιείται απολύτως από τον Φορέ, ενώ η σκιά της «Ηλέκτρας» του Ρίχαρντ Στράους (1909), που είχε δει το φως λίγα χρόνια νωρίτερα, πλανάται πάνω από τις σκηνές με τις δούλες, όσο και πάνω από αυτήν της αναγνώρισης του Οδυσσέα από την Ευρύκλεια. Ωστόσο, η μουσική διατηρεί τη δική της διακριτή ταυτότητα και ξεχωρίζει για τον αισθησιασμό και τις λεπταίσθητες αποχρώσεις της ενορχήστρωσης.

Ο Γάλλος αρχιμουσικός Πιερ Ντιμουσό ανέδειξε τη γοητεία της γραφής και έδωσε ρυθμό στην παραγωγή.

Τα παραπάνω καθιστούν τον ρόλο της ορχήστρας κεντρικό και ιδιαίτερα απαιτητικό. Εμπειρος και ικανός, ο Ντιμουσό ανέδειξε τη γοητεία της γραφής και έδωσε θεατρικό ρυθμό στην παραγωγή. Η γνωστή ανηλεής ακουστική του Ολύμπια, πάντως, εξέθεσε αρκετές φορές τα έγχορδα της Κρατικής, τόσο στην εισαγωγή της όπερας όσο και σε άλλα ορχηστρικά μέρη. Αντίθετα, στις σολιστικές συνεισφορές τους όσο και ως σύνολο καλά ήταν τα πνευστά της ορχήστρας, ξύλινα και χάλκινα.

Από την πολυπληθή διανομή ξεχώρισε για την εύηχη, ισχυρή και άνετη φωνή του ο ανερχόμενος τενόρος Ζιλιέν Ανρίκ στον ρόλο του Οδυσσέα. Ερμηνευτικά υπήρξε λιγότερο ενδιαφέρων, ίσως επειδή και ο συγκεκριμένος ρόλος προσφέρει λιγότερες ευκαιρίες για ένα πειστικό πορτρέτο. Ως Πηνελόπη η υψίφωνος Κατρίν Ινόλντ ήταν φωνητικά και εκφραστικά αποτελεσματική. Παρά την πλούσια ενορχήστρωση, η γεμάτη και δυνατή φωνή της δεν αντιμετώπιζε δυσκολίες ακόμη και στις κλιμακώσεις της μουσικής. Επιπλέον, η φωνή της διέθετε πλήθος ευαίσθητων αποχρώσεων, με συνέπεια να πείθει εξίσου στις χαμηλόφωνες, ονειρικές σελίδες του ρόλου.

Το πρωταγωνιστικό ζευγάρι πλαισιώθηκε άξια από την εξαιρετική μεσόφωνο Αναΐκ Μορέλ, έντονα δραματική στον ρόλο της Ευρύκλειας, όπως επίσης τον βαρύτονο Ζερόμ Μπουτιγιέ, εκφραστικό ως Εύμαιο, όπως και ως Ευρύμαχο. Τους ρόλους των υπόλοιπων μνηστήρων ερμήνευσαν οι Βασίλης Καβάγιας, Γιάννης Φίλιας, Γιάννης Σελητσανιώτης και Αντώνης Κορδοπάτης, ενώ τις δούλες απέδωσαν οι Χρυσάνθη Σπιτάδη, Ελενα Μαραγκού, Μαριλένα Στριφτόμπολα, Διαμάντη Κριτσωτάκη και Αννυ Φασέα.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT