Από τους Spectrum στη γενιά του TikTok

Πενήντα χρόνια τεχνολογικός πολιτισμός: οι πρώτοι υπολογιστές, ο στρατός των «ατάκτων», η μαγεία του αλγορίθμου

9' 42" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Θα έπρεπε κάποιος να ψάξει πολύ τo 1974 για να βρει οικιακό υπολογιστή στην Ελλάδα. Μέσα σε δέκα χρόνια, ωστόσο, όταν δεκάχρονα παιδιά μπορούσαν να έχουν στο δωμάτιό τους έναν Spectrum, έναν Commodore ή έναν Amstrad, συνέβη μια μικρή κοσμογονία.

Η γενιά Χ ήταν η πρώτη που γαλουχήθηκε και μυήθηκε από τόσο νωρίς στον κόσμο των υπολογιστών με το περιοδικό Pixel, με τη γλώσσα Basic και με τις βόλτες στην οδό Στουρνάρη. Οι πολλοί ήρθαν αργότερα, τη δεκαετία του ’90, όταν έγινε εφικτή η σύνδεση στο Διαδίκτυο.

Ως το 2000 είχε ήδη δημιουργηθεί μια κρίσιμη μάζα και όσοι δεν χρησιμοποιούσαν υπολογιστή στην εργασία τους άρχισαν να μειοψηφούν. Αναπόφευκτα, η χρήση του Διαδικτύου γνώρισε και στην Ελλάδα εκθετική αύξηση.

Αγαπημένο μου e-μερολόγιο…

Το 2003 ήταν μια χρονιά-σταθμός στην ιστορία του Διαδικτύου. Ο αμερικανικός τεχνολογικός κολοσσός Google εξαγόρασε μια μικρή πλατφόρμα διαδικτυακής αυτοδημοσίευσης που ονομαζόταν Blogger και την ίδια χρονιά ένας άσημος νεαρός ονόματι Ματ Μιούελινκ δημιούργησε μια δική του ανταγωνιστική πλατφόρμα, τη WordPress.

Στις πλατφόρμες αυτές μπορούσε οποιοσδήποτε να φτιάξει εύκολα και δωρεάν μια δική του ιστοσελίδα, ή αλλιώς ένα μπλογκ –λέξη που προέκυψε από τη σύντμηση των λέξεων web (δίκτυο) και log (ημερολόγιο)– και να δημοσιεύει κείμενα και φωτογραφίες. Αυτή ήταν η ιδρυτική στιγμή των μαζικών σόσιαλ μίντια.

Το 2003, στις ΗΠΑ τα δημόσια διαδικτυακά ημερολόγια άρχισαν να αναπτύσσονται με ρυθμό εκατοντάδας, και στην Ελλάδα με ρυθμό δεκάδας. Ενα χρόνο μετά, στην ημεδαπή υπήρχαν περίπου 400 με 500 ελληνόφωνα μπλογκ και έως το 2008 θα αριθμούσαν μερικές χιλιάδες. Οι πρώτοι μπλόγκερ αποτέλεσαν ουσιαστικά την κρίσιμη μάζα για την περαιτέρω εξάπλωση του Διαδικτύου στη χώρα.

Στις δύο δεκαετίες που έχουν μεσολαβήσει από τότε, δεν έχει σημειωθεί μόνο μια τρομακτική ποσοτική έκρηξη στους αριθμούς των χρηστών, αλλά και μια σειρά ποιοτικών μεταβολών, που μετασχημάτισαν βαθιά τη διαδικτυακή δημόσια σφαίρα.

Εως το 1995, που ξεκίνησε να εμπορευματοποιείται ο παγκόσμιος ιστός και να επεκτείνεται το Ιντερνετ, η δημοσίευση ήταν μια περίπλοκη και ακριβή υπόθεση. Ουσιαστικά, θα έπρεπε κάποιος να αποκτήσει πρόσβαση σε μια τυπογραφική μηχανή και να επωμιστεί τα έξοδα εκτύπωσης και διακίνησης ενός εντύπου.

Η επανάσταση της τυπογραφίας, η οποία ξεκίνησε το 1455 με τον Γιοχάνες Γκούτενμπεργκ, ολοκληρώθηκε το 1990 με τον Τιμ-Μπέρνερς Λι, τον εφευρέτη του world wide web. Στον Τύπο, στην τηλεόραση και στο ραδιόφωνο, ήρθαν να προστεθούν τα νέα διαδικτυακά μέσα, τα οποία μπορούσαν να ενσωματώνουν όλες τις αρετές αλλά και τα προβλήματα των υπολοίπων.

Τα μπλογκ έφεραν έναν αέρα ανανέωσης στις κατεστημένες δομές των μίντια. Η τάση ονομάστηκε Web 2.0. Οι αναρτήσεις των νέων φωνών, με την έλλειψη επιτήδευσης, φίλτρων και διαμεσολαβήσεων, άρχισαν να αποκτούν δημοφιλία.

Μοιραία, η δυνατότητα της ανωνυμίας ενδυνάμωσε τον λόγο τους, αλλά ταυτόχρονα τους έδωσε και κίνητρο να εκτροχιαστούν. Στα μπλογκ αναρτήθηκαν δημοσιεύματα που έφτασαν να απασχολήσουν τη Δικαιοσύνη αρκετές φορές. Οι μπλόγκερ έγιναν γρήγορα αντιληπτοί απ’ τα παραδοσιακά Μέσα, τα οποία διψούν για το νέο. Το 2006, το πρόσωπο της χρονιάς για το περιοδικό Time ήταν ο «καθένας», δηλαδή ο μπλόγκερ.

Δίνοντας στον καθένα τη δυνατότητα να απευθυνθεί στο παγκόσμιο κοινό, τα μπλογκ έγιναν ένα λαϊκό ιδιωτικό στούντιο. Καθένας απέκτησε το δικό του δωμάτιο, ακολουθώντας τα χνάρια που άφησε πίσω της με το ομώνυμο δοκίμιό της η Βιρτζίνια Γουλφ. Η έννοια του prosumer (producer και consumer, παραγωγός και καταναλωτής) συνόψισε τη διττή όψη της ταυτότητας αυτού του νέου ανθρωπολογικού τύπου, που αποκηρύσσει την παθητικότητα του θεατή και ενστερνίζεται τον δυναμισμό του πολίτη.

Ενα σεβαστό μέρος των Ελλήνων μπλόγκερ ανέλαβε στήλες σε παραδοσιακά Μέσα, έκανε εμφανίσεις σε ραδιόφωνα και τηλεοράσεις, κι ενσωματώθηκε στον δημόσιο χώρο ως ένα είδος «εξωτικού φρούτου».

Σε τουλάχιστον δύο περιπτώσεις καταγράφηκαν και κάποια ψήγματα συλλογικότητας, τα οποία αποκάλυψαν μια ενοποιητική διάσταση των νέων Μέσων. Κορύφωση του φαινομένου θεωρήθηκαν τα γεγονότα της Αραβικής Ανοιξης το 2010. Ωστόσο, η χρονιά-ορόσημο της συλλογικής δράσης των Ελλήνων μπλόγκερ ήταν το 2007.

Ο θάνατος μιας νέας γυναίκας, της Αμαλίας Καλυβίνου, η οποία είχε εκθέσει στο μπλογκ της τη διαφθορά στον ιατρικό κλάδο, και οι φωτιές στην Ηλεία ξεσήκωσαν ένα σημαντικό κύμα οργής και αγανάκτησης, το οποίο πήρε τη μορφή ειρηνικών διαδηλώσεων στο Σύνταγμα.

Ενα από τα κύρια χαρακτηριστικά των μπλογκ ήταν η διαδραστικότητα. Ο αναγνώστης μπορούσε να σχολιάσει τις αναρτήσεις και να μπει σε διάλογο όχι μόνο με τον συγγραφέα, αλλά και με άλλους αναγνώστες. Ακριβώς εδώ μπήκε ο σπόρος για την επόμενη φάση των σόσιαλ μίντια.

Οι πρώτοι μπλόγκερ που απέκτησαν κινητό με κάμερα, συνήθως Nokia, και αργότερα Eriksson, ανέβαζαν φωτογραφίες και βίντεο στο Flickr. Το iPhone, ωστόσο, έβαλε τις πλατφόρμες στις τσέπες των χρηστών.

Το 2003 εμφανίστηκε το Myspace, το 2004 το Facebook, το 2005 δημιουργήθηκε το YouTube και το 2006 το Twitter. Καμία απ’ αυτές τις πλατφόρμες δεν θα είχε την τύχη που έχουν έως σήμερα, με εξαίρεση το Myspace που έσβησε πρόωρα, αν το 2007 δεν εμφανιζόταν το iPhone της Apple. Οι πρώτοι μπλόγκερ που απέκτησαν κινητό με κάμερα, συνήθως της Nokia, και αργότερα της Eriksson, ανέβαζαν σε νεοπαγείς πλατφόρμες όπως το FlickR τις φωτογραφίες και τα βίντεό τους.

Το νέο, ισχυρό, τηλέφωνο, ωστόσο, έβαλε τις πλατφόρμες της δικτύωσης μέσα στις τσέπες των χρηστών και ουσιαστικά εγκαινιάστηκε με αυτόν τον τρόπο η τρίτη εποχή του Διαδικτύου, αποκορύφωμα της οποίας είναι τα μέσα που μεσουρανούν απ’ το 2010 και μετά. Τα σόσιαλ μίντια, βέβαια, δεν θα είχαν εξελιχθεί αν δεν αυξάνονταν οι ταχύτητες του Ιντερνετ. Τα πρώτα iPhone έτρεχαν με ταχύτητες 3G και, 17 χρόνια μετά, η ενδέκατη έκδοσή τους τρέχει με 5G.

Αν τα μπλογκ ήταν η πλατεία του χωριού, το Facebook είναι η μεγαλύτερη αρένα όλων των εποχών. Οι χρήστες αρχίζουν να συρρέουν κατά χιλιάδες. Η εποχή των νέων Μέσων έχει ξεκινήσει

Το μπλόγκινγκ έδωσε σταδιακά τη θέση του στο μικρο-μπλόγκινγκ και τελικά έσβησε περίπου στις αρχές του 2010. Το Facebook πετυχαίνει το network effect, αυξάνοντας κατά εκατομμύρια τη βάση των χρηστών του, περίπου εκείνη την εποχή. Αν τα μπλογκ ήταν η πλατεία του χωριού, το Facebook είναι η μεγαλύτερη αρένα όλων των εποχών.

Το 2010, τα μπλογκ με τα εξομολογητικά τους κείμενα αποτελούν πια παρελθόν. Οι χρήστες έχουν μεταναστεύσει μαζικά στο Facebook. Ξαφνικά αρχίζουν να συρρέουν κατά χιλιάδες οι πάντες, ακόμη και άνθρωποι με περιστασιακή έως μηδαμινή σχέση με το Διαδίκτυο. Η εποχή των νέων μέσων έχει ξεκινήσει.

Στον αστερισμό των «likes»

Το Facebook παίρνει τη μορφή του ενισχυτή των κοινωνικών παθογενειών. Προσελκύει ταλέντα, απατεώνες, δίνει φωνή στους άφωνους, πριμοδοτεί τον ναρκισσισμό, επενδύει στην εξαγρίωση. Ενίοτε γίνεται ο εύκολος στόχος. Οταν κάποιος αδυνατεί να εξηγήσει την περιπλοκότητα των φαινομένων, κατηγορεί τα σόσιαλ μίντια και ησυχάζει.

Εν μέρει, η τοξική φύση του Μέσου δικαιολογεί τις ανησυχίες. Σκάνδαλα ξεσπούν κάθε λίγο. Ανθρωποι αναλαμβάνουν αξιώματα και καθαιρούνται αμέσως, όταν κάποιος ξεσκονίζει το προφίλ τους στο Facebook, ανακαλύπτοντας κάτι ανάρμοστο για το νέο συγκείμενο. Το Facebook γίνεται πλατφόρμα ανάδειξης προσωπικοτήτων. Προβάλλονται κυρίως όσοι μιλούν εντονότερα. Τα έντονα συναισθήματα φέρουν μεγαλύτερη ικανότητα «virality».

Η ιοβόλος μετάδοση της πληροφορίας γίνεται το ιερό Γκράαλ της ψηφιακής εποχής. Το 2010, δείγμα της βαρύτητας ενός προσώπου είναι ο αριθμός των φίλων του στο Facebook. Οι διασημότητες φτάνουν και ξεπερνούν το όριο των 5.000.

Το Facebook επιβεβαιώνει την οπτική του φιλοσόφου Ζαν Μποντριγιάρ περί ριζικής διαφάνειας. Οι χρήστες στρέφουν τον φακό του τηλεφώνου προς τους εαυτούς τους και επιδεικνύουν την αντανάκλασή τους.

Ο πολιτισμός της σέλφι, το πανηγύρι του ματαιόδοξου αντικατοπτρισμού, το αέναο χάιδεμα ή, αλλιώς, σκρολάρισμα της οθόνης, συνιστούν μια νέα αισθητική συνθήκη. Η οικειοθελής έκθεση ιδιωτικών στιγμών προς άγρα likes τείνει να γίνει ένας νέος κανόνας της σύγχρονης διαβίωσης. Το FOMO (Fear of Missing Out), ο φόβος ότι κάτι χάνεις όσο είσαι οφλάιν, αναδεικνύεται σε νέα αστική νεύρωση.

Το 2016, το Facebook, και ο Ζούκερμπεργκ προσωπικά, καταλαβαίνει ότι το μέλλον είναι η τεχνητή νοημοσύνη και θέτει σε λειτουργία την αλγοριθμική διαχείριση της πλατφόρμας. Πλέον, καθένας εισέρχεται στη δική του φούσκα (filter bubble).

Το δωμάτιο που κερδίσαμε με τα μπλογκ έγινε echo chamber (δωμάτιο αντήχησης). Το Brexit και η εκλογή του Τραμπ την ίδια χρονιά αποδεικνύουν ότι ο αλγόριθμος είναι ισχυρός, και στα χέρια όσων έχουν πόρους και γνώση μπορεί να γίνει όπλο.

Την ίδια στιγμή, ένα σημαντικό ποσοστό χρηστών διατηρεί τον λογαριασμό του στα σόσιαλ μίντια μόνο και μόνο για να παρακολουθεί τους άλλους. Τα νέα Μέσα αποτελούν τον ιδανικό χώρο συνάντησης επιδειξιομανών και ηδονοβλεπτών.

Αυτός είναι ο λόγος που μια άλλη πλατφόρμα αυτοδημοσίευσης, το Instagram, που έχει αποκλειστικό προσανατολισμό την εικόνα, εξαγοράζεται το 2016 από το Facebook. Η μηχανή έχει πάρει μπροστά και εξάγει τεράστια κέρδη από το διαφημιστικό μοντέλο του. Ο διαδικτυακός κόσμος του 2020 δεν έχει καμία επαφή με τον κόσμο του 2000.

Βεβαίως, όλα τα στοιχεία ήταν εκεί απ’ την αρχή. Η ατμόσφαιρα που μύριζε μπαρούτι και διχασμό, η εθιστική διάσταση, το χειραγωγικό στοιχείο. Αν είχε κάποιος μάτια το έβλεπε. Το Facebook και τα υπόλοιπα Μέσα έδωσαν την ώθηση για να οδηγηθούμε σ’ ένα τοπίο που θα κυριαρχούσαν η πόλωση, η βιασύνη, οι μονόλογοι, η εχθροπάθεια.

Φυσικά, τα σόσιαλ μίντια έδωσαν βήμα και φωνή σε εκατομμύρια ανθρώπους, συνέδεσαν παλιούς συμμαθητές, βοήθησαν σχέσεις να στεριώσουν – ή και να καταστραφούν.

Μας το ‘πε ένα πουλάκι

Αν υπήρξε ωστόσο ένα Μέσο που συμπύκνωσε την τρικυμιώδη εξέλιξη των σόσιαλ μίντια στην Ελλάδα, αλλά και παγκοσμίως, αυτό ήταν το Twitter, που σήμερα είναι γνωστό ως X. Στην Ελλάδα, έφτασε στο απόγειο της δόξας του τα χρόνια απ’ το 2011 έως το 2013.

Επειδή η δημοφιλία του συνέπεσε με την αρχή της οικονομικής κρίσης στην χώρα, το Μέσο έγινε συχνά ιδιαίτερα τοξικό. Ξεκίνησε ως μια πλατφόρμα μικρομπλόγκινγκ. Οι αναρτήσεις είχαν τον περιορισμό των 140 χαρακτήρων και αυτό το γνώρισμα το καθιστούσε πολύ ελκυστικό σε καταναλωτές και παραγωγούς ειδήσεων.

Η διεπαφή του Twitter ευνοούσε τον διάλογο και τους διαξιφισμούς, τη στιγμιαία διακίνηση νέων και την οργάνωση συγκεντρώσεων. Παρόλο που συνεχίζει μέχρι σήμερα, υπό την ιδιοκτησία του Ελον Μασκ, το Twitter μοιάζει με κακέκτυπο του αρχικού εαυτού του. Εχει γίνει το στέκι φανατικών. Οχι χωρίς λόγο βέβαια.

Το Twitter βοήθησε στην εκλογή του πλέον τοξικού προέδρου των ΗΠΑ, του Ντόναλντ Τραμπ. Στις 6 Ιανουαρίου του 2021, οπαδοί του εισέβαλαν στο Καπιτώλιο παίρνοντας σήμα κυρίως μέσω του Twitter.

Βιομηχανίες, εμπορικές φίρμες και διασημότητες αγκάλιασαν τα νέα Μέσα και επιχείρησαν να εκμεταλλευθούν την κερδισμένη δημοφιλία τους για να εδραιώσουν στον νέο δημόσιο χώρο τη θέση τους. Το ίδιο έπραξαν και οι πιο τολμηροί πολιτικοί, οργανώνοντας αρχικά δημόσιες συναντήσεις με μπλόγκερ, κάνοντας ζωντανές συνεντεύξεις στο YouTube, με χρήστες του Twitter, αγοράζοντας διαφημίσεις στο Facebook.

Αντλησαν συνεργάτες, εντόπισαν φρέσκα οχήματα για να διοχετεύσουν τα μηνύματά τους και χρησιμοποίησαν τα Μέσα όσο τους επέτρεπαν οι πόροι και οι αναστολές τους. Θα μπορούσε με ασφάλεια να ειπωθεί ότι περισσότερο άλλαξαν τα σόσιαλ μίντια τους πολιτικούς, παρά οι πολιτικοί τα σόσιαλ μίντια.

Η «τηλεόραση» του 21ου αιώνα

Είκοσι χρόνια μετά την εμφάνιση των μπλόγκερ, στη δημόσια σφαίρα του ∆ιαδικτύου εισβάλλει αιφνίδια ένα Μέσο που ουσιαστικά καταργεί τον κοινωνικό και διαδραστικό χαρακτήρα των σόσιαλ μίντια.

Το TikTok, η «τηλεόραση του 21ου αιώνα» όπως έχει χαρακτηριστεί, είναι ένα μεγάλο βήμα προς τα πίσω αναφορικά με την κουλτούρα διαλόγου και διάδρασης που ενυπήρχε στα σόσιαλ μίντια της πρώτης και της δεύτερης φάσης. Τελικά, η ανοιχτότητα, η διαφάνεια, η λογοδοσία, όλα τα σπουδαία στοιχεία που έφεραν τα νέα Μέσα, τείνουν να εξαφανιστούν.

Το TikTok επιστρέφει σε μια μονόδρομη σχέση, που η ενεργητικότητα του θεατή εξαντλείται στο «like». Η αλγοριθμική μηχανή των συστάσεων έχει συγκεντρώσει όλη την τεχνολογία των προηγούμενων Μέσων, απορρίπτοντας καθετί ρομαντικό και πολιτικό.

Το TikTok είναι κομμένο και ραμμένο για έναν κόσμο που διχάζεται με το παραμικρό, που θέλει να διασκεδάζει μέχρι θανάτου, που προτιμά την εικόνα από το κείμενο. Η ιστορία των σόσιαλ μίντια ξεκίνησε με μερικές ειλικρινείς και αυθεντικές αναρτήσεις σ’ ένα ταπεινό μπλογκ και εξελίχθηκε σε μια μηχανή παραγωγής κερδών.

Την ημέρα που ο μπλόγκερ μετατράπηκε σε ινφλουένσερ, τα σόσιαλ μίντια σταμάτησαν να τηρούν την υπόσχεσή τους. Πώς θα γινόταν διαφορετικά; Ο νέος δημόσιος χώρος του Διαδικτύου είχε μεγάλη αξία για να αφεθεί στα χέρια των ατάκτων.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT