προτιμώ-να-βγάζω-φωτογραφίες-563195806

«Προτιμώ να βγάζω φωτογραφίες»

Ενα βιβλίο και ένα φιλμ μάς θυμίζουν τη Λι Μίλερ, που απαρνήθηκε τη λάμψη του μοντέλου για να πει δικές της ιστορίες

Ξένια Γεωργιάδου
Ακούστε το άρθρο

«Υπάρχουν πολλές ιστορίες για κορίτσια στα οποία συνέβησαν πράγματα. Η Λι Μίλερ, πάλι, ήταν μια γυναίκα που έκανε τα πράγματα να συμβούν», γράφει η Κέιτ Γουίνσλετ στον πρόλογο του λευκώματος «Lee Miller. Photographs» (Thames & Hudson). Η έκδοση, που κυκλοφόρησε ταυτόχρονα με την πρεμιέρα της ταινίας «Lee», σε σκηνοθεσία Ελεν Κούρας, στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Τορόντο τον περασμένο Σεπτέμβριο, περιλαμβάνει πολλά από τα συνταρακτικά καρέ που τράβηξε η Μίλερ στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. 

Στο ίδιο σημείωμα η Βρετανίδα ηθοποιός, παραγωγός και πρωταγωνίστρια της ταινίας, παρατηρεί πως όταν μιλούν για την Αμερικανίδα φωτογράφο, συχνά τη συστήνουν ως μούσα και ερωμένη του Μαν Ρέι, παραβλέποντας πως υπήρξε μια από τις πρώτες πολεμικές ανταποκρίτριες και σημαντική μορφή του σουρεαλισμού. «Ηταν πολύ περισσότερα από το επίκεντρο της προσοχής για τους διάσημους άνδρες που συναναστρεφόταν (Πικάσο, Μαν Ρέι, Πολ Ελιάρ). Γράπωσε τη ζωή και την έζησε πατώντας τέρμα το γκάζι».

«Προτιμώ να βγάζω φωτογραφίες»-1
Το λεύκωμα υπογράφει ο γιος της Μίλερ, Αντονι Πενρόουζ.

Η ιδέα για την ταινία

Η δική της σχέση με τη σπουδαία φωτογράφο ξεκινάει με αφορμή ένα τραπέζι κουζίνας. Κάποιοι φίλοι αντικέρ την πήραν τηλέφωνο και της είπαν ότι βρήκαν το τραπέζι του Ρόλαντ Πενρόουζ και της Λι Μίλερ από το σπίτι τους στα περίχωρα του Σάσεξ. «Το αγόρασα φυσικά και έπειτα άρχισα να αναρωτιέμαι γιατί δεν έχει γυρίσει κανείς ποτέ μια ταινία για τη Λι Μίλερ», εξηγούσε στη βρετανική Vogue

Η ταινία μάς μεταφέρει αρχικά στα τέλη του 1930 στον νότο της Γαλλίας, με τη Λι Μίλερ να φωτογραφίζει τους διάσημους φίλους της στη διάρκεια των διακοπών τους. Η σχέση της, ωστόσο, με τον φακό ξεκινάει πολύ νωρίτερα, «από την κούνια της» όπως σχολιάζει χαρακτηριστικά ο γιος της Αντονι Πενρόουζ. Ο πατέρας της Μίλερ φωτογραφίζει την κόρη του από τα πρώτα χρόνια της ζωής της και σταδιακά τη μυεί στη μαγεία της φωτογραφίας. Η Λι σπουδάζει ζωγραφική στο Arts Students League στη Νέα Υόρκη, γρήγορα όμως χάνει το ενδιαφέρον της. 

«Ηταν πολύ περισσότερα από το επίκεντρο της προσοχής για τους διάσημους άνδρες που συναναστρεφόταν. Γράπωσε τη ζωή και την έζησε πατώντας τέρμα το γκάζι».

«Με τη φωτογραφία έχεις κάτι στα χέρια σου κάθε 15 δευτερόλεπτα, ενώ με τη ζωγραφική πλένεις τα πινέλα σου και πας για ξεκούραση έχοντας πολύ λίγα». Το 1927, λίγο πριν κλείσει τα 20 της χρόνια, γίνεται εξώφυλλο στην αμερικανική Vogue. Μερικές εβδομάδες νωρίτερα ο Κοντέ Ναστ της είχε σώσει τη ζωή σπρώχνοντάς την στην άκρη του δρόμου για να μην την πατήσει διερχόμενο όχημα σε λεωφόρο του Μανχάταν.

Σηκώνοντάς την ανακάλυψε στο πρόσωπό της το εξώφυλλο του Μαρτίου. Δεν υπήρχε όρος να περιγράψει την απήχηση που γνώρισε ως μοντέλο, όμως μια διαφήμιση σερβιέτας το 1928 της κλείνει τις πόρτες σε όλους τους οίκους μόδας. Δεν πτοείται, άλλωστε είχε ήδη δηλώσει πως προτιμούσε να βγάζει φωτογραφίες παρά να είναι μέσα σε αυτές. Κλείνει εισιτήριο για το Παρίσι και γνωρίζει τον Μαν Ρέι. Ο Αμερικανός δέχεται να την πάρει βοηθό στο στούντιό του, της βάζει μια Rolleiflex στο χέρι και της μαθαίνει όσα ξέρει. 

Το 1932 τον εγκαταλείπει και επιστρέφει στη Νέα Υόρκη, ασχολείται με την εμπορική φωτογραφία και τα πορτρέτα. Πλήττει. Τον Ιούνιο του 1937 επιστρέφει στο Παρίσι, είναι παντρεμένη με έναν Αιγύπτιο επιχειρηματία, αλλά αυτό δεν την εμποδίζει να περάσει όλο το καλοκαίρι στον γαλλικό Νότο με τον Αγγλο καλλιτέχνη και ποιητή Ρόλαντ Πενρόουζ. Τον επόμενο χρόνο δίνουν ραντεβού στην Αθήνα. Ταξιδεύουν οδικώς στην Ελλάδα, περνούν από τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία. Οταν ξεσπάει ο πόλεμος, η Μίλερ ακολουθεί τον αγαπημένο της στο Λονδίνο.

«Προτιμώ να βγάζω φωτογραφίες»-2
Λονδίνο, 1940. Παράλληλα με τις φωτογραφίες για τη βρετανική Vogue, η Μίλερ καταγράφει τα ερείπια που αφήνουν πίσω τους οι αεροπορικοί βομβαρδισμοί.

Οι Αμερικανοί διπλωμάτες τη συμβουλεύουν να γυρίσει στις ΗΠΑ, όμως εκείνη αρνείται. «Πέρασα καλά, τώρα θα αντιμετωπίσω και τις δυσκολίες», γράφει στον αδελφό της, Τζον. Στη διάρκεια του πολέμου κάνει editorial μόδας για τη βρετανική Vogue με φόντο τα ερείπια του βομβαρδισμένου Λονδίνου. Μην εγκαταλείποντας ποτέ τη λογική του objet trouvé των σουρεαλιστών, αποτυπώνει τη φρίκη του πολέμου εστιάζοντας στα αντικείμενα. Eνα σπασμένο πιάνο, μια σμπαραλιασμένη γραφομηχανή Remington, αντιασφυξιογόνες μάσκες, ερείπια. 

«Προτιμώ να βγάζω φωτογραφίες»-3
Η σοπράνο Ιρμγκαρντ Ζέεφριντ ερμηνεύει μια άρια από τη «Μαντάμα Μπάτερφλαϊ» σε… ό,τι είχε απομείνει το 1945 από την Οπερα της Βιέννης. ( Φωτ.: Lee Miller Archives)

Οταν η Αμερική εισέρχεται στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ο φίλος και συνάδελφός της, Ντέιβιντ Σέρμαν, της προτείνει να ζητήσει διαπίστευση από τον αμερικανικό στρατό. Βρίσκεται στη Νορμανδία πέντε εβδομάδες μετά τη συμμαχική απόβαση με ένα ρεπορτάζ για στρατιωτικό νοσοκομείο στο Μπρικβίλ. Δεν είχε ελευθερία κινήσεων ούτε την ενημέρωση που είχαν οι άνδρες συνάδελφοί της. «Οι γυναίκες στον πόλεμο είχαν ανοιχτά δύο μέτωπα: τις βόμβες και τους άνδρες», θα πει αργότερα. 

Στην επόμενη αποστολή τη στέλνουν να καλύψει την απελευθέρωση του Σεν Μαλό, αλλά αυτό που αντικρίζει είναι μάχη σε πλήρη εξέλιξη. Φωτογραφίζει τη ρίψη των πρώτων ναπάλμ, στρατιώτες σε χαρακώματα, αλλά και γυναίκες κουρεμένες γουλί να λογοδοτούν και να προπηλακίζονται δημόσια επειδή συνεργάστηκαν με τους Γερμανούς. Ακολουθεί η απελευθέρωση του Παρισιού. «Δεν θα μπορούσε να είχε τραβήξει αυτές τις φωτογραφίες αν δεν ήταν μέλος των σουρεαλιστών», υποστηρίζει ο γιος της Μίλερ. «Στον πόλεμο, όλες οι εικόνες απομακρύνονται από αυτό που ορίζουμε ως κανονικό».

«Προτιμώ να βγάζω φωτογραφίες»-4
Φωτογραφία της Νις Ελιάρ, συζύγου του σουρεαλιστή ποιητή, αντιστασιακού και πολιτικού Πολ Ελιάρ, στη Γαλλία, το 1937. 

Η πιο τρανή απόδειξη αυτής της δήλωσης είναι η φωτογραφία που τραβήχτηκε στις 30 Απριλίου του 1945 στο σπίτι του Χίτλερ. Οι δύο φίλοι, Σέρμαν και Μίλερ, είχαν επισκεφθεί το ίδιο πρωί το Νταχάου και αργότερα μέσα στη μέρα έφτασαν στο Μόναχο. Εντόπισαν το άδειο διαμέρισμα, επιθεώρησαν τον χώρο, η Μίλερ ξάπλωσε στο κρεβάτι του Φίρερ και έπειτα έβγαλε τα ρούχα της και μπήκε στην μπανιέρα του.

Η φωτογραφία είναι προσεκτικά σκηνοθετημένη. Οι σκονισμένες αρβύλες της από το στρατόπεδο συγκέντρωσης λερώνουν το καθαρό πατάκι του παράφρονος ηγέτη, ενώ το πορτρέτο του βρίσκεται ακουμπισμένο στην άκρη της μπανιέρας. Η Κέιτ Γουίνσλετ επισημαίνει πως οι δύο φωτογράφοι δεν ήξεραν πως ο Χίτλερ ήταν ήδη νεκρός, αλλά τοποθετώντας τη φωτογραφία του σύριζα στο χείλος της μπανιέρας είναι σαν να προβλέπουν την επικείμενη πτώση του.

«Προτιμώ να βγάζω φωτογραφίες»-5
Η Κέιτ Γουίνσλετ ως Λι Μίλερ στην μπανιέρα του Χίτλερ. Οι αρβύλες της μεταφέρουν χώμα και στάχτη από το Νταχάου στο πατάκι του παράφρονος ηγέτη, ενώ το πορτρέτο του βρίσκεται ακουμπισμένο στην άκρη της μπανιέρας, έτοιμο να πέσει στο νερό.

«Είχα χρόνια στην τσέπη μου τη διεύθυνση του Χίτλερ και τώρα ήταν η ώρα να τη χρησιμοποιήσω», θα πει η Μίλερ για τη διάσημη λήψη, που για πολλούς είναι αυτή που σηματοδοτεί οπτικά το τέλος του πολέμου. 

Η ταινία «Lee» θα βγει στις αίθουσες στις 19/9 από τη The Film Group.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT